Μια ημέρα στον Κόσμο του Ούζου
Οι βιομηχανικοί χώροι και δη τα εργοστάσια παραγωγής οινοπνευματωδών είναι πάντα ένας προορισμός που λατρεύω να επιστρέφω. Η αγάπη μου για οτιδήποτε συγκεντρώνει αλκοόλη -και δη σε μεγάλα ποσοστά- είναι κατάφορη και αποδεικνύεται περίτρανα κάθε που μία κουβέντα πάει να στηθεί στην παρέα και αφορά στη διαδικασία παραγωγής των αλκοολούχων ποτών.
Η συμβουλή της μάνας: «Ζακέτα να πάρεις», έχει αντικατασταθεί από τη μέρα της ενηλικίωσής μου με ένα απλό: «Μην πιεις πολύ». Και, μπορεί να πέρασαν χρόνια, αλλά ανακάλυψα τι πρέπει να πίνω ώστε να μην υπερβαίνω τα επιτρεπόμενα όρια του αλκοολόμετρου της μητέρας μου: Ούζο. Η «συνταγή» δεν αφορά σε εμένα μόνο, αλλά σε όλους μας. Διότι εξηγείται ο λόγος που με το ούζο μπορείς να πιεις περισσότερο, χωρίς να σε «χαλάσει».
Πώς; Αυτό συμβαίνει διότι το ούζο το πίνεις παρέα με μεζέδες, άρα τρως. Επίσης το ούζο το πίνεις γενικότερα με παρέα, άρα διασκεδάζεις. Δύσκολα θα βάλεις ένα ούζο να το πιεις… ξεροσφύρι στο σπίτι σου. Έτσι, πίνεις, τρως και είσαι με ανθρώπους που αγαπάς. Συζητάς μαζί τους, μοιράζεσαι. Φεύγεις γεμάτος. Μεταφορικά και κυριολεκτικά.
Κάπως έτσι, και θέλοντας να μάθω όσο το δυνατόν περισσότερα για το ούζο, έφτασα στην «πηγή» του, στη γενέτειρά του. Στο Πλωμάρι της Λέσβου. Πέρασα το κατώφλι του Μουσείου του Ούζου και κάπως έτσι η αποσταγματοποιΐα του Ούζου Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου, γιορτάζοντας περισσότερα από 120 χρόνια παράδοσης και ιστορίας, άνοιξε για πρώτη φορά τις πύλες της ώστε να γνωρίσουμε από κοντά το μαγικό «Κόσμο του Ούζου», μέσα από μια μοναδική εμπειρία ξενάγησης… για όλες τις αισθήσεις.
Ξεκινώντας, ακούσαμε την ιστορία του εθνικού μας ποτού και ακολουθήσαμε τα χνάρια του Ισιδώρου Αρβανίτη για την αναζήτηση των ιδανικών υλικών. Τα κλειδιά για τον «Κόσμο του Ούζου» από το 1993 κρατά ο Νίκος Καλογιάννης, άξιος ιδιοκτήτης και συνεχιστής της παράδοσης του Ούζου Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου. Παρέα με τον κ. Καλογιάννη περπατήσαμε μαζί στους διαδρόμους του Μουσείου και, μεταξύ άλλων, αγγίξαμε έναν από τους παλαιότερους άμβυκες στην ιστορία του ούζου στην Ελλάδα.
Στη συνέχεια, γνωρίσαμε τις πρώτες ύλες της παραδοσιακής γης, όπως τον γλυκάνισο, που αποτελεί το βασικό συστατικό του Ούζου Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου και καλλιεργείται σε ιδιόκτητα κτήματα της αποσταγματοποιίας, στο Λισβόρι.
Και λίγο πριν το τέλος, περιπλανηθήκαμε στο χώρο της απόσταξης και παρακολουθήσαμε από κοντά όλη την ιεροτελεστία της παραδοσιακής παραγωγικής διαδικασίας: 18 μικροί χειροποίητοι χάλκινοι άμβυκες προσφέρουν «απλόχερα» την ίδια αναλλοίωτη μυστική συνταγή που δημιούργησε ο Ισίδωρος Αρβανίτης και τηρείται πιστά από το 1894! «Είναι αλήθεια πως έχουμε βάλει λίγο το χεράκι μας» τόνισε ο κ. Καλογιάννης και αναφέρθηκε στην παραγωγή βιολογικού γλυκάνισου αποκλειστικά από τα ιδιόκτητα κτήματα στο Λισβόρι.
Σαγηνευθήκαμε από την ιστορία. Σχεδόν μεθύσαμε από παράδοση. Κατεβαίνοντας τα σκαλιά, μία μοναδική εμπειρία γευσιγνωσίας είχε στηθεί και μας περίμενε. Γιατί υπάρχει σωστός τρόπος να πιεις το ούζο: Πρώτα πίνεις λίγο νερό και τρως λίγο ψωμί. Έπειτα προσθέτεις το ούζο στο ποτήρι και το κοιτάς. Στη συνέχεια το μυρίζεις. Τώρα είναι η ώρα να το δοκιμάσεις. Προσθέτεις νερό και επαναλαμβάνεις: Όραση, όσφρηση, γεύση. Το γεγονός ότι το κρατάς, ενεργοποιεί την αίσθηση της αφής. Τι μένει για να ενεργοποιήσεις και την αίσθηση της ακοής; Να τσουγκρίσεις το ποτήρι.
Κάπως έτσι, στο νησί που γοήτευσε τον Ελύτη και τον Θεόφιλο, στην πατρίδα του ούζου, ανακαλύψαμε τις ομορφιές της Μυτιλήνης και μυηθήκαμε στα μυστικά του εθνικού μας αποστάγματος.
Και μετά από όλα αυτά, τώρα πια αντιλαμβάνομαι γιατί όταν προσπαθούσα να πείσω τον μπαμπά μου να σπουδάσω ψυχολόγος, μια μέρα μου αντιγύρισε: «Αγάπη μου, στην Ελλάδα έχουμε μάθει να λύνουμε όλα μας τα προβλήματα με ένα ούζο, δίπλα στη θάλασσα». Και είναι αλήθεια, πως αυτή η κουλτούρα του Έλληνα. Να μονιάζει και να χαίρεται με τον ήλιο, τη θάλασσα και ένα ουζάκι.
Έτσι, πλέον, έχει θάλασσα, έχει ούζο. Έχει ήλιο, έχει Πλωμάρι. Εις υγείαν!