Σκόρπιες σκέψεις για τις αντιδράσεις του «Άννα Βίσση, Όσο έχω φωνή»
... Ήμουν σίγουρη για τις αντιδράσεις και τις γκρίνιες και τις σκληρές κριτικές για το «Όσο έχω φωνή», το αφιερωματικό ντοκιμαντέρ για την Άννα Βίσση, αλλά όχι και σε τόσο μέγεθος, πια! Μα τι υποκρισία! Τι ανάγκη είχε να το κάνει η Βίσση αυτό, αναρωτιούνται οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ. Την ίδια ανάγκη που έχουμε όλοι εμείς να την κυνηγάμε για μια δήλωση, ένα σχόλιο, στο πολύ προχωρημένο για μια συνέντευξη και να γεμίζουμε στήλες με το αν είναι με τον τάδε, ή δεν είναι, με το πώς κουρεύτηκε και τι σχέση έχει με την κόρη της. Η ίδια αποδομώντας την εικόνα της σταρ, της αποστασιοποιημένης και απρόσιτης, ανοίγεται στο κοινό της, με την αλήθεια της. Και δεν ωραιοποιεί τίποτα, σε ένα θέαμα που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα απ τα αντίστοιχα του ξένου MTV ή γενικά των pop εκπομπών της Εσπερίας. Και έτσι γίνεται ακόμα μεγαλύτερη σταρ. Γιατί δε φοβάται, δεν εξιδανικεύει, δεν εφευρίσκει τον εαυτό της, απλά τον προβάλει ως έχει.
Γιατί να το κάνει; Όλες αυτές οι αφιερωματικές συνεντεύξεις, τα γυρίσματα, τα story γιατί γίνονται στην τηλεόραση, στα περιοδικά, στις εφημερίδες; Γιατί πολύ απλά, ενδιαφέρουν το κοινό, που θέλει να μάθει! Να μοιραστεί στιγμές με τα ινδάλματα του, μεγάλου, ή μικρού, ή όποιου βεληνεκούς. Για την συγκεκριμένη και καλογυρισμένη δουλειά, όρμησαν στην Άννα Βίσση, διότι έδειξε τον πατέρα της που πάσχει από άνοια και δεν τον έκρυψε σε ένα Κωσταλέξι, σε μια ντροπή για την διαφορά, εις το όνομα μιας εικονικής πραγματικότητας που όλοι είμαστε το ίδιο γεροί, λεπτοί, ισχυροί, ψηλοί, γεροδεμένοι και όλοι οι άλλοι ρίχνονται σε Καιάδες σιωπής, αδιαφορίας, μυστικότητας.
«Αν ο πατέρας της Βίσση ήταν κουφός, ή τυφλός ή κουτσός θα είχε την επιλογή να μην εμφανιστεί. Δεν είχε την επιλογή να πει «όχι οι φίλοι μου δε θέλω να με δούνε έτσι» και εκεί είναι το πρόβλημα. Η μάνα της, οι φίλοι της, η κόρη της, επέλεξαν να βγουν. Ο πατέρας της δεν είχε αυτό το δικαίωμα», λέει ένας καλός μου φίλος, συντασσόμενος με τους βροντόφωνους επικριτές της. Η Άννα Βίσση απαντά, ήδη, σε όλους στο Facebook της, λέγοντας πως ήθελε όπως άλλες οικογένειες που ζουν το ίδιο θέμα με τους ανθρώπους τους, να δείξει πως η αγάπη, το νιάξιμο, το άγγιγμα, το φιλί δεν περνάνε ποτέ, δεν κρύβονται και δεν εκχωρούνται. Και είναι μια απ τις μοναδικές φορές που η Βίσση απαντά, για το «ΜΟΝΟ» θέμα όπως σημειώνει με κεφαλαία γράμματα, που την ένοιαξε τόσο.
Μια φίλη που έχει αδελφή με ειδικές ικανότητες, μιλάει για αυτήν δημόσια και σε όλο αυτό το θέμα που έχει ξεσπάσει με αφορμή την Άννα Βίσση, με ρωτάει: «Δηλαδή μια μάνα που έχει παιδί με σύνδρομο down, πρέπει να λέει πως είναι άκληρη και να κρύβει το παιδί της επειδή δεν το χει ρωτήσει αν θέλει να μιλάει για αυτό; Οι άνθρωποι που δεν έχουν αντίστοιχα προβλήματα είναι εύκολα επικριτικοί και προτείνουν πώς να τα διαχειριστούν όσοι έχουν. Η Βίσση, έκανε ότι πρέπει. Παραδέχτηκε ένα θέμα που υπάρχει σε πολλές οικογένειες».
Ας κριθεί η Βίσση για τη δουλειά της, τις επιλογές της, τη σκηνική της παρουσία, τις ερμηνείες της. Δεν είναι όμως άδικο να κριθεί και να κατακριθεί γιατί ανθρώπινη ούσα, αγαπά την οικογένεια της, τους δικούς της και τους θέλει κοντά της και μαζί της, όπως και να ναι; Στην μοίρα των ειδώλων είναι η αμφισβήτηση και ίσως κάποτε το γκρέμισμα τους, απ τους βωμούς της λατρείας, αλλά όχι έτσι. Όχι για αυτό.
Στα πλαίσια της επίκρισης κινήθηκε και η ειλικρίνεια της Βίσση να μιλήσει για τους πρώην συντρόφους της. «Τους ρώτησε, ως όφειλε;» ήταν η μομφή. Μα γιατί να τους ρωτήσει; Δεν τους βίασε! Συναινετική σχέση ενήλικων είχαν που στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν ήδη γνωστοποιημένη. Όποιος ντρέπεται για το ερωτικό του παρελθόν, ντρέπεται για τον εαυτό του, άλλωστε! Όσο για το τηλεοπτικό προϊόν, το Όσο έχω φωνή, έχω ήδη τοποθετηθεί, μακάρι να χαμε κι άλλες τέτοιες τηλεοπτικές δουλειές, τόσο άρτιες τεχνικά, τόσο γρήγορες και ουσιαστικές και όχι τα ίδια και τα ίδια, τις μπαλαφάρες, τα γλυφτικά αφιερώματα, τις τουρκικές απλοϊκές σειρούλες, τα τάχα μου λαμπερά σόου της ανουσιότητας. Αυτά... τα πα και ξεθύμανα...