Αφηγηματική γαστρονομία και απέριττη πολυτέλεια στο διασημότερο νησί της Ελλάδας
Στα Bill & Coo Hotels η πυρηνική πολυτέλεια βρίσκει τον πιο αυθεντικό εκφραστή της, απογυμνωμένη από τη φλυαρία και την τρυφηλότητα που την κάνουν να μοιάζει «φτηνή».
Η Μύκονος είναι διάσημη σε ολόκληρη την υφήλιο για πολλά πράγματα, πρωτίστως όμως για την party σκηνή της και την πομπώδη πολυτέλεια που τη χαρακτηρίζει. Τα πράγματα όμως δεν ήταν πάντα έτσι, ή ακόμη πιο σωστά, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, αρκεί να ξέρεις που να κοιτάξεις. Γιατί η Μύκονος δεν είναι ένα πράγμα, αλλά πολλά. Πρωτίστως είναι η μαγική της ενέργεια, μία ενέργεια που σε κατακλύζει από τα πρώτα λεπτά που θα πατήσεις το πόδι σου σε αυτήν. Δεν είναι μόνο όμως αυτό. Είναι πολλά ακόμη. Είναι ό,τι θέλει ο καθένας να δει σε αυτήν και ό,τι αποζητά να του χαρίσει. Για εμένα ίσως δεν υπάρχει νησί στον κόσμο με περισσότερα πρόσωπα, και περισσότερη ομορφιά, αλλά αυτό ξεκάθαρα είναι μία υποκειμενική άποψη.
Άραγε πόσα αστέρια Michelin χωράνε στην ίδια κουζίνα;
Αυτό που είναι απολύτως αντικειμενικό όμως είναι πως σε ορισμένα από τα πιο πολυτελή resorts της μπορείς να συναντήσεις εκείνη την ήρεμη, μειλίχια, χαλαρή και ανεπιτήδευτη πλευρά της προσωπικότητας του νησιού των ανέμων, όπου κάθε πράγμα έχει λόγο που βρίσκεται εκεί και κάθε ιδέα στηρίζει -και στηρίζεται- σε ένα πιο μακροπρόθεσμο και συνολικό όραμα παροχής μίας κορυφαίας εμπειρίας φιλοξενίας.
Ελούντα: εκεί όπου οι μύθοι έχουν χτιστεί σε πραγματικά γερές βάσεις
Εν προκειμένω μιλάω για την εμπειρία Bill and Coo Way of Life, όπως πολύ σωστά και μελετημένα έχουν κάνει signature motto τους τα ξενοδοχεία Bill & Coo Coast στον Άγιο Ιωάννη και Bill & Coo Suites & Lounge στη Μεγάλη Άμμο. Το motto αυτό λοιπόν κλείνει μέσα του κάτι πολύ πιο συνολικό και inclusive από ένα επιτυχημένο hashtag στα social media, κρύβει ένα όραμα υψηλών αξιώσεων φιλοξενίας σε όλα τα επίπεδα, που υπηρετεί την ουσιαστική πολυτέλεια στην πιο πυρηνική μορφή της. Αλλά για να μη σε κουράζω άλλο με θεωρητικές κουβέντες, ας περάσουμε στα πρακτικά.
Βρέθηκα στο νησί των ανέμων και στα Bill & Coo Hotels για μόλις 24 ώρες και για δύο πολύ συγκεκριμένους λόγους, τους οποίους με χαρά θα σου αναλύσω ευθύς αμέσως. Ο πρώτος ήταν το γαστρονομικό πρόγραμμα των δύο ξενοδοχείων, με επικεφαλής των εξαιρετικό Executive Chef του Ομίλου, τον Ντίνο Φωτεινάκη, ο οποίος θα μου επιτρέψεις να σου πω πως, εκτός από ένας από τους καλύτερους και πιο ταλαντούχους σεφ της γενιάς του, είναι ένα φανταστικό παιδί, που χωρίς ίχνος κομπασμού και έπαρσης «μιλάει» μέσα από τη δουλειά του και τις κορυφαίες γεύσεις του. Είναι πανταχού παρών και τα πάντα επιβλέπων, αφού θα τον συναντήσεις διαδοχικά σε όλα τα venue των ξενοδοχείων, με το χαμόγελο, την προσήνεια και την ακούραστη θετική διάθεση να τον χαρακτηρίζουν πάντα.
That said, να πούμε πως φέτος στο εστιατόριο Gastronomy Project, γύρω από τη viral πισίνα με τα βυθισμένα αστέρια και φόντο το εκκλησάκι του Bill & Coo Suites & Lounge, ο Executive Chef Ντίνος Φωτεινάκης και ο επικεφαλής του συγκεκριμένου εστιατορίου Chef του, ο πολύ ικανός και δυνατός στο αντικείμενο Γιώργος Αραπιάν, παρουσιάζουν ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον και ιδιαίτερα πρωτότυπο project «αφηγηματικής γαστρονομίας», χωρίς αυτός να είναι ο δόκιμος όρος πιστεύω, αλλά θεωρώ πως είναι ο πιο ακριβής στην αποτύπωση της περιγραφής της συγκεκριμένης ιδέας.
Πιο συγκεκριμένα μιλάμε για μία degustation fine dining εμπειρία, που φιλοδοξεί να δώσει στον επισκέπτη ένα συνολικό βίωμα αναμνήσεων και πληροφορίας, μέσα από ένα διαδραστικό storytelling. Το μενού έχει ως πρωταγωνιστές δύο μικρούς φίλους, δύο φανταστικές περσόνες, τον μικρό Theo και τη μικρή Thea, που καθένας από αυτούς τους δύο ήρωες έχει το δικό του degustation menu, βασισμένο στις δικές του "αναμνήσεις". Αυτό επικοινωνείται φυσικά στον επισκέπτη μέσα από ένα πανέμορφα illustrated card menu αλλά κυρίως μέσα από την αφήγηση των εξαιρετικών σερβιτόρων, που αφηγούνται -σχεδόν με θεατρικό ταλέντο- την ιστορία και τις αναμνήσεις που συνοδεύει το κάθε πιάτο.
Στόχος είναι και να πάνε το στοιχείο του personalisation σε άλλα επίπεδα σταδιακά, αφού υπάρχουν πολλά στάδια σε αυτήν την ιδέα και πεδίο δόξης λαμπρό, και να μυήσουν τους ξένους κυρίως επισκέπτες στις ελληνικές συνήθειες και παραδόσεις, όπως η Μεγάλη Δευτέρα, η Κυριακή του Πάσχα, το ελληνικό πανηγύρι, το παραδοσιακό κυριακάτικο τραπέζι της ελληνικής οικογένειας κλπ. Προσωπικά θεωρώ αυτό το πολύ φιλόδοξο σχέδιο ιδιοφυές, αν ρωτάς τη γνώμη μου.
Έτσι, επί παραδείγματι, η φινετσάτη Κόκκινη Γαρίδα, με γαρίδα Αμφιλοχίας και λάδι από κουκουνάρι, που προέρχεται από το degu menu του μικρού Theo συνοδεύεται από μία όμορφη ιστορία για τη Γιορτή της Γαρίδας που διοργανώνεται στις αρχές Μαΐου στην Αμφιλοχία και ο μικρός πρωταγωνιστής μας αδημονεί να επισκεφτεί με την οικογένειά του.
Ενώ η κομψή Αθηναϊκή Σαλάτα από το μενού της μικρής Thea με αστακό και κολοκύθι συνοδεύεται από την ιστορία του Κυριακάτικου οικογενειακού τραπεζιού της μέσης ελληνικής αστικής οικογένειας περασμένων δεκαετιών, από το οποίο σπανίως έλειπε η κλασσική αθηναϊκή σαλάτα με χειροποίητη μαγιονέζα από τα χεράκια της μαμάς. Το επίπεδο της κουζίνας είναι πάρα πολύ υψηλό και η δημιουργικότητα ξεχειλίζει από παντού, λάμποντας δια αληθινών και πραγματικά νόστιμων γεύσεων.
Επόμενη στάση στην επίσκεψή μας διετέλεσε το Beefbar Mykonos στο Bill & Coo Coast, το πρώτο venue του παγκοσμίως διάσημου gastro brand στη χώρα μας, στο οποίο μάλιστα έχουν γεννηθεί πιάτα από τον Ντίνο Φωτεινάκη, όπως ο iconic Kobe Gyros, που υιοθετήθηκαν από τα Beefbar ανά την υφήλιο και κάνουν «διεθνή καριέρα». Δεν χρειάζεται καν να σου πω πως το location είναι απλά μαγικό. Πάνω από την παραλία του ξενοδοχείου με τη χρυσή άμμο και τα κρυστάλλινα νερά, το Beefbar Mykonos στέκεται υπερήφανα και σερβίρει κορυφαία πρώτη ύλη, premium κοπές από τις καλύτερες φάρμες του κόσμου και θεϊκές γεύσεις πάντα με τη χαρακτηριστική fun dining διάθεση που εκπροσωπεί το brand.
Εδώ head chef είναι ο φανταστικός Γιάννης Μπάμπαλης που, πάντα υπό τη δημιουργική φροντίδα του Ντίνου Φωτεινάκη, συνθέτει πιάτα μαγικά, ικανά να σε κάνουν, όχι να σπάσεις, αλλά να ξεχάσεις κάθε έννοια δίαιτας για το υπόλοιπο του βίου σου. Πέρα από τον ονειρεμένο Kobe Gyro με το εκλεκτό κρέας να κάθεται πάνω σε μία αέρινη πιτούλα με τομάτα και αληθινό τζατζίκι, που αναφέραμε παραπάνω, το Rock Corn με spicy mayo, καλαμπόκι σε κουρκούτι με πικάντικη μαγιονέζα, σε έκανε να το ονειρεύεσαι σε μεγάλη συσκευασία movie pop corn, να το παίρνεις μπροστά σου και να περάσεις όλο σου το βράδυ με αυτό και το Netflix.
Το Sea bass Passion Tiradito δεν ξέρω αν ήθελα πιο πολύ να το τρώω ή να το φωτογραφίζω, αφού η πανέμορφη παρουσίασή του πήγαινε χέρι χέρι με την κορυφαία φρεσκάδα στην μετρημένα εξωτική γεύση του.
Το Beefy Gordon Blue με μοσχαρίσιο φιλέτο και κρέμα λευκής τρούφας, που βλέπεις εκεί στο βάθος, πίσω από τις θεϊκές τηγανητές πατάτες με την ξυνομυζήθρα και την καλοκαιρινή τρούφα (που χρειάστηκε να μου χτυπήσει ο διπλανός μου το χέρι για να σταματήσω να τρώω), ήταν ένα κολασμένο ποίημα και ό,τι πιο comfort έχω δοκιμάσει ποτέ σε premium εκδοχή. Ενώ δεν νομίζω πως χρειάζεται καν να επεκταθώ στις κοπές, ψημένες αριστοτεχνικά, με απόλυτο σεβασμό στην κορυφαία τους ποιότητα και αρτυμένες με τα απολύτως απαραίτητα, ώστε να μη χάνεται η βαθιά και αληθινή κρεατένια γεύση τους.
Δεν μπορώ να μην πω για ίσως το πιο διάσημο signature dessert των Beefbar, αυτή την κολασμένη «μπάρα» σοκολάτας, καραμέλας και μπισκότου, που ειλικρινά εάν δεν σκεφτόμουν πως σε 3 ώρες έπρεπε να πάω για βραδινό θα την είχα φάει ολόκληρη μόνη μου και δεν θα είχα και καμία απολύτως τύψη.
Όμως παρασύρθηκα πολύ ώρα τώρα από το γαστρονομικό κομμάτι, τον πρώτο πυλώνα της επίσκεψής μας, και δεν σου έχω μιλήσει ακόμη για τον δεύτερο. Ο λόγος για τις ολοκαίνουριες Grand Coastal Suites, που δημιουργήθηκαν ακριβώς από πάνω από τον κυρίως όγκο του παραθαλάσσιου ξενοδοχείου. Μόλις 10 στον αριθμό, αυτές οι σουίτες συγκεντρώνουν στα γενναιόδωρα εσωτερικά και εξωτερικά τετραγωνικά τους όλα τα στοιχεία της πυρηνικής πολυτέλειας για τα οποία συζητούσαμε παραπάνω.
Καταρχάς όλα είναι μελετημένα στην παραμικρή τους λεπτομέρεια, τίποτα δεν λείπει αλλά και τίποτα δεν περισσεύει. Τίποτα δεν είναι λίγο αλλά και τίποτα δεν είναι πολύ. Φυσικά οι εντελώς προσωποποιημένες υπηρεσίες και τα luxury-first facilities είναι κοινά σε όλα τα ξενοδοχεία και τα δωμάτια του ομίλου Bill & Coo, αλλά αυτές οι νέες σουίτες είναι εμπειρία. Η θέα σε τέλειο κάδρο, ακριβώς κεντραρισμένο από κάθε εσωτερικό και εξωτερικό σημείο, είναι πυρηνικό μέρος του design του δωματίου (αναρωτιέμαι ποιος κλείνει τις βαριές κουρτίνες εδώ), ενώ η αίσθηση ιδιωτικότητας είναι παντελής, αφού δεν είσαι ουσιαστικά ορατός από πουθενά.
Το τεράστιο μπάνιο, με την ντουζιέρα να προσφέρει ίσως μία από τις ωραιότερες θέες που έχω συναντήσει ποτέ σε shower room, είναι εξοπλισμένο με οτιδήποτε μπορεί να χρειαστεί κανείς, ενώ το turndown experience (πράγμα με το οποίο εάν μου κάνεις την τιμή να με διαβάζεις συστηματικά θα ξέρεις ότι έχω εμμονή) είναι κορυφαίο με τους ανθρώπους που το εκτελούν να φαίνεται πως γνωρίζουν καλά πως το luxury hospitality κρίνεται στις πιο μικρές και φαινομενικά ίσως ασήμαντες λεπτομέρειες, όπως το αναμμένο αντικουνουπικό ή τη σωστή θερμοκρασία δωματίου. Δεν θα πω καν για τα μικρά χειροποίητα μακαρόν, αυτό το συγκαταλέγω στα βασικά.
Η μεγάλη εξωτερική ιδιωτική πισίνα, μία σε κάθε σουίτα, μοιράζεται την υπέροχη θέα και την πολύτιμη ιδιωτικότητα σε όλα τα επίπεδα. Για να μη στα πολυλογώ, καταλαβαίνω απόλυτα γιατί μπορεί κάποιος να μη θέλει να βγει ποτέ από αυτό το δωμάτιο, κι ας έχει και το ίδιο το ξενοδοχείο και η Μύκονος γενικότερα τόσα πολλά να του προσφέρει.
Για να κλείσω κάπου αυτό το άρθρο, γιατί πολύ φοβάμαι πως θα μπορούσα να γράψω πολλά ακόμη, θέλω να σχολιάσω δύο τελευταία πράγματα. Το πρώτο είναι πως το επίπεδο του personalisation είναι τόσο υψηλό, ώστε να βρίσκεις το μικρό σου όνομα γραμμένο και τυπωμένο παντού, από τις χειροποίητες σοκολάτες του welcome treat μέχρι τα μενού. Και το δεύτερο πως τα παιδιά που δουλεύουν εδώ είναι τόσο φανταστικά και ευγενικά, τόσο ικανά και πρόθυμα, τόσο χαμογελαστά και άξια, που προσωπικά πιστεύω πως κάποιος τους έχει δώσει όλα τα απαραίτητα κίνητρα για να αγαπούν τη δουλειά τους πραγματικά, γιατί αυτό το feeling δεν μπορείς να το προσποιηθείς όσο κι αν κάποιος το απαιτήσει από εσένα. Και γι' αυτό είμαι απολύτως σίγουρη.
Για να βλέπεις τα πράγματα τη στιγμή που συμβαίνουν και για backstage υλικό συντονίσου με το @kounelly στο IG.