Ήμουν κι εγώ χθές στο Σύνταγμα
Και μετά από όλα αυτά, μπερδεύομαι, φοβάμαι, θλίβομαι και ντρέπομαι...
Δεν είμαι η μόνη που τα είδε αυτά, είμαι όμως απ' τους λίγους που έχουν την πολυτέλεια να μπορούν να μιλήσουν για τα χθεσινά δρώμενα στην πλατεία Συντάγματος, μέσω ενός site που έχει πρόσβαση σε τεράστιο αριθμό ανθρώπων. Το μόνο που έχω να πω είναι πως αυτό που έγινε χθες, υποθέτω πως έχει να γίνει από τη χούντα. Και υποθέτω, γιατί τότε δεν ζούσα και όσο ζω δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί ή να έχω ξανακούσει κάτι τέτοιο.
Δεν θα μιλήσω για το πόσο λίγος κόσμος είχε μαζευτεί στην πλατεία για να διαμαρτυρηθεί για την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, το οποίο είναι απλά απάνθρωπο. Θα μιλήσω για το τι συνέβη στον κόσμο που καθώς περνούσε η μέρα τελικά μαζεύτηκε εκεί.
Φτάνοντας στην πλατεία Συντάγματος με περίμενε μια γνώριμη μυρωδιά, αυτή των δακρυγόνων. Η μάχη μεταξύ αστυνομικών και διαδηλωτών είχε ξεκινήσει από νωρίς και δεν έχω ιδέα πώς άρχισε. Τα μάρμαρα είχαν σπάσει, ο πετροπόλεμος ήταν σε εξέλιξη και ο κόσμος έτρεχε προς διάφορες κατευθύνσεις για διάφορους λόγους –είτε για να καλυφθεί, είτε για να επιτεθεί, είτε για να προστατεύσει τους άλλους, είτε για να δει απλά τι συμβαίνει.
Ένα πραγματικό χάος επικρατούσε καθώς η ώρα περνούσε και κανείς δεν περίμενε πως μπορεί να χειροτερεύσει η κατάσταση. Οι αστυνομικοί απέδειξαν για άλλη μια φορά πως η αγωγή τους είναι όχι απλά λίγη αλλά μάλλον ανύπαρκτη, αφού συμπεριφέρονταν στον κόσμο σαν να είχαν να κάνουν με αντιπάλους σε πραγματική πολεμική μάχη. Και εδώ μιλάμε για ανθρώπους όλων των ηλικιών, με τα προβλήματα που μπορεί να έχει ο μέσος πολίτης.
Εννοείται πως ανάμεσά μας, ανάμεσα στους ειρηνικούς «Αγανακτισμένους» που με τηλεβόες ουρλιάζανε να ηρεμήσουν τα πνεύματα ώστε να παραμείνουμε ειρηνικά στην πλατεία, ήταν και οι οργισμένοι «κουκουλοφόροι». Μόνο που μέσα στη ζέστη του καλοκαιριού, δεν κρύβονταν πλέον πίσω από πλεκτές κουκούλες, αλλά από αντιασφυξιογόνες μάσκες και κράνη, λεηλατώντας την πλατεία Συντάγματος και πετώντας πέτρες στα ΜΑΤ.
Δεν μπόρεσα να μην παρατηρήσω πως όλοι αυτοί μέχρι πριν λίγο ήταν δίπλα μου, πετούσαν πέτρες στα ΜΑΤ και τα έβριζαν, ξεσηκώνοντας όσους δεν τους αγαπούσε αρκετά η μαμά τους όταν ήταν μικροί και βρήκαν τη βία ως το μοναδικό τρόπο να ξεσπάσουν την καταπιεσμένη στενοχώρια μέσα τους. Τώρα όμως τους βλέπω με τα ίδια μου τα μάτια να δέχονται φιλικά χτυπήματα στην πλάτη από τα ίδια ΜΑΤ που πριν λίγο τους προπηλάκιζαν (ή μήπως όλους τους άλλους εκτός από αυτούς;) και να μπαίνουν με άνεση στη Βουλή. Μπερδεύομαι... Ποιοι είναι αυτοί;
Μπερδεύομαι όταν βλέπω τις δυνάμεις καταστολής να πετούν αδιανόητες ποσότητες δακρυγόνων (ιδιαίτερα βλαβερών για την υγεία –έως και θανατηφόρων) στην πλατεία, ανάμεσα στον κόσμο, στο ιατρείο των «Αγανακτισμένων», ακόμα και όταν αυτοί τους παρακαλούσαν να σταματήσουν για λίγο ώστε να ανασυνταχθούν και να μαζέψουν τους τραυματίες τους –πράγμα που ακόμα και στον πόλεμο επιτρέπεται ή μάλλον επιβάλλεται. Κανένα έλεος και εκεί.
Μπερδεύομαι ακόμα περισσότερο όταν βλέπω ομάδες ΜΑΤ να κατεβαίνουν με φόρα μέχρι το Μοναστηράκι και να τα σπάνε όλα στο διάβα τους, να χτυπάνε κόσμο στο «Μπαϊρακτάρη» (ναι, το σουβλατζίδικο), κυνηγώντας ποιος ξέρει τι και δημιουργώντας μια κατάσταση απόλυτου χάους μέσα σε δύο μόλις λεπτά, τρομοκρατώντας με ιδιαίτερη επιτυχία.
Μπερδεύομαι όταν τους βλέπω να μπαίνουν μέσα σε οπωροπωλείο στην οδό Νίκης, να πετάνε κάτω πράγματα, να χτυπάνε τον πρώτο άνθρωπο που βλέπουν μπροστά τους και να μην απαντάνε τίποτα στην ερώτηση «Γιατί ρε παιδιά; Τι σας κάναμε;». Γιατί την ίδια ακριβώς απορία έχω κι εγώ...
Μπερδεύομαι όταν ο Εκπρόσωπος Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας διαβεβαιώνει σε όλα τα κανάλια πως δεν έγινε αλόγιστη χρήση δακρυγόνων (ορίστε;) και πως ποτέ δεν πέταξαν μέσα στο ΜΕΤΡΟ, αλλά στη συνέχεια παρακολουθώ βίντεο (δείτε παρακάτω) όπου οι δυνάμεις καταστολής περιορίζουν τον κόσμο στους χώρους του ΜΕΤΡΟ για να του πετάξουν στη συνέχεια περισσότερα από ένα δακρυγόνα και να δημιουργήσουν έτσι έναν αυτοσχέδιο θάλαμο αερίων.
Φοβάμαι όταν τρέχω πανικόβλητη να ξεφύγω από αυτό το λευκό αέριο που με πνίγει, όταν πέφτω κάτω να πάρω μια (δηλητηριώδη) ανάσα, να φτύσω ή ακόμα και να κάνω εμετό και δεν ξέρω ποιος μπορεί να πέσει πάνω μου γιατί δεν με είδε, ποιος θα με ποδοπατήσει ή ποιος θα με χτυπήσει με το γκλομπ του, γιατί μπορεί.
Αισθάνομαι λιγότερο μόνη, όταν δεκάδες χέρια απλώνονται για να με κουβαλήσουν όταν οι δυνάμεις μου μ' εγκαταλείπουν, όταν ψεκαστήρες με Malox για να μπορέσω ν' αναπνεύσω εμφανίζονται από παντού για να με στηρίξουν και όταν ακούω διαρκώς την ερώτηση «είσαι καλά;» και τα χείλη που την αρθρώνουν είναι άγνωστοι άνθρωποι.
Θλίβομαι όταν φαντάζομαι πως μέσα στο Κοινοβούλιο οι ψηφισμένοι από εμάς βουλευτές αποφασίζουν για τις ζωές και το μέλλον μας, χαϊδεύοντας τις ωραίες τους κοιλιές και διασφαλίζοντας πως οι ίδιοι δεν θα υποστούν καμία συνέπεια, εκτός ίσως από κανένα γιαούρτι στο κεφάλι.
Θλίβομαι όταν βλέπω καταστήματα και προσωπικές περιουσίες πολιτών να καταστρέφονται επειδή κάποιοι έχουν μέσα τους πολλή οργή (ή μήπως απλά υπακούν σε εντολές;) και αποφασίζουν να την ξεσπάσουν έτσι.
Ντρέπομαι όταν έρχονται ξένοι επισκέπτες στη χώρα μας και μου λένε πόσο απροκάλυπτα ακόμα και αυτοί -οι αμερόληπτοι- παρατήρησαν πως τα ΜΑΤ προκαλούσαν τον κόσμο με βρισιές, χειρονομίες, άσκοπη βία και έναν αέρα ιππικού (ο λόγος για την ομάδα ΔΕΛΤΑ που έδωσε ρέστα).
Έφυγα με πονοκέφαλο, ζαλάδα, τα πόδια μου δεν με βαστούσαν και τα έβλεπα όλα τριπλά. Λυπήθηκα που ο κόσμος ήταν τόσο λίγος και που τελικά η πλατεία Συντάγματος έγινε πεδίο μάχης ανάμεσα σε κομπλεξικούς και κομπλεξικούς (διαλέξτε ποιοι είναι ποιοι) και που τελικά οι Αγανακτισμένοι την εγκατέλειψαν στο έλεος των εκδικητικών ΜΑΤ που δεν άφησαν σκηνή όρθια.
Επόμενο βήμα; Καθιστική διαμαρτυρία απόψε γύρω από τη Βουλή. Εύχομαι ολόψυχα να λείψουν η βία και τα χημικά που πρωταγωνίστησαν στη χθεσινή μας διαμαρτυρία.