Γιώργος Γεροντιδάκης: «Δεν μου αρέσει η μίμηση στην τέχνη. Ας παλέψουμε για το διαφορετικό»
Από τον Σασμό στην ταινία O Καπετάν Μιχάλης, ο Γιώργος Γεροντιδάκης μιλά στο Queen.gr για τις δύο διαφορετικές του εμπειρίες στην τέχνη.
Ο Γιώργος Γεροντιδάκης ζει φέτος μία ιδιαίτερη συνθήκη. Ο κρητικής καταγωγής ηθοποιός, υπάρχει τηλεοπτικά ως ο Κρητικός Γιώργος στον Σασμό, αλλά και ως ο Κρητικός Διαμαντής στον κινηματογράφο, στο πλευρό του Καπετάν Μιχάλη τον οποίο υποδύεται ο Αιμίλιος Χειλάκης, σε μία από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές παραγωγές των τελευταίων χρόνων. Ο ηθοποιός μιλά στο Queen.gr για αυτό το διαφορετικό αξιακό σύστημα εκείνης της εποχής, για το ελληνικό σινεμά που αργοπεθαίνει, αλλά και για το «ποτέ μη λες ποτέ» του τηλεοπτικού του ήρωα.
«Αργοπεθαίνει το ελληνικό σινεμά και πρέπει να το αναστήσουμε»
Το καθήκον, η θυσία για τα ιδανικά με όποιο κόστος, η ανυποταξία με τη γενναιότητα, συμβαδίζουν στο βιβλίο του Νίκου Καζαντάκη «O Καπετάν Μιχάλης» ενός εκ των κορυφαίων μυθιστορημάτων της νεοελληνικής λογοτεχνίας και παγκόσμια βραβευμένο best seller σε 28 χώρες. «Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι. Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι» λέει ο ανυπόταχτος μαυροντυμένος ήρωας, το 1889 στην υπόδουλη από τους Τούρκους, Κρήτη. Το μυθιστόρημα, μεταφέρεται φέτος στην κινηματογραφική οθόνη σε μία από τις μεγαλύτερες παραγωγές του ελληνικού σινεμά, γυρισμένο σε 40 μέρη της μεγαλονήσου και με βλέψεις να «ταξιδέψει» σε όλον τον κόσμο. Ο Καπετάν Μιχάλης σε σκηνοθεσία του Κώστα Χαραλάμπους διαθέτει ένα πολύ αξιόλογο καστ.
Ο Γιώργος Γεροντιδάκης υποδύεται τον Διαμαντή. Ο κρητικής καταγωγής ηθοποιός, ζει μία ιδιαίτερη συνθήκη τη φετινή χρονιά. Κρητικός ως Γιώργος στον Σασμό, κρητικός και στον κινηματογράφο στο πλευρό του καπετάν Μιχάλη τον οποίο υποδύεται ο Αιμίλιος Χειλάκης.
Έχεις ιδιοσυγκρασία Κρητικού; Διαθέτεις κάποια ιδιαίτερα στοιχεία;
Νομίζω πως διαθέτω την κορμοστασιά αλλά και την ντομπροσύνη. Αλλά αυτό είναι το χαρακτηριστικό που μπορεί να έχουν και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Υπάρχει όμως αυτό που λέμε το «κρητικό αίμα», δεν ξέρω όμως πώς μπορεί να εξηγηθεί. Κάθε φορά που πηγαίνω στην Κρήτη, νιώθω μία ηρεμία, νιώθω ότι ανήκω εκεί.
Η ταινία «Καπετάν Μιχάλης» είναι μία μεγάλη κινηματογραφική παραγωγή που φιλοδοξεί να πάει και στο εξωτερικό. Αλλά το σημαντικότερο είναι πως βασίζεται σε ένα κλασσικό βιβλίο που όλοι μας στα εφηβικά μας χρόνια έχουμε διαβάσει. Ποια στοιχεία κάνουν ενδιαφέροντα τον ρόλο σου;
Υποδύομαι στην ταινία, τον Διαμαντή. Είχα όλες τις προδιαγραφές ως νέος να κάνω πολύ σημαντικά πράγματα στη ζωή μου. Υπήρξα ο όμορφος, το «κελεπούρι» του χωριού, που έμεινε όμως στάσιμος, δεν ξεπέρασε ποτέ τις προσδοκίες της οικογένειάς του. Ίσως και να τον «κατάπιαν» στην πορεία αυτές οι προσδοκίες. Έχει μία πολύ ιδιαίτερη σχέση με την αδελφή του και ίσως αυτό να έπαιξε ρόλο στο να μη ξεφύγει ούτε εκείνος αλλά ούτε και εκείνη από το οικογενειακό πλαίσιο. Κατέληξε να είναι ένας μέθυσος, ένα αγρίμι. Θα μπορούσε να κάνει εντελώς διαφορετικά πράγματα από αυτά που τον βλέπουμε τελικά να κάνει στη ζωή του και αυτό είναι το όμορφο της υπόθεσης. Μας διδάσκει η ιστορία του, πως η εξωτερική εμφάνιση δεν ανοίγει πάντα όλες τις πόρτες, μπορεί και να σε καταπιεί.
Ο ήρωάς σου επηρεάζεται από το κοινωνικό και ιστορικό περιβάλλον της εποχής; Μιλάμε για μία σκληρή εποχή στην υπόδουλη στους Τούρκους Κρήτη, με εξεγέρσεις και καθημερινές τραγωδίες.
Ο ήρωάς μου, έχει καταρχάς ως πρότυπο τον Καπετάν Μιχάλη. Πιστεύει ότι όλοι οι άντρες πρέπει να είναι σαν και εκείνον. Βιώνει όμως μία εσωτερική πάλη. Γιατί ενώ θέλει να κάνει αυτά που λέει, δεν μπορεί τελικά να τα πραγματοποιήσει. Σαν κάποιος να του κόβει τα φτερά. Για αυτό και καταλήγει να είναι κατεστραμμένος.
Θα κάνει κάποια πράξη γενναία; Ως γνήσιος Κρητικός;
Όχι. Και δεν είναι πάντα απαραίτητο να συμβαίνουν ηρωϊκά πράγματα. Γίνεται όμως βάναυσος και σκληρός με τους γύρω του, ενώ στην ουσία δεν το θέλει. Σα να λυτρώνεται με αυτόν τον τρόπο. Φτάνει μέχρι και το σημείο να ασκεί bullying στους δικούς τους ανθρώπους στο σπίτι του. Δεν έχει το κοινωνικό status για να ξεφύγει από τη μιζέρια του. Μιλάμε αυτή τη στιγμή για ένα τεράστιο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη το οποίο δεν «χωρά» σε μία συνέντευξή, όπως δε «χωρά» και σε μία ολόκληρη ταινία. Είναι όμως μία πολύ αξιόλογη παραγωγή.
Από τον κινηματογράφο και σε μικρή ηλικία ξεκίνησες την καριέρα σου και στον κινηματογράφο επιστρέφεις πολύ συχνά. Γίνονται πια, ενδιαφέρουσες παραγωγές στο σινεμά, στο θέατρο και στην τέχνη γενικότερα, μετά από μία μεγάλη περίοδο αδράνειας;
Οι συνομήλικοί μου, η δική μου γενιά, είναι η γενιά της ανασφάλειας. Ζήσαμε μία δεκαετία - τα καλύτερα μας χρόνια που έπρεπε να κερδίσουμε εμπειρίες - μέσα στην οικονομική κρίση. Δουλεύαμε σχεδόν τζάμπα. Υπήρχαν εκείνοι την εποχή άνθρωποι με πολύ μεγάλο ταλέντο οι οποίοι δεν άντεξαν αυτή την κατάσταση και αυτούς τους ρυθμούς. Υπήρχαν όμως και αυτοί που άντεξαν. Αλλά δεν σημαίνει ότι είχαν λιγότερο ταλέντο ή περισσότερο ταλέντο από τους υπόλοιπους. Δεν μπορώ να πω ότι έχουμε άνθηση του ελληνικού κινηματογράφου, γιατί αντί να προστατεύσουμε τον κινηματογράφο, τον έχουμε καταστρέψει. Δεν έχει σχέση αυτό με τους παραγωγούς και τους δημιουργούς. Έχει σχέση με εμάς. Εμείς, το κοινό, δεν πηγαίνουμε πια στο σινεμά. Αργοπεθαίνει το σινεμά και πρέπει να το αναστήσουμε.
Αντίθετα η τηλεόραση γνωρίζει μία άνθηση στη θέαση. Είναι βέβαια η πιο εύκολη και ανέξοδη διασκέδαση.
Ο κινηματογράφος τείνει να γίνει μία πολυτέλεια σε σχέση με τη τηλεόραση, παρόλο που είναι διαφορετικό εκεί το πεδίο.
Φέτος βλέπουμε πολλές σειρές εποχής στην TV, όπως και ταινίες που έχουν αναφορά σε άλλη ιστορική εποχή από τη σημερινή. Είναι μία τάση αυτό; Κάτι που είχε επιτυχία στο παρελθόν και συνεχίζει;
Δεν είμαι υπέρ της θύμησης και υπέρ της μίμησης στην τέχνη, παρόλο που δείχνοντας μία παλαιότερη εποχή, μαθαίνουμε περισσότερα για την καινούργια. Διαθέτουμε μία πλούσια ιστορία όπου έχουν συμβεί και αρκετά τραγικά πράγματα που μπορούν να λειτουργήσουν ως παράδειγμα για το μέλλον. Θεωρώ όμως, πως το κάθε έργο σε όποιο μέσο και αν προβάλλεται πρέπει να έχει τον δικό του χαρακτήρα και να πραγματεύεται ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο για να μπορεί ο κόσμος να το παρακολουθήσει με ενδιαφέρον. Σειρές και ταινίες, πρέπει να παλεύουν για να κάνουν το διαφορετικό.
Αφού αναφέραμε την τηλεόραση, ας πάμε στον Σασμό. Τι αισθήματα έχεις για τον Γιώργο που υποδύεσαι;
Καταρχάς όλους τους ρόλους μου, τους αγαπώ. Στην περίπτωση του Γιώργου που περνά μέσα από κύματα ως ρόλος, τον μαθαίνω κάθε μέρα, αλλά τον καταλαβαίνω πολύ περισσότερο τη φετινή χρονιά. Είναι πιο συγκεκριμένος και όχι τόσο απόλυτος. Ήταν σε διχοτόμηση την περσινή χρονιά. Τώρα πια έχει επιλέξει τη φωτεινή πλευρά και τον δρόμο του νόμου. Του συμβαίνουν βέβαια και όλα τα υπόλοιπα στην προσωπική του ζωή.
Θα ευτυχήσει, θα ηρεμήσει ο Γιώργος;
Θα σου το απαντήσω διαφορετικά. Οι Άγριες Μέλισσες και ο Σασμός, είναι τα δύο άκρα. Ο Μελέτης ήταν σκοτεινός, ενώ τα κίνητρα του Γιώργου είναι μόνο σωστά. Έχει όμως πληγωθεί πολύ γιατί είχε ένα όνειρο να δημιουργήσει οικογένεια αλλά έχασε τη γυναίκα που αγαπούσε, όπως έχασε και αγαπημένους του συναδέλφους. Είναι διαφορετικός φέτος και νομίζω ότι τον αντιλαμβάνομαι καλύτερα, τον αγαπώ περισσότερο, γιατί είναι πιο συμπονετικός. Ακόμη και στην περίπτωση της Θοδώρας καταλαβαίνει τι της συνέβη και δεν μπορεί να κρατήσει κακία.
Το κεφάλαιο της σχέσης τους έχει κλείσει οριστικά και αμετάκλητα;
Ποτέ δεν κλείνει ένα τέτοιο κεφάλαιο. Αυτό το ζευγάρι ξεκίνησε ανάποδα τη σχέση του. γιατί από την πρώτη μέρα της γνωριμίας τους έζησαν μαζί στο ίδιο σπίτι. Δεν υπήρξε μεταξύ τους, η διαδικασία του φλερτ και του ερωτισμού. Μετά προέκυψαν τα προβλήματα, που είναι ένα δείγμα ότι μεγαλώνουν, ωριμάζουν, αποκτούν εμπειρία. Αν θα έρθουν κοντά, θα πρέπει να ξεκινήσουν από το μηδέν και όχι από εκεί που το άφησαν. Θα πρέπει να φλερτάρουν, να ερωτευτούν, να θέλουν ο ένας να είναι δίπλα στον άλλον. Αλλά δεν ξέρουμε αν θα συμβεί αυτό.
* Ο Γιώργος Γεροντιδάκης πρωταγωνιστεί και την θεατρική παράσταση «Διάλεξε τον θάνατο σου αγάπη μου» στο Θέατρο Κάτια Δανδουλάκη.
Η ταινία «Καπετάν Μιχάλης» κάνει πρεμιέρα στις 21 Δεκεμβρίου σε σκηνοθεσία Κώστα Χαραλάμπους με τον Αιμίλιο Χειλάκη, τον Αλέκο Συσσοβίτη, τον Παναγιώτη Μπουγιούρη, τη Λουκία Μιχαλοπούλου ανάμεσα στο πολυπληθές πρωταγωνιστικό καστ.