Ειρήνη Κουρούβανη: μια αυτοδύτρια με σπάνια πάθηση
«Στη ζωή δεν υπάρχουν περιορισμοί». Ειρήνη, 47 ετών, ΑμεΑ εκ γενετής. Λόγω μιας σπάνιας αναπηρίας, περπάτησε πρώτη φορά, όταν τα άλλα παιδιά έπαιζαν κυνηγητό κι όμως έγινε πρωταθλήτρια άρσης βαρών, χορεύτρια, αθλήτρια στίβου, ιστιοπλόος και τον τελευταίο χρόνο, αυτοδύτρια. Αν και μπήκε στη θάλασσα στα 15 της κι ενώ ακόμα κολυμπάει μόνο με σανίδα, κάθε Σαββατοκύριακο φοράει τη στολή της, φορτώνεται τις μπουκάλες και βουτάει σε έναν κόσμο «όπου περπατάς χωρίς πάτωμα».
«Πρωτοπερπάτησα όταν ήμουν 8 ετών. Όχι μόνη μου, με πατερίτσες και με τα πόδια μου μέσα σε κηδεμόνες -κάτι ειδικά ορθοπεδικά βοηθήματα που σε βοηθούν να στηρίζεσαι. Καλοκαίρι στην πλατεία του χωριού μου στην Ηλεία, βγήκα να παίξω με κάτι παιδιά που είχαν έρθει από την Αθήνα. Οταν με είδαν να περπατάω, φώναξαν «Κοιτάξτε, κοιτάξτε, ένα ρομπότ».
«Αρθρογρύπωση». Αυτή είναι η σπάνια αναπηρία μου. Χαίρομαι που είναι σπάνια πάθηση. Μ' αρέσουν τα σπάνια πράγματα, οι σπάνιοι άνθρωποι, είμαι συλλέκτρια σπάνιων αντικειμένων.
Εμενα μόνιμα μέσα στο νοσοκομείο, μέχρι που έκλεισα τα 8, λόγω των συχνών εγχειρήσεων. Σε τέσσερις θαλάμους του ΠΙΚΠΑ Πεντέλης, ήμαστε περίπου 400 παιδιά. Ολα δίπλα δίπλα, με τα παιχνίδια μας και τα γέλια μας παρά τα προβλήματά μας. Ημουν πανευτυχής με τόσο κόσμο γύρω μου.
Τελείωσα το σχολείο με διάφορες περιπέτειες. Το δημοτικό ήταν δίπλα από το σπίτι και για μια χρονιά, με πήγαινε η αδερφή μου αγκαλιά. Στο Γυμνάσιο προέκυψε θέμα γιατί έπρεπε να ανεβαίνω μια μεγάλη ανηφόρα, οπότε στην Α' Γυμνασίου μετακόμισα στην Κυπαρισσία.
Στη Β΄Γυμνασίου, νοίκιασα το σπίτι ενός φίλου μας, γαλατά που έμενε δίπλα στο σχολείο. Επειδή ήταν γαλατάς, στις 6:30 έπρεπε να φεύγει και με άφηνε κι εμένα στο σχολείο, μιάμιση ώρα πριν το κουδούνι. Ανυπομονούσα να αρχίσει το μάθημα.
Το σχολείο της Ανδρίτσαινας, ένα πανέμορφο κτίριο, έχει 100 -και βάλε- σκαλοπάτια. Ούτε κι αυτά τα θυμάμαι με κούραση. Με το που καθόμουν στο θρανίο, είχα ξεχάσει την ταλαιπωρία.
Πάντα είχα ανάγκη για κινητική δραστηριότητα. Μικρή μπορούσα να την εκφράσω μόνο σκουπίζοντας την αυλή και σκαρφαλώνοντας στις καρέκλες για να καθαρίσω τα τζάμια του σπιτιού.
Γυμναστική στο σχολείο, σήμαινε για μένα «βλέπω από μακριά». Πολλές φορές, φανταζόμουν τον εαυτό μου να κρεμιέται από το μονόζυγο μαζί με τους άλλους συμμαθητές. Ενιωθα ότι μπορούσα, όμως ντρεπόμουν να το πω στους καθηγητές για να μην τους φέρω σε δύσκολη θέση.
Ημουν ήδη φοιτήτρια στο Πολιτικό της Νομικής όταν με πήρε ένας φίλος και με πήγε στο Ολυμπιακό στάδιο. Είδα μέσα στο γήπεδο, να τρέχουν τα ειδικά αμαξίδια, με τις τρεις ρόδες. Άστραψε το μάτι μου. "Εδώ είμαστε!" είπα. Αυτό το αμαξίδιο έγινε το ποδήλατό μου. Το πατίνι που δεν μπόρεσα να κάνω όταν ήμουν κοριτσάκι.
Περίπου μια 10ετία, παράλληλα με τις σπουδές μου έκανα προπονήσεις στίβου. Ημουν μέλος και σε μια θεατρική ομάδα.
Τέντωσε το χέρι σου μπροστά. Λύγισε την παλάμη προς τα πάνω. Εγώ δεν μπορώ να το κάνω. Αυτή ήταν η αφορμή για να ξεκινήσω βάρη. Τελικά, συνειδητοποίησα πως μπορούσα να σηκώσω το σωματικό μου βάρος, δηλαδή 40 κιλά. Κι έτσι μαζί με όλα τ' άλλα, μπήκε στο πρόγραμμα και ο πάγκος.
Εγινα μέλος της Εθνικής Ομάδας Αρσης Βαρών, συμμετείχα σε παγκόσμια και πανευρωπαϊκά πρωταθλήματα, έλαβα την 3η θέση. Είχα ξεκινήσει και χορό, με αφορμή μια συμμετοχή μου σε διαγωνισμό ballroom.
Στα 31 μου διορίστηκα στο δημόσιο. Είχαν προκηρυχθεί θέσεις στον ΟΑΕΔ για ΑμεΑ με πτυχίο του Πολιτικού Νομικής ή της Παντείου. Αν και έχω 16 χρόνια στην ίδια δουλειά, ο κόσμος με ρωτάει "Διορίστηκες χθες;". «Δε δικαιολογείται» λέει, «τόσο χαμόγελο». Λατρεύω τη δουλειά μου, είναι η σταθερά μου, η πηγή ενέργειάς μου.
Την περίοδο που διορίστηκα μετά τη δουλειά έκανα πρόβες με την ομάδα χορού «Λαθος Κίνηση» του Κωνσταντίνου Μίχου. Πέντε ώρες καθημερινά, βρισκόμουν ανάμεσα σε σώματα που πετάνε. Τότε επί της ουσίας γύμνασα πρώτη φορά τα πόδια μου.
Τα τελευταία 7 χρόνια, κάθε Σαββατοκύριακο κάνω ιστιοπλοΐα. Ξεκίνησα εντελώς τυχαία, όταν ένας φίλος που έψαχνε συναθλήτρια, μου ζήτησε να τον βοηθήσω. Μέχρι τότε είχα κολυμπήσει μόνο με σανίδα με λαβή. Ακόμα έτσι κολυμπάω, δεν μπορώ αλλιώς.
Πέρσι το φθινόπωρο, μπαίνει στη ζωή μου η κατάδυση και τα σαρώνει όλα. Εδώ είναι κόσμος. Ξαφνικά περπατάω.
Στο βυθό ξύπνησαν μνήμες από ένα σώμα που έχει χορέψει. Και τώρα είναι ελεύθερο και εκτιμά ότι δεν υπάρχει πάτωμα.
Ενώ η ίδια η ζωή σε περιορίζει, έρχεται ταυτόχρονα και σε απελευθερώνει. Και σου λέει «εδώ κάτω δεν έχεις περιορισμούς». Σε τραβάει ο ήλιος και ταξιδεύεις με τις ακτίνες του.
Μολις μπει το πρόσωπό μου κάτω από το νερό η ύπαρξή μου αλλάζει διάσταση. Γιατί στον βυθό δεν υπάρχουν όλα αυτά που σε αποσπούν. Σου προκαλεί δέος το απέραντο γαλάζιο, η μαγεία της σιωπής και η οπτική καθαρότητα του βυθού. Είδα μια καινούργια γη καλυμμένη από νερό».