Θόδωρος Αγγελόπουλος: Το βλέμμα της Ελλάδας
"Αργά ή γρήγορα, επειδή μεγαλώνουμε, ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ιδέα του θανάτου. Έπειτα, μεγαλώνοντας πολλαπλασιάζονται οι θάνατοι, οι απώλειες των φίλων. Ήμουν ανάμεσα σ' αυτούς που βρήκαν πεθαμένο το πρωί στο ξενοδοχείο, τον Gian-Maria Volonte. Όταν στο ξενοδοχείο της Φλώρινας τον άγγιξα, η κρυάδα του θανάτου έγινε ταραχή. Έγινε ερώτημα για μένα και για την ανθρώπινη ύπαρξη. Το όριο, το τέλος ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, τα σύνορα ζωής και θανάτου. Τα όρια ανάμεσα στον έρωτα, στις ανθρώπινες σχέσεις, στην επικοινωνία. Αυτή η έννοια του ορίου, του τέλος ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, μπαίνει σαν θέμα των συνόρων με την ευρύτερη έννοια, όχι μόνο τη γεωγραφική αλλά και της ζωής και του θανάτου". Αυτά έλεγε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ένας από τους ελάχιστους πια σπουδαίους Έλληνες, αναζητώντας τα όρια, χωρίς να φαντάζεται το δικό τους αναπάντεχο, θλιμμένο, ορφανεμένο τέλος. Το πρωί της Τρίτης, στις 24 Ιανουαρίου του 2012, ο μοναδικός αυτός σκηνοθέτης, με τη δική του κινηματογραφική αλφάβητο, που έκανε την ιδέα, την σκέψη εικόνα οικουμενική, θα ξύπνησε το πρωί, θα ήπιε τον καφέ του στο τραπεζάκι της κουζίνας του, θα έβλεπε πλάνα για την «άλλη θάλασσα», την καινούργια ταινία του και θα φεύγε να προλάβει το φως και τη μέρα. Μια μέρα που είχε δικά της σχέδια για αυτόν, που θα γνώριζε πως ήταν έρμαιο στο έλεος όπως όλοι μας. Δεύτερο τούνελ, λέει, Δραπετσώνα λέει. Μηχανάκι. Το σώμα του στον αέρα. Το ασθενοφόρο να αργεί. Να χαλάσει και να έρχεται δεύτερο. Καθυστέρηση. Οι κάμερες αφημένες, παρατημένες, εγκαταλειμμένες, ορφανά, μουγγά παιδιά. Απόγευμα. Όλη η ευαισθησία του ασπρόμαυρου. Όλες οι αποχρώσεις της αντίθεσης και των ορίων. Νοσοκομεία. Πράσινο χειρουργείου. Μυρωδιά αντισηπτικών. Πάγος όπως τα αποστειρωμένα πλακάκια. Το τέλος. The end. Fine. Οριστικά!Βραβεία. Τιμές. Αναγνώριση. Δόξα. Εικόνες. Ταινίες. Επικές αφηγήσεις. Ιστορία. Ελλάδα. Τέλος. The end. Fine.
Παρήγορο αν υπάρχει; Το ότι τελείωσε κοιτώντας τον κόσμο, μέσα από τον φακό του-κινηματογραφικός φακός κανονικά, μεγεθυντικός στην ουσία. Το ότι τελείωσε κινηματογραφιστής όπως ήταν πάντα. Στη Δραπετσώνα, μια φορά...
Ποιητικός, ονειρικός, μοναδικός αφηγητής, τελειομανής, εικονολάτρης, με στόχο το θεσπέσιο στη μουσική, το τραγούδι, το χρώμα, την ερμηνεία. Οι ηθοποιοί του λαϊκού σινεμά, ή της τηλεόρασης, γίνονταν θεότητες στο φακό του. Ο Βέγγος. Η Χρονοπούλου. Η Βάσια Παναγοπούλου, νύφη, κόρη κινηματογραφική του Μαρτσέλο Μαστρογιάννη. Πως σε διάλεξε την έχω ρωτήσει κάποτε. «Με είχε δει στα Λιονταράκια και σεβόταν υπερβολικά τον Δαλιανίδη» απάντησε. Ακομπλεξάριστος. Και μετά, οι χολιγουντιανοί stars. Ο Νταφόε, ο Χάρβει Καϊτέλ. Τόσοι και τόσοι που ο φακός του τους είδε ως πλάσματα ποίησης, σαν πρωταγωνιστές παραμυθιού φτιαγμένους από όνειρο και φαντασία.
Και τα τυπικά: Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 1935. Έκανε νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τις οποίες εγκατέλειψε πριν πάρει το πτυχίο. Το 1961 έφυγε στο Παρίσι, όπου αρχικά παρακολούθησε στη Σορβόννη μαθήματα γαλλικής φιλολογίας και φιλμογραφίας, καθώς και μαθήματα εθνολογίας και στη συνέχεια μαθήματα κινηματογράφου στη Σχολή Κινηματογράφου IDHEC και στο Musée de l'homme. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1964 και μέχρι το 1967 εργάστηκε ως κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα Δημοκρατική Αλλαγή, μαζί με τον σπουδαίο και εμπρηστικό διανοητή Βασίλη Ραφαηλίδη και την σκηνοθέτη Τώνια Μαρκετάκη. Mε το Βασίλη Ραφαηλίδη, το 1969 θα εκδώσουν το περιοδικό "Σύγχρονος κινηματογράφος" μια έκδοση που την αγκαλιάζουν και τη βοηθούν πολλοί νέοι σκηνοθέτες. Ανάμεσα τους ο Παντελής Βούλγαρης και ο Λάκης Παπαστάθης.
Η καριέρα του ως σκηνοθέτης, ξεκινάει με μια ταινία που γυρίζει στην Θεσσαλονίκη, για το νεανικό συγκρότημα Φόρμινξ του Βαγγέλη Παπαθανασίου, που όμως δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Ολοκληρώνει όμως την "Εκπομπή", την πρώτη του ταινία μικρού μήκους το 1968, που προκαλεί αίσθηση στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και παίρνει το βραβείο των κριτικών.
Το 1970, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, Αναπαράσταση, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς και άλλες διακρίσεις στο εξωτερικό, και σηματοδότησε την αυγή του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου. O "Θίασος" είναι η ταινία που του χαρίζει διεθνής αναγνώριση. Δεν είναι λίγοι οι κριτικοί και οι ιστορικοί του κινηματογράφου, που την περιλαμβάνουν στις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.
Ο Αγγελόπουλος είναι ο πιο βραβευμένος Έλληνας σκηνοθέτης. Οι ταινίες του έχουν τιμηθεί ανάμεσα στα άλλα με τα περισσότερα από τα βραβεία του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, το Χρυσό Φοίνικα του φεστιβάλ των Καννών, το Χρυσό και τον Αργυρό Λέοντα του φεστιβάλ της Βενετίας, το βραβείο Φέλιξ καλύτερης ευρωπαϊκής ταινίας, το βραβείο fipresci, και πολυάριθμα βραβεία κριτικών και ενώσεων κριτικών σε όλο το κόσμο, τα οποία τον καθιέρωσαν παγκοσμίως ως έναν από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες του σύγχρονου κινηματογράφου.
Έχει αναγορευθεί επίτιμος διδάκτορας των Πανεπιστημίου των Βρυξελλών, του Πανεπιστημίου X Nanterre στο Παρίσι και του Πανεπιστημίου του Έσσεξ. Δυο ταινίες του περιλαμβάνονται στις εκατό σπουδαιότερες ταινίες στην ιστορία του παγκόσμιου σινεμά.
"Όλες οι ταινίες είναι αυτοβιογραφικές. Υπάρχει πάντα μια εσωτερική και μια εξωτερική αυτοβιογραφία. Και στην Αναπαράσταση ακόμη θα έβρισκε κανείς στοιχεία αυτοβιογραφικά. Είναι μια ταινία που πολύ λίγα πράγματα μπορεί να πει κανείς γι' αυτήν σε επίπεδο δηλώσεων. Θα ήθελα να "κυκλοφορήσει" και να εισπραχθεί χωρίς παρεμβάσεις. Είναι, επιπλέον, ένα ευαίσθητο θέμα. Ότι και να πει κανείς μπορεί να αποβεί εις βάρος του. Κινδυνεύει να δώσει στην ταινία μια ταυτότητα που δεν την έχει. Είναι μια ταινία πάνω στο θάνατο; Όχι. Είναι μια ταινία πάνω στο χρόνο, στο πέρασμα του χρόνου. Είναι ο μόνος, αόριστος, προσδιορισμός που μπορεί που μπορεί να δώσει κανείς. Αν κάποιος έπρεπε να ζήσει μια μέρα τι θα έκανε. Αποδέχεται την ιδέα του θανάτου. Μόνο όταν δεχθεί κανείς το δικό του θάνατο, ένα θάνατο όμως που να έχει νόημα, ρυθμό και ανάγκη, τότε μπορεί να ξαναδεί τη ζωή και να τη δει αλλιώς".
Λάτρευε την απλότητα και έλεγε πως είναι κατάκτηση και όχι επιλογή. Λάτρευε τα τοπία της Βόρειας Ελλάδας, για τις γραμμές τους, για την σχέση τους με το οριακό, με την έννοια ότι στον Βορρά τελειώνει η Ελλάδα. Λάτρευε το φως και τον καιρό της χώρας. «Κοιτάξτε έξω το Θερμαϊκό, είναι αυτή η σχέση ουρανού και θάλασσας, που δε φαίνεται τίποτα. Τα καράβια είναι μετέωρα, σαν να μην ακουμπούν πουθενά. Αυτή την θάλασσα ήθελα και τη συννεφιά, δεν ήθελα ήλιο", έχει πει. Ήταν «συναισθηματικά αριστερός», αν και δεν μπορούσε να ορίσει πια τι σημαίνει αριστερά. Για αυτόν είχε πέψη να είναι ιδεολογία και ήταν πλέον ηθική! Έκανε σινεμά όχι γιατί ήταν επάγγελμα, αλλά γιατί δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Ήταν σαν την αναπνοή για κείνον.
Θόδωρος Αγγελόπουλος. Να φεύγουν οι σπουδαίοι λοιπόν! Να φεύγουν και να μένουμε στην ερημιά τοπίων εσωτερικών που δεν θυμίζουν αυτά στις ταινίες του. Βουβοί. Χωρίς εικόνες. Χωρίς όνειρο. Δίχως μουσική υπόκρουση στην ύπαρξη μας. Σαν τη «σκόνη της ημέρας», μετέωροι «σαν το βήμα του πελαργού», σε μια «αναπαράσταση» ζωής. Σε μια ταινία του ο Βέγγος έλεγε: «πεθαίνει αυτός ο τόπος, αλλά ας το κάνει γρήγορα, γιατί το αργά πονάει». Πράγματι! Πονάει...