Σπεράντζα Βρανά: μία γυναίκα πειρασμός
Το αθάνατο στυλ μίας γυναίκας που έζησε τη ζωή της με πάθος.
Η Ελπίδα Χωματιανού όπως ήταν το πραγματικό όνομα της Σπεράντζας Βρανά, ήταν η γυναίκα που περπατούσε και έτριζαν τα πεζοδρόμια, ήταν το θηλυκό με θ κεφαλαίο και ενσάρκωνε όλες τις εκφάνσεςι του όρου. Πονηρή, κατεργάρα, μπριόζα και σπιρτόζα, εύθραυστη και λάβα μαζί, το κορίτσι που γεννήθηκε το 1928 στο Μεσολόγγι είχε προδιαγεγραμμένο το μέλλον του από νωρίς. Μεγαλώνοντας ως «Παιδί» των μπουλουκιών, δοκιμάστηκε στο πλευρό όλων των μυθικών τεράτων του ελληνικού κινηματογράφου και της επιθεώρησης, στην πρόζα, τη μουσική κωμωδία και την οπερέτα και επί σαράντα χρόνια τα κατάφερε σαν παλικάρι υπηρετώντας με ήθος και πάθος την επιθεώρηση από όπου και ξεκίνησε.
«Οι ρόλοι της μαγκίτισσας δεν μου πήγαιναν ούτε στο σώμα, που ήταν πάρα πολύ θηλυκό, ούτε στην ψυχοσύνθεση. Γιατί οι μάγκισσες τότε ήτανε πάρα πολύ βαριές. Αλλά εγώ την έκανα σπεραντζέικη», καμάρωνε και τα έκανε όλα όπως ακριβώς ήθελε. Πότε σέξι γυναικάρα, πότε πόρνη, άλλωτε πάλι κορίτσι με ντέρτια και καημούς, η Σπεράντζα δεν αποχωρίστηκε ποτέ δύο πράγματα, τους χρυσούς της κρίκους και το αβυσσαλέο της ντεκολτέ.
«Αντράκι ήμουνα και είμαι και θα είμαι όσο ζω», συνήθιζε να λέει. «Στον χαρακτήρα, στην ντομπροσύνη, στο να λέω τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη και να μην αλλάζω γνώμη. Ήμουν ατίθασο πλάσμα γι' αυτό και έφαγα πάρα πολύ ξύλο από τη μαμά μου. Κανένας δεν μπόρεσε να με τιθασεύσει έως σήμερα», έλεγε και καμάρωνε η διάσημη πρωταγωνίστρια. Όντας για δεκαετίες πρωταγωνίστρια στην επιθεώρηση, ερμήνευσε με τσαγανό και σπιρτάδα το «Αυτό το μάμπο το μπραζιλέιρο», αλλά μας έκανε να δακρύσουμε τραγουδώντας μοναδικά το «Τραμ το τελευταίο».
Η γυναίκα που έκανε μόδα αυτά που φόρεσε αργότερα η Σοφία Λώρεν, ήταν η ενσάρκωση της μεσογειακής σεξουαλικότητας είτε με τα εφαρμοστά της φορέματα, τις μαύρες δαντέλες, τα χαρακτηριστικά της σκουλαρίκια και το κατακόκκινο κραγιόν, είτε πάλι καθηλωμένη μετά από ατύχημα με πολλά παραπανίσια κιλά και φαρδιά καφτάνια που μαρτυρούσαν πως κάποτε αυτά τα πόδια περπατούσαν και έτριζαν τα πεζοδρόμια.
Μπορεί η καρδιά της να την πρόδωσε στα 81 της χρόνια, εκείνη όμως γεύτηκε τη ζωή με το κουτάλι και μας έμαθε τι θα πει πραγματική μαγκιά και ντομπροσύνη, με τον πιο σκερτσόζικο τρόπο.
Διαβάστε επίσης:
Estée Lauder: η γυναίκα που έδωσε ονοματεπώνυμο στην ομορφιά
Ρένα Παγκράτη: ήταν φάση το κορίτσι
Isadora Duncan: η μητέρα του σύγχρονου χορού