Μία γνωστή άγνωστη στο Σύνταγμα
Η αρχισυντάκτρια του gossip-tv.gr Κασσιανή Καραγκιουλέ βρέθηκε στην πλατεία Συντάγματος την ώρα της μεγάλης αναταραχής και περιγράφει όσα έζησε στο Queen.gr
Κάθομαι ώρες και σκέφτομαι πώς να ξεκινήσω αυτό το κείμενο. Τι να γράψω. Πως να μεταφέρω όλα όσα έχουν εγκλωβιστεί στο μυαλό μου αυτές τις δύο ημέρες στο κέντρο της Αθήνας σε μερικές γραμμές. Με τι λέξεις να περιγράψω όλα όσα είδα. Με ποιον τρόπο να βγάλω μέσα από ένα λαβύρινθο σκέψεων, εικόνων και μπλεγμένων συναισθημάτων ό,τι έζησα αυτές τις δυο μέρες. Άνθρωποι όλων των ηλικιών, άγνωστοι μέχρι πριν από λίγο να ανταλλάσσουν απόψεις σε πηγαδάκια για την κατάσταση που επικρατεί στην χώρα. Δε ρωτάς το όνομά του, ούτε τι δουλειά κάνει. Συνομιλείς έτσι απλά λες και τον ξέρεις χρόνια, λες και είστε φίλοι από παλιά. Εκεί με τον ήλιο να σου ζεσταίνει το πρόσωπο και να στρίβεις ένα ακόμη τσιγάρο, ένας θόρυβος σε κάνει να ανατριχιάζεις. Όσες φορές και να τον έχεις ακούσει νιώθεις την καρδιά σου να σφίγγει. Κοιτάς γύρω σου και τα γνώριμα πρόσωπα έχουν εξαφανιστεί κάτω από μαντίλια, μάσκες και το λευκό χρώμα που αφήνει το Maalox στο πρόσωπο.
Βλέπεις μόνο μάτια και σώματα να τρέχουν. Οι ψυχραιμότεροι κατεβάζουν τις μάσκες και φωνάζουν «Μην τρέχετε» «Μην πανικοβάλλεστε». Ξαφνικά όλα γύρω σου γίνονται γκρι. Χημικά, καπνοί, φωτιές που ανάβουν και κανείς να μη μπορεί να αναπνεύσει. Ψάχνω την αδελφή μου μέσα στο πλήθος και δεν μπορώ να την αναγνωρίσω. Πώς να το κάνω άλλωστε. Ψάχνω τα μάτια της μέσα σε κατακόκκινα άλλα μάτια. Βγάζω το μαντίλι μου και φωνάζω το όνομα της. Τρέχω προς το μέρος της. Μου πιάνει το χέρι και με ρωτάει αν είμαι καλά. «Κοίτα πως με κατάντησαν! Είμαι καλυμμένη με μαντίλια. Μια δασκάλα με καλυμμένο πρόσωπο. Γνωστή άγνωστη και εγώ ε;» Πόσο δίκιο έχει. Εκεί ανάμεσα στο πλήθος βλέπω μια κοπέλα να περπατάει στο κενό με κλειστά μάτια. Μάτια που δακρύζουν από τη ρίψη χημικών. Δεν ξέρει που πηγαίνει. Περπατάει σα μεθυσμένη. Την σπρώχνει το πλήθος που τρέχει να γλιτώσει από την οργή των ανδρών με τα κράνη ( τα επίσημα και τα ανεπίσημα).
Την πιάνω από το χέρι και της φωνάζω υπό τον ήχο των χημικών και των χειροβομβίδων κρότου λάμψης. «Μην τρίψεις τα μάτια σου. Μην φοβάσαι σε κρατάω». «I don't speak Greek» μου απαντάει. Τις μιλάω αγγλικά κρατώντας την από το χέρι. Της κάνω ερωτήσεις για να την ηρεμήσω μέχρι να βρω ένα από τα υπερυψωμένα χέρια με τα πλαστικά μπουκάλια ψεκασμού με Maalox. Τα ΜΑΤ «ψεκάζουν» για μια ακόμη φορά. Όλοι τρέχουν προς το μέρος μου. Την τραβάω στην άκρη μην μας παρασύρει το πλήθος. Δεν ξέρω που πάω. Κρατάω μια άγνωστη από το χέρι και νιώθω ευθύνη και για εκείνη. Είναι Ισπανίδα. Δε βρέθηκε τυχαία. Ήρθε να διαδηλώσει μαζί μας. Δε θυμάμαι το όνομά της. Κανείς δε θυμάται ονόματα άλλωστε. Θυμάσαι μόνο τα χέρια που απλώνονται και σε βοηθάνε. Εικόνες. Μόνο αυτό σου μένει. Μάτια που «καπνίζουν» από τα χημικά.
Άνθρωποι που κάνουν εμετούς από τη ρίψη χημικών, υπερυψωμένα γκλομπς, μαυροφορεμένους με καλυμμένο όλο το πρόσωπο να σπάνε δίπλα σου τα μάρμαρα, 60αρηδες να ακουμπούν σε τοίχους και να μην μπορούν να αναπνεύσουν και χέρια σηκωμένα ψηλά να χειροκροτούν ρυθμικά τα ΜΑΤ που βρίσκονται μπροστά από τη Βουλή των Ελλήνων. Η Βουλή των Ελλήνων που είναι σαν τα σπίτια της δεκαετίας του 40 που κλείνανε τις πόρτες και τα παράθυρα αν συνέβαινε κάτι μη αποδεκτό από την κοινωνία για να μη βγει έξω η ντροπή. Εκεί. Έξω από αυτή τη Βουλή ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του. Σε ένα παγκάκι στο Σύνταγμα των Ελλήνων. Σε ένα παγκάκι ανάμεσα σε χιλιάδες διαδηλωτές. Σε ένα παγκάκι διαμαρτυρόμενος για μια καλύτερη ζωή. Σε ένα παγκάκι στην χώρα της Δημοκρατίας.
Ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του.... Πώς να περιγράψω τη θλίψη, την οργή αλλά και το φόβο ακόμα στα κατακόκκινα από τα χημικά και δακρυγόνα μάτια των διαδηλωτών όταν η είδηση σκέπασε την Πλατεία.
Σιωπή! Μάτια που «κάπνιζαν» από τα χημικά, στα λευκά από τα Maalox πρόσωπα . «Πέθανε» και μετά σιωπή. Μια σιωπή για μερικά λεπτά. Έτσι μια ανακωχή... Σα φόρος τιμής στον άνθρωπο που ήταν ένας από εμάς εκεί σε ένα παγκάκι στην πλατεία Συντάγματος. Στην πλατεία ανάμεσα σε χιλιάδες διαδηλωτές.... Μπροστά από τη Βουλή της Ελλάδας, της χώρας της δημοκρατίας. Δεν ξέρω ποια να είναι η αρχή μου και ποιο το τέλος μου σε αυτό το κείμενο... Γιατί σε τέτοιες στιγμές που ξέρεις ότι αυτή είναι απλά η αρχή δεν μπορείς να βάλεις ένα τέτοιο σημείο στίξης.