Ειδήσεις ερημιάς και τοπίων οδύνης...
Άκουγα χθες αποσπασματικά και όχι αφοσιωμένα τις ειδήσεις. Κλεφτά βλέμματα έριχνα στην τηλεόραση γιατί και εγώ, όπως τόσες άλλες γυναίκες της γενιάς μου ανακαλύπτω τη χαρά να κάνω πράγματα με τα χέρια μου, με την τηλεόραση φόντο στα πλεκτά, τα κεντήματα, τα σχέδια.
Μπορεί να άκουγα και την εκπομπή της Τατιάνας, δεν είμαι και σίγουρη. Είμαι σίγουρη όμως για το νόημα των όσων άκουγα. Βοηθήστε, τα παιδικά χωριά ΣΟΣ. Πηγαίνουν μανάδες και αφήνουν τα παιδιά τους γιατί δεν έχουν να τα ζήσουν. Για λίγο. Για να μπορούν και πάλι να είναι μαζί. Μιλούσαν για δυο κοριτσάκια που αντιδρούν αλλιώς από τα άλλα παιδιά. Ένα αρνιέται και στο τηλέφωνο να μιλήσει με την μάνα του. Το άλλο στέκεται συνέχεια μπροστά από ένα παράθυρο και μετρά τις στιγμές, για να την δει να έρχεται, να το πάρει από το χέρι, να το οδηγήσει σπίτι, να είναι και πάλι μαζί. Ένας υπεύθυνος κάνει έκκληση για λεφτά. Δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα ούτε καν τα παιδικά χωριά ΣΟΣ. Τώρα δεν μπορώ να κοιτάξω προς την τηλεόραση γιατί είναι τα μάτια μου γεμάτα δάκρυα. Τεθλασμένες οι γραμμές, υγρό το τοπίο και η αλμύρα του πνιγμένου λυγμού, στο λαιμό.
Μετά, παίζει το διαφημιστικό του Χαμόγελου του παιδιού. Ένα πρόσωπο, παιδικό ή αγγελικό, όλο φως. «Τι να του κόψουμε; Το σπίτι του; Το φαγητό του; Τις σπουδές του; Τους γιατρούς του; Τη γραμμή amber alert;». Ξέρουν ότι δε μας περισσεύει τίποτα, αλλά έχουμε ευθύνη απέναντι σε αυτούς αγγέλους που φώτισαν τον ανήλιαγο κόσμο μας.
Μετά ρεπορτάζ για την ραγδαία αύξηση των αστέγων. Εδώ θυμώνω με το δήμαρχο Αθηναίων και την αδιαφορία του. Ξεκαρφώνονται σε μια σκοτεινή πόλη, τα παγκάκια για να μην ξαπλώνουν οι άστεγοι, που ούτως η άλλως δεν προβλέπεται να βοηθηθούν πουθενά. Μετά, άλλη είδηση, για τα νέα χαράτσια που έρχονται, για το ότι τα μαγαζιά δεν δούλεψαν φέτος, αν και στις γιορτές κάνουν το 20% του ετήσιου τζίρου τους και πως οι Financial Times έγραφαν για τα πιο φτωχά Χριστούγεννα της Ευρώπης στην Ελλάδα.
Ποια χώρα είναι αυτή; Πως έγινε έτσι; Για ποιων τις ζωές μιλάνε, οι γυάλινες φιγούρες στο σαλόνι μου; Τι γκρι πεταμένο στις μέρες μας, είναι αυτό; Στα παραμύθια η κακιά μάγισσα κοιμίζει την ωραία κοιμωμένη και παίρνει όλο το χρώμα από το βασίλειο των γονιών της. Ποια κακιά μάγισσα πέρασε με την σκούπα της, πάνω απ την δική μας χώρα; Πώς να σηκωθούν οι σκυμμένοι μας λαιμοί; Πώς να κοιτάξουν πάλι ψηλά τα βλέμματα μας; Που να συντεθούν; Πόσο μακρινή δείχνει η ανεμελιά των περσινών γιορτών. Πως υποθηκεύτηκαν οι ζωές μας με χαμηλό επιτόκιο! Πότε κοιμωμένες, όλοι, μας, ωραίες ή μη, θα βγούμε από τον κωματώδη ύπνο μας και όλα θα έχουν τελειώσει;
Κλείνω την τηλεόραση με ένα κουμπί! Να έκλεινα έτσι και την πραγματικότητα!