Η Ραφίκα Σαουίς πιστεύει ότι τα όνειρα είναι ο μοναδικός τρόπος για να βγούμε από το σκοτάδι
Η Ραφίκα Σαουίς μιλά στο Queen.gr για την πορεία της στην υποκριτική, τη «Bella Figura», τον έρωτα και την πολυπολιτισμική της ταυτότητα.
Βραβευμένη ηθοποιός, σκηνοθέτης, εικαστική performer, ακτιβίστρια, αντισυμβατική, πολίτης του κόσμου, ονειροπόλα και πάνω απ' όλα άνθρωπος με ενσυναίσθηση και διάθεση για προσφορά. Όλα τα παραπάνω περιγράφουν με ακρίβεια τη Ραφίκα Σαουίς, την οποία γνωρίσαμε καλύτερα μέσα από τη συμμετοχή της στο «Γλυκάνισο».
Η γνωστή καλλιτέχνης μετρά αρκετά χρόνια πορείας στον χώρο της υποκριτικής και αυτή την περίοδο πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Bella Figura» σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη, στο θέατρο Σταθμός.
Μέσα από το ρόλο της Φρανσουάζ, που ενσαρκώνει με υποδειγματικό τρόπο, η ηθοποιός μας υπενθυμίζει πως όλοι οι άνθρωποι είμαστε πολύπλευροι και χρειαζόμαστε αγάπη-προσοχή για να «ανθίσουμε» και να αισθανθούμε ασφαλείς.
Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Ελλάδα, η Ραφίκα Σαουίς δεν έπαψε ποτέ να ονειρεύεται και ήξερε από παιδί πως η καλλιτεχνική της φύση θα την «προσγειώσει» στο μέρος όπου ο ορίζοντας δεν έχει τέλος...στη σκηνή.
Η Ραφίκα Σαουίς μιλά στο Queen.gr για την πορεία της στην υποκριτική, τη «Bella Figura», τον έρωτα, τις ανθρώπινες σχέσεις και την πολυπολιτισμική της ταυτότητα.
Έχετε αναφέρει πως από παιδί γνωρίζατε ότι θέλετε να γίνετε ηθοποιός, εκφράζοντας την καλλιτεχνική σας φύση με διάφορους τρόπους. Πόσο πλήρης νιώθετε σήμερα καλλιτεχνικά; Φανταζόσασταν ότι θα επιτύχετε όλα όσα έχετε κάνει στη μέχρι τώρα πορεία σας;
Φανταζόμουν ότι θα βιοπορίζομαι από το επάγγελμά μου και ότι θα υπάρχει δημιουργική ροή. Νομίζω ότι όταν είσαι παιδί, συνήθως ονειρεύεσαι αισιόδοξα, με ανοιχτή καρδιά και το βλέμμα κολλημένο στον ορίζοντα και ο ορίζοντας δεν έχει τέλος. Σήμερα αισθάνομαι όμορφα με ό,τι έχω καταφέρει στη δουλειά μου και ονειρεύομαι ακόμα. Μου αρέσει ο εαυτός μου αν και φυσικά γνωρίζω τα τρωτά μου σημεία αλλά όσα και αν είναι, νιώθω περήφανη για τη διαδρομή που έχω περπατήσει τόσο στην επαγγελματική όσο και στην προσωπική μου ζωή.
Έχω συνειδητοποιήσει ότι οι άνθρωποι είμαστε πεπερασμένοι και νομίζω γι’ αυτό τον λόγο έχω απενοχοποιηθεί πλέον από τη προσπάθεια να αποδείξω πράγματα. Είναι σημαντικό στον περιορισμένο χρόνο που έχουμε ο καθένας μας στη ζωή αυτή να συγκεντρωθούμε στη διαδρομή μας νομίζω γιατί τελικά είναι πολύ προσωπική υπόθεση και αφορά σε απαντήσεις που πρέπει ο καθένας να δώσει στον εαυτό του και όχι στους άλλους.
Με τους άλλους συνυπάρχουμε και η συνύπαρξη ενέχει οριζόντια διάταξη και αλληλοσεβασμό στην ταυτότητα και τη διαφορετικότητα του καθενός από εμάς. Επομένως όπως το βλέπω εγώ είναι ότι όσο και δύσκολο να είναι το ταξίδι στην τελική είναι η δική σου περιπέτεια και αυτό είναι συναρπαστικό. Πιστεύω πως η διαχείριση είναι το κλειδί.
Τι σας εξιτάρει περισσότερο στην τηλεόραση και τι στο θέατρο;
Η εξωτερική και εσωτερική μεταμόρφωση που καλείσαι να κάνεις ως ηθοποιός. Το ότι η ενέργειά σου πρέπει να αλλάξει και να εμπεριέχει την ιστορία ενός άλλου ανθρώπου (μέσα όμως από τη δική σου πρόληψη και ενσυναίσθηση, που συνεπάγονται την ερμηνεία που τελικά θα σχηματίσεις) και που είναι ο συγκερασμός τριών σωμάτων και ψυχών: του ρόλου, του συγγραφέα και το δικό σου. Aυτή η ώσμωση είναι για εμένα βαθιά συγκινητική και ανθρώπινη.
Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστείτε στην παράσταση «Bella figura» όπου υποδύεστε τη Φρανσουάζ, μια γυναίκα με έντονο ταπεραμέντο. Έχετε κοινά χαρακτηριστικά με το ρόλο σας;
Καθόλου. Η Φρανσουάζ ως ιδιοσυγκρασία ενώ την καταλαβαίνω και την έχω αγαπήσει πολύ είναι ένα πολύ διαφορετικό κορίτσι από εμένα. Έχει μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον αυστηρό και έχει ανάγκη την αγάπη και την προσοχή για να αισθάνεται ασφαλής.
Και όταν αυτό δεν συμβαίνει σουφρώνει τα χείλια της και τσαλακώνει τη ουρίτσα της και θυμώνει και παραπονιέται. Αγαπά ωστόσο τη γυναικεία δύναμη μια και η ίδια είναι μια πολύ δυναμική γυναίκα, μια πραγματική «Μπουμπουλίνα». Θεωρώ πως είμαι και εγώ δυναμικός άνθρωπος ωστόσο είμαι αρκετά πιο ρομαντική και χαλαρή.
Δηλώσατε πως για εσάς η Bella Figura είναι η έννοια της ομορφιάς που ξυπνάει έρωτες, πάθη, συγκρούσεις, ανικανοποίητα ένστικτα και μπερδεύει τους ανθρώπους σε δαιδαλώδεις σκέψεις και περιπέτειες. Ποιος ο ρόλος του έρωτα στη δική σας ζωή; Πιστεύετε στο «για πάντα»;
Πιστεύω στο για πάντα πολύ, η τουλάχιστον θέλω να πιστεύω. Δεν ξέρω αν ο έρωτας μπορεί να διατηρηθεί για πολύ καιρό μιας και η φύση του είναι παρορμητική, ταραχώδης και ακαριαία αλλά νομίζω σε μια σχέση συλλειτουργούν πολλά διαφορετικά πράγματα.
Πιστεύω ότι ο έρωτας μετασχηματίζεται σε έναν έρωτα πιο τρυφερό και ουσιαστικό. Κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο από το να διατηρήσεις μια καλή σχέση με αγάπη και κατανόηση και έρωτα για πάντα. Θέλει πολύ δουλειά και από τις δύο πλευρές και πολύ μεγάλη συναισθηματική αντίληψη και ενσυναίσθηση. Απαιτείται να μπαίνει ο ένας στα παπούτσια του άλλου και να βλέπει τα πράγματα από τη μεριά του/της. Πιστεύω πως η σχέση πρέπει να είναι διάλογος και όχι ανταγωνισμός, παιχνίδια και εγωισμοί.
Ο μπαμπάς σας κατάγεται από τη Συρία και η μητέρα σας από την Ελλάδα. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του να μεγαλώνεις με γονείς που κατάγονται από διαφορετικές χώρες; Έχετε επισκεφθεί ποτέ τη Συρία ή διατηρείτε επικοινωνία με συγγενείς σας από εκεί;
Το να έχεις διπλή καταγωγή είναι μονάχα κέρδος μιας και μαθαίνεις να λειτουργείς χωρίς σύνορα. Δεν έχω επισκεφτεί ποτέ τη Συρία, αν και θα ήθελα πάρα πολύ γιατί ο παππούς μου, ως πνευματικός άνθρωπος ήταν από τους πρωτοστάτες της δημοκρατίας. Όταν το πολίτευμα άλλαξε (το 1960) έφυγε νωρίς με όλη την οικογένεια. Ο πατέρας μου ήταν πολύ μικρός όταν έφυγε από τη Συρία και εγώ δεν έχω πάει ποτέ αλλά ένα μέρος της ψυχής μου είναι εκεί.
Οι γονείς σας έχουν ένα ιδιαίτερο love story που δύσκολα συναντά κανείς στις μέρες μας. Βιώσατε ποτέ ρατσισμό για την καταγωγή σας και αν ναι πώς το αντιμετωπίσατε;
Είναι αλήθεια και είμαι τυχερή γιατί έχω δύο γονείς που αγαπήθηκαν πολύ, παντρεύτηκαν σε όλες τις θρησκείες μόνοι τους, ταξίδεψαν όλο τον κόσμο και στο σπίτι υπήρχε πάντα αγάπη. Νομίζω αυτό «γέμισε» τις τσέπες τις δικές μου και του αδελφού μου, Μιχάλη Αργυρού και μας επάνδρωσε στις δυσκολίες.
Τα τελευταία χρόνια ο ακτιβισμός υπάρχει έντονα στη ζωή σας και παλαιότερα συνεργαστήκατε με έφηβους πρόσφυγες διδάσκοντάς τους υποκριτική. Θεωρείτε πως η ενσυναίσθηση που σας διακατέχει πηγάζει από την πολυπολιτισμική σας ταυτότητα;
Να διευκρινίσω εδώ ότι δεν δίδασκα υποκριτική γιατί όταν πήγα στην Λέσβο στο τμήμα των Ανήλικων Ασυνόδευτων Προσφύγων ήταν επείγουσα ανάγκη τα παιδιά αυτά να μάθουν τα δικαιώματά τους στο πλαίσιο της ξένης χώρας που βρέθηκαν.
Στόχος μας ήταν τα παιδιά αυτά να εμψυχωθούν ουσιαστικά, να ονειρευτούν την επόμενη μέρα, ακόμα και μέσα στις λάσπες όπου δυστυχώς κατοικούσαν. Δουλέψαμε πολύ με τα όνειρα, σε σχέση με το πώς ονειρευόμαστε τον κόσμο, τι θέλουμε να σπουδάσουμε, τι θέλουμε να κάνουμε επαγγελματικά, πώς θα μπορούσαμε στρατηγικά να επανενωθούμε με τους γονείς ή την οικογένειά μας κ.ά.
Επιπλέον μάθαμε πως η ευαλωτότητά μας είναι δύναμη και πώς εν τέλει μπορούμε μέσα στις δυσκολίες να συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε, να διεκδικούμε, να απαιτούμε και να παλεύουμε, γιατί τα όνειρα δεν είναι πολυτέλεια, ακόμα και σε στιγμή όπου η επιβίωση είναι η πρώτη ανάγκη.
Τα όνειρα είναι ο άξονας για να βγούμε από το σκοτάδι. Και αυτά τα παιδιά που έχουν γνωρίσει τη σκληρότητα και την αδικία του κόσμου είναι αυτά που μπορούν να χτίσουν ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας χωρίς φούσκες και ψευδαισθήσεις. Η ενσυναίσθησή μου πηγάζει από την ανάγκη μου να αλλάξουν πράγματα στην κοινωνία που ζούμε.
Επίσης δεν βλέπω τους πρόσφυγες ως ξένους ή κατώτερους όπως πολλοί αλλά ως ανθρώπους σε έκτακτη ανάγκη. Μπορεί αύριο να βρεθούμε εμείς στη θέση τους και μη ξεχνάμε πως οι Σύριοι περιέθαλψαν τους Έλληνες πολλές φορές όταν χρειάστηκε.
Έχετε ζήσει και εργαστεί για αρκετά χρόνια στο εξωτερικό ωστόσο αποφασίσατε να επιστρέψετε στην Ελλάδα. Νιώθετε δικαιωμένη για αυτή την απόφαση;
Συνεχίζω να δουλεύω στο εξωτερικό απλώς επέλεξα ως βάση μου τη Ελλάδα, το οποίο είναι φυσικό γιατί εδώ βρίσκεται η οικογένειά μου, η ζωή και οι φίλοι μου. Φέτος συμμετείχα σε βασικό ρόλο σε μια ξένη σειρά γερμανικής παραγωγής για το κανάλι ARD και WDR και επιπλέον τη φθινοπωρινή σεζόν του 2024 θα παρουσιάσω δουλειά μου και θα παίξω στο «La MaMa» της Νέας Υόρκης.
Το 2017 τιμηθήκατε με βραβείο Υποτροφίας Ίψεν και ξεχωρίσατε ανάμεσα σε 30 κορυφαίους νέους δημιουργούς από όλο τον κόσμο. Ποιο είναι το μεγάλο σας όνειρο; Υπάρχει κάποια στιγμή της καριέρας σας που ξεχωρίζετε;
Δεν έχω κάποιο μεγάλο όνειρο γιατί ό,τι έχω καταφέρει σε επίπεδο διάκρισης ξεκίνησε από την δημιουργία μιας ιδέας, ενός project, επομένως ξεκίνησε με τον ενθουσιασμό ενός νέου δημιουργικού ταξιδιού και έρευνας χωρίς όμως να ξέρω ή να ξέρουμε (γιατί όλα είναι πάντα ομαδικές δουλειές) το τελικό αποτέλεσμα.
Η διαδρομή μου δίνει χαρά και με ενθουσιάζει και δεν σκέφτομαι από πριν ούτε μπορώ να προϋποθέσω το αποτέλεσμα. Υπάρχουν πολλές καλές ιδέες και πολλοί εξαιρετικοί συνάδελφοι και ο καθένας όταν δουλεύει θα γευτεί διακρίσεις ως αποτέλεσμα της διαδρομής και της δουλειάς του.
Ξεχωρίζω τη στιγμή που το πανεπιστήμιο του Puerto Rico και το Πανεπιστήμιο του NYU της Νέας Υόρκης με κάλεσαν να κάνω ένα art residency και να δουλέψω με τους μαθητές του τμήματος θεάτρου, με βάση την πρακτική που ακολουθώ καλλιτεχνικά καθώς και να κάνω μια σειρά από διαλέξεις πάνω στο σώμα της προσωπικής μου δουλειάς.
H συμμετοχή σας στον Γλυκάνισο ήταν το ντεμπούτο σας στην ελληνική τηλεόραση. Τι συναισθήματα σας άφησε αυτή τη συνεργασία; Ήταν το τηλεοπτικό σας ξεκίνημα όπως το είχατε φανταστεί;
Ήταν μια δουλειά όμορφη, με σεβασμό και όραμα και αυτό είναι σημαντικό. Όλοι ξεκίνησαν με ένα όραμα και υπήρχε σεβασμός στους εργαζόμενους και ένα πολύ όμορφο κλίμα στο γύρισμα.
Τώρα το πως εξελίχθηκε μυθοπλαστικά ή αν πέτυχε το εγχείρημα αυτά είναι υποκειμενικά και δεν μπορείς να τα προβλέψεις από πριν. Είμαι πολύ ευχαριστημένη που με εμπιστεύτηκε ο Γιώργος Κυρίτσης και δούλεψα μαζί του καθώς και η Tanweer όπως και ο Σταύρος Ποταμάρης. Κάναμε 80 ολόκληρα επεισόδια.
Φέτος τα κανάλια ποντάρουν στη μυθοπλασία με τον ανταγωνισμό να είναι πιο αισθητός από ποτέ. Ποια είναι η γνώμη σας γι’ αυτό; Βλέπετε τηλεόραση και αν ναι τι σας αρέσει να παρακολουθείτε;
Δυστυχώς δεν έχω το χρόνο να δω τηλεόραση παρά μόνο πολύ αργά. Έχω δει λίγο από όλες τις σειρές και πιστεύω ότι είναι όλες πολύ αξιόλογες και επιτέλους υπάρχει αρκετή μυθοπλασία στη τηλεόραση γιατί αυτό σημαίνει περισσότερες επιλογές για τον θεατή, περισσότερες ιστορίες καθώς και περισσότερη δουλειά για τους ηθοποιούς και τους εργαζόμενους του χώρου.
Μια δουλειά που ζηλεύω με την καλή έννοια και θέλω να δω, είναι η σειρά «Famagusta» του Ανδρέα Γεωργίου, της Βάνας Δημητρίου και του Κούλλη Νικολάου. Πιστεύω ότι είναι σημαντική πρωτοβουλία και επιτέλους κάποιος μιλάει γι’ αυτό το πολύ σημαντικό κομμάτι της ιστορίας.
Είστε αναμφίβολα ένας πολυπράγμων άνθρωπος, με έντονες καλλιτεχνικές ανησυχίες και διάθεση για προσφορά. Αν δεν είχατε ασχοληθεί επαγγελματικά με την υποκριτική, τι θα θέλατε να κάνετε στη ζωή σας;
Τίποτα άλλο δεν θα μπορούσα να είχα κάνει. Για μένα η δουλειά μου είναι τρόπος ζωής και μέρος της ταυτότητάς μου και χαίρομαι που έχω μπορέσει με όλες τις δυσκολίες να ζω από αυτήν.
Αν ζούσατε για μια μέρα τη ζωή ενός καλλιτέχνη ποιον θα επιλέγατε και γιατί;
Δύσκολη ερώτηση, επειδή πιστεύω ότι καλλιτέχνες είμαστε όλοι μας. Θέλει τέχνη η ζωή για να τη ζήσεις! Νομίζω θα επέλεγα να είμαι κάποιος σαν τον Ζορμπά για να δω πως είναι να είσαι «μεγαλύτερος» και από την ίδια τη ζωή.
Tι να περιμένουμε από εσάς στο άμεσο μέλλον;
Θα συνεχίσω με την καλλιτεχνική διεύθυνση και τη διαχείριση του θεάτρου «Μικρό Γκλόρια», που αγαπώ πολύ και χαίρομαι που έχω συναντήσει τόσο ενδιαφέροντες καλλιτέχνες και ανθρώπους μέσα από αυτό τον χώρο.
Επίσης φέτος έπαιξα σε βασικό ρόλο σε μια σειρά γερμανικής παραγωγής που θα προβληθεί στο κανάλι ARD και WDR. Η σειρά λέγεται «The second attack» και είναι ένα συναρπαστικό κατασκοπικό θρίλερ σε σκηνοθεσία της φοβερής και βραβευμένης Barbara Eder. Επιπλέον ετοιμάζω κάποια άλλα πράγματα που θα ανακοινωθούν εν καιρώ.