Ένα φλιτζάνι ελληνικός, ένα ραντεβού στο μπαλκόνι και μία φιλία που παραμένει αυθεντική
Αν μου ζητήσεις να μοιραστώ μαζί σου κάποιες αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία, τότε σίγουρα θα ακούσεις αρκετές ιστορίες για τη Στέλλα. Το πρόσωπο και το γέλιο της βρίσκονται σχεδόν σε κάθε μου ανάμνηση από τότε που πηγαίναμε σχολείο, αλλά και ακόμη πιο πριν, τότε που μαθαίναμε να παίζουμε, να γελάμε, να ανακαλύπτουμε τον κόσμο μαζί.
Αυτό το κείμενο, λοιπόν, είναι για τη Στέλλα και για τις ιστορίες που γράψαμε και θα γράψουμε μαζί, για όσα ζήσαμε και τις αναμνήσεις που χτίσαμε πάνω από ένα φλιτζάνι ελληνικό καφέ!
Κλείνω τα μάτια και κάνω ένα σύντομο «ταξίδι» πίσω στον χρόνο. Είναι πρωί και το άρωμα του ελληνικού καφέ που ψήνουν οι γιαγιάδες μας, έχει πλημμυρήσει την αυλή. Εγώ και η Στέλλα παραμονεύουμε πίσω από τη γλάστρα με το γιασεμί. Όπου να ‘ναι, οι γιαγιάδες μας θα βγουν έξω με τα φλιτζανάκια με τον καφέ, τα λουκουμάκια και τα βουτήματά τους. Με το που κάθονται στις καρέκλες τους, ακριβώς κάτω από τη σκιά που τους προσφέρει η παλιά κληματαριά, τρέχουμε στο μέρος τους και με βιαστικές κινήσεις αρπάζουμε μερικά βουτήματα.
Τι και αν είμαστε χορτάτες από το πρωινό; Τι και αν οι γιαγιάδες μας μαλώνουν γλυκά; Αυτή η συνήθεια συνεχίζεται για αρκετά χρόνια. Κάθε πρωί, άνοιξη και καλοκαίρι, το ίδιο ραντεβού στο χωριό, στον τόπο που μεγαλώσαμε. Βλέπεις, τότε δεν χρειαζόταν να στέλνουμε διαδικτυακά μηνύματα πριν τις συναντήσεις μας. Για την ακρίβεια, δεν χρειαζόταν καν να χτυπάμε κουδούνια. Οι πόρτες ήταν ανοιχτές και ήξερες πως είχε έρθει η ώρα για το ραντεβού, όταν περνούσες απ’ έξω. Το άρωμα του ελληνικού καφέ πλημμύριζε σπίτια και δρόμους και έτσι, ήξερες ότι στο σπίτι της φίλης σου, όλοι είχαν ξυπνήσει και σε περίμεναν.
Μεγαλώνουμε και αλλάζουμε ή παραμένουμε αυθεντικά ίδιες;
Μεγαλώνοντας, τα ραντεβού με τη Στέλλα έγιναν, βέβαια, όλο και πιο αραιά. Βλέπεις, η μία πήγε για σπουδές στην Πάτρα και η άλλη στην Αθήνα. Κάθε φορά που βρισκόμασταν όμως, νιώθαμε σαν να μην είχε περάσει στιγμή από την τελευταία φορά που ήμασταν μαζί και τα λέγαμε. Αυτή η σχέση ήταν σίγουρα από «καλό χαρμάνι».
Όλα αυτά μέχρι το 2019, όταν και η Στέλλα άρχισε να εργάζεται σε μία εταιρεία στην Αθήνα. Ήταν πραγματικά ενθουσιασμένη διότι ήξερε πως θα μπορούσε να με βλέπει πια σχεδόν κάθε μέρα. Αυτό όμως δεν συνέβη.
Ήξερα ότι δεν είχε μεγάλο κοινωνικό κύκλο όμως, αισθανόμουν πιεσμένη από την ανάγκη της να κάνουμε τα πάντα μαζί, να βγαίνουμε μέρα παρά μέρα, να γυρνάμε όλη την Αθήνα μέχρι να μάθει όλες τις «ψαγμένες» γειτονιές και τα «must» στέκια. Είχα ήδη διαμορφώσει την καθημερινότητά μου, είχα ήδη πολλές υποχρεώσεις, κινούμουν σε διαφορετικούς ρυθμούς από εκείνη.
Έτσι, λοιπόν, η Στέλλα δήλωνε απογοητευμένη από τη συμπεριφορά μου, ενώ δεν δίσταζε να ισχυρίζεται συχνά ότι η φιλία μας μπορεί να μην ήταν ποτέ αυθεντική. Όσο για εμένα, ένιωθα απολύτως πιεσμένη από την ανάγκη της να τη συνοδεύω παντού.
«Θα έρθεις σπίτι για έναν ελληνικό;»
Ακόμη λοιπόν, και αν δεν τσακωθήκαμε σοβαρά, κάτι «πάγωσε» ανάμεσά μας. Τα μηνύματα που ανταλλάσσαμε άρχισαν να γίνονται πιο αραιά εβδομάδα με την εβδομάδα, μέχρι που κατέληξαν να γίνουν τελείως τυπικά. Κάπως έτσι, πέρασαν περίπου οκτώ μήνες χωρίς να βρεθούμε. Καμία δεν έκανε την πρώτη κίνηση.
Άραγε, είχαμε αλλάξει που δεν μπορούσαμε να στηρίξουμε την πιο σημαντική φιλία των παιδικών μας χρόνων;
Την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, μου την έδωσε τελικά η ίδια η ζωή. Διότι το πρώτο πράγμα που έκανα όταν ο σύντροφός μου, μου ζήτησε να μείνουμε μαζί και να παντρευτούμε, το πρόσωπο στο οποίο ήθελα να τηλεφωνήσω, ήταν η Στέλλα. Δεν με ένοιαζε να σπεύσω να τα πω στη μητέρα, την αδερφή μου ή σε εκείνη τη φίλη που με ρωτούσε κάθε λίγο και λιγάκι… πότε επιτέλους θα έκανα το επόμενο βήμα στη σχέση μου. Η Στέλλα. Μόνο εκείνη έπρεπε να μάθει πρώτη τα νέα. Γιατί εκείνη ήξερε και είχε ζήσει μαζί μου κάθε παιδικό έρωτα, κάθε εφηβικό καρδιοχτύπι και κάθε ερωτική απογοήτευση.
Πήρα, λοιπόν, το κινητό στα χέρια μου και σκρόλαρα μέχρι να βρω το όνομα της Στέλλας στις επαφές μου. «Καλημέρα. Πώς είσαι; Να σου πω, θα έρθεις το Σάββατο από το σπίτι να πιούμε έναν ελληνικό; Έχω φτιάξει και το μπαλκόνι τώρα…».
Η Στέλλα ήταν ολίγον τι διστακτική και ακουγόταν ξαφνιασμένη από το τηλεφώνημά μου. Δεν ήταν σίγουρη, είπε, αν μπορούσε να με δει διότι, όπως μου εξήγησε, είχε κανονίσει να πάει για brunch. «Σε παρακαλώ Στελλάκο, έλα. Θα σου έχω και τα αγαπημένα σου βουτήματα…», επέμεινα και όπως αποδείχθηκε, την έπεισα. Διότι δύο ημέρες μετά από αυτό το τηλεφώνημα και ακριβώς στις 11 το πρωί, η Στέλλα χτυπούσε το κουδούνι του σπιτιού μου.
Οι πρώτες στιγμές ήταν λίγο άβολες και έπειτα από μία σχεδόν «παγωμένη» αγκαλιά, βγήκαμε στο μπαλκόνι. Τα βουτήματα την περίμεναν, όπως της είχα υποσχεθεί. Το ίδιο και ο Λουμίδης Παπαγάλος της. Με ολίγη, όπως πάντα. Έπιασε φανερά αμήχανα το φλιτζάνι και ήπιε μία γουλιά. Έκανα το ίδιο. Ξαφνικά, με κοίταξε, έσκασε το πιο γλυκό χαμόγελο στον κόσμο όλο και με ρώτησε: «Πες τα όλα, είσαι έγκυος ή παντρεύεσαι;». «Το δεύτερο…», της απάντησα και σαν να το είχαμε συμφωνήσει, πεταχτήκαμε και οι δύο από τις καρέκλες, αγκαλιαστήκαμε και έπειτα από μερικά επιφωνήματα ενθουσιασμού, αρχίσαμε να χοροπηδάμε στο μπαλκόνι.
Τι και αν είχαμε «κλείσει» αισίως τα 33 χρόνια ζωής; Δεν είχε αλλάξει τίποτα από τότε που παίζαμε στην αυλή και «κλέβαμε» τα βουτήματα των γιαγιάδων μας. Από την πρώτη γουλιά, μια γλυκιά νοσταλγία μας κατέκλυσε και ξεχάσαμε όσα είχαν συμβεί. Το γεγονός ότι τον τελευταίο χρόνο είχαμε απομακρυνθεί, δεν σήμαινε τίποτα. Αυτή η σχέση ήταν από «καλό χαρμάνι» γιατί ήταν αληθινή, αυθεντική και φτιαγμένη από αγάπη και εμπιστοσύνη. Και με τις σχέσεις αυτές μοιραζόμαστε τα πιο σημαντικά νέα μας, τις πιο όμορφες αλλαγές που ξέρουμε ότι θα αποτελέσουν ορόσημα στη ζωή μας!
Ναι, το 2020 είναι σίγουρα μία χρονιά διαφορετική. Ταυτόχρονα όμως, αποτελεί μία χρονιά ορόσημο για τη ζωή μου και τη σχέση μου με την καλύτερη και πιο αληθινή φίλη που είχα ποτέ. Δεν ξέρω αν το γεγονός ότι φέτος ο Λουμίδης Παπαγάλος γιορτάζει την επέτειο των 100 χρόνων ιστορίας του, είναι τυχαίο. Το σίγουρο είναι όμως, ότι για μία ακόμη φορά, το άρωμα και η γεύση του μας έφεραν κοντά.
Να προσπαθείς συνεχώς για τις σχέσεις που ξέρεις ότι είναι από «καλό χαρμάνι» και να θυμάσαι πως η ιστορία σου, γράφεται καθημερινά και είναι στο χέρι σου να της δίνεις κάθε φορά το πιο πλούσιο άρωμα και την πιο απολαυστική γεύση!
#loumidis #loumidispapagalos #createdwithLoumidisPapagalos