Έρωτας μέσω dating apps και ντροπή
Παρά την αύξηση της χρήσης εφαρμογών όπως το Tinder και το Grindr εξακολουθεί να υφέρπει ένα αίσθημα ντροπής.
Πώς γνωριστήκατε;
Αυτή είναι μια ερώτηση στην οποία πολλά ζευγάρια δυσκολεύονται να απαντήσουν όταν έχουν γνωριστεί από dating app. Ο λόγος είναι πολύ απλός. Όλοι θα θέλαμε να έχουμε γνωριστεί σ’ ένα πολύ ρομαντικό μέρος και να έχει συμβεί κάτι πολύ αστείο ή αξιομνημόνευτο που θα φτιάξει μια καταπληκτική ιστορία για το πώς βρήκαμε ο ένας τον άλλον. Η αλήθεια είναι όμως ότι πολλές φορές ερωτευόμαστε για τόσους πολλούς και διαφορετικούς λόγους, χωρίς απαραίτητα αρχή να είναι ρομαντική. Αυτό δεν κάνει λιγότερο ουσιώδη ή ρομαντική μια σχέση, όταν την βιώνουμε.
Παρά την αύξηση της χρήσης εφαρμογών όπως το Tinder και το Grindr και την μαζική προσπάθεια κανονικοποίησης τους στη συλλογική συνείδηση, εξακολουθεί να υφέρπει ένα αίσθημα ντροπής και αβεβαιότητας όχι μόνο από την πλευρά των χρηστών αλλά και ατόμων που μπορεί να ακούνε για αυτές τις εφαρμογές από φίλους ή γνωστούς. Οι διαδικτυακές γνωριμίες δεν είναι κάτι καινούργιο, καθώς έχουν υπάρξει πολλές επίσημες και ανεπίσημες πλατφόρμες γνωριμιών από την εποχή που οι υπολογιστές και η πρόσβαση στο διαδίκτυο άρχισαν να εντάσσονται στην καθημερινότητα. Η δημοτικότητα των εφαρμογών όμως και του speed dating αυξήθηκε με την βελτιστοποίηση των κινητών τηλεφώνων.
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα ερευνητικά δεδομένα, το 1/3 των ανθρώπων που χρησιμοποιούν εφαρμογές γνωριμιών δηλώνουν ότι το κάνουν γιατί ο τρόπος ζωής τους δεν τους επιτρέπει να πραγματοποιήσουν μια γνωριμία με τον “παραδοσιακό” τρόπο. Γι’ αυτό, οι εφαρμογές αυτές σχεδιάζονται λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως η δυνατότητα για γρήγορη αξιολόγηση εμφάνισης και η παροχή συνοπτικών πληροφοριών. Εκτός όμως από αυτά, το περιβάλλον των εφαρμογών δημιουργεί και ένα ναρκισσιστικό υπόβαθρο που ικανοποιεί την ανάγκη του χρήστη να νιώθει δύναμη και ελευθερία επιλογών. Έτσι, η συνεχής χρήση των εφαρμογών διογκώνει το “εγώ” του χρήστη, πυροδοτώντας την ματαιοδοξία και τις μη-ρεαλιστικές προσδοκίες του. Έχοντας αυτά ως εφαλτήριο για την αναζήτηση ενός ερωτικού συντρόφου, η σύγκρουση με το ασυνείδητο είναι αναπόφευκτη. Ενώ ο συνειδητός μας εαυτός μπορεί να ξεγελαστεί, το ασυνείδητο κατανοεί την σχάση μεταξύ του τι εξωτερικεύουμε και τι πραγματικά είμαστε, εντείνοντας την ντροπή που νιώθουμε για την χρήση των εφαρμογών αυτών.
Ένας ακόμη παράγοντας που υποδαυλίζει το αίσθημα της ντροπής είναι οι αλλοιωμένες προσδοκίες και οι συνεχείς συγκρίσεις όσον αφορά την εμφάνιση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλοί χρήστες των εφαρμογών να πιστεύουν ενδόμυχα ότι αν γνωστοποιήσουν ότι χρησιμοποιούν αυτές τις εφαρμογές, “οι άλλοι” θα υποθέσουν ότι αυτό συμβαίνει επειδή στην πραγματική ζωή δεν είναι αρκετά ικανοί ή όμορφοι. Συνεπώς, η ντροπή αποκτά και μια άλλη υπόσταση, αυτή της κοινωνικά-υποκινούμενης ντροπής που επαφίεται σε κομμάτια του ατομικού ασυνείδητου. Το ίδιο ισχύει και για τα άτομα που δεν είναι χρήστες αλλά νιώθουν ντροπή όταν ακούν για τις εφαρμογές. Με άλλα λόγια, η αίσθηση της ντροπής έχει να κάνει περισσότερο με δικές μας ανασφάλειες, που πυροδοτούνται από τα κοινωνικά στερεότυπα.
Η αναλωσιμότητα των επαφών μέσα από τις εφαρμογές αυτές εντείνει την ντροπή και άλλα συναισθήματα όπως το άγχος και η θλίψη, καθώς οι χρήστες ταυτίζονται με την ταχύτητα της απόρριψης και της σύναψης συνομιλιών που μπορεί να καταλήξουν σε κάτι περισσότερο. Η ταύτιση αυτή αυξάνει την ανάγκη του εαυτού για άμυνες, οι οποίες προϊόντος του χρόνου ισχυροποιούνται για να μας προστατέψουν από την επόμενη “γρήγορη απόρριψη”. Επομένως, ίσως μπορούμε να δούμε ότι η ντροπή συνυφαίνεται με την προβολή του ενστερνισμού της αίσθησης της ματαιότητας και του αναλώσιμου χαρακτήρα των επαφών. Η ταχύτητα της παρουσίασης των πληροφοριών και των ειδοποιήσεων στοχεύει και στην παραγωγή ντοπαμίνης από τον εγκέφαλο, κρατώντας τον χρήστη της εφαρμογής σε εγρήγορση, αναζητώντας το επόμενο ερέθισμα που θα τον κάνει να νιώσει καλά. Αν και αυτό δεν είναι συνειδητό, ένα μέρος της ντροπής που μπορεί να βιώνει κάποιος ίσως σχετίζεται και με την απόλαυση που νιώθει ότι παίρνει χρησιμοποιώντας μια εφαρμογή.
Γιατί να ντρέπομαι;
Όπως έχουν εξηγήσει και οι δημιουργοί των εφαρμογών αυτών, σύμφωνα με τα δεδομένα τους, οι χρήστες αντιμετωπίζουν τις εφαρμογές περισσότερο ως ένα παιχνίδι που πρέπει να είναι διασκεδαστικό. Όταν όμως η συμπεριφορά αυτή μεταφέρεται και στην πραγματική ζωή, τότε οι σχέσεις δυσκολεύουν και οι χρήστες επιζητούν άλλη μια γρήγορη επαφή επιστρέφοντας στο “παιχνίδι” της εφαρμογής. Κάπως έτσι συντηρείται ο φαύλος κύκλος της ντροπής που απαρτίζεται από ταμπού, δυσκολίες στην κοινωνική προσαρμοστικότητα, προκαταλήψεις, ανασφάλειες, και πάνω απ’ όλα την αίσθηση της ναρκισσιστικής παντοδυναμίας που παρά την ντροπή του Εγώ και “των άλλων”, παραμένει ανίκητη.
Αυτό το στίγμα λοιπόν, μας ακολουθεί αν τυχόν τολμήσουμε να ανοίξουμε λογαριασμό για παράδειγμα στο tinder και μας αποτρέπει από το να δοκιμάσουμε πολλές παρόμοιες επιλογές.
«Μια φίλη μου το πρότεινε να το κάνω, εγώ γενικά δεν θα δοκίμαζα ποτέ κάτι τέτοιο, δεν με αντιπροσωπεύει».
Η πραγματικότητα είναι κάπου στην μέση. Όταν αυξάνουμε τις επιλογές μας έχοντας καλό “φίλτρο” τότε μπορούμε να έχουμε περισσότερες πιθανότητες στο να γνωρίσουμε κάτι πιο συμβατό με εμάς. H ουσία δε βρίσκεται στο πως θα γνωρίσουμε κάποιον, αλλά στο αν θα αξιολογήσουμε σωστά ότι αξίζει να περάσουμε χρόνο μαζί του. Σημασία έχει πόσο καλά είμαστε μαζί στο εδώ και τώρα. Ας αφήσουμε λοιπόν την γνώμη των άλλων για άλλη μια φορά στην άκρη και ας προσαρμοστούμε σε νέα δεδομένα. Η προσαρμοστική νοημοσύνη είναι αύτη που καθορίζει την επιβίωση μας…όχι μόνο την βιολογική, αλλά και την ερωτική.
Γιώργος Λάγιος
Ψυχοθεραπευτής – Συγγραφέας
https://www.instagram.com/glagi0s/
glagiosbook@gmail.com