101 χρόνια Μαρία Κάλλας: «Πρώτα έχασα βάρος, μετά τη φωνή μου, και τώρα τον Ωνάση»
Ήταν το Α και το Ω στη ζωή της Κάλλας ο άνθρωπος που το όνομά του ξεκινούσε από άλφα και τελείωνε σε ωμέγα; «Εγώ δεν εργάζομαι για τα χρήματα, αλλά για την τέχνη».
Ήταν η κορυφαία Ελληνίδα υψίφωνος του 20ού αιώνα. Η φωνητική τέχνη της και οι ιδιάζουσες υποκριτικές της ικανότητες επαινέθηκαν από πλήθος κριτικών, ενώ το οπερατικό κοινό τής χάρισε το προσωνύμιο La Divina.
Χωρίς καμία αμφιβολία, η Μαρία Κάλλας υπήρξε μια γυναίκα που αψηφούσε τα όρια της εποχής της και του κόσμου της.
Το φαινόμενο Κάλλας έγινε σύμβολο παθιασμένης αφοσίωσης και έμπνευσης για τις επόμενες γενιές καλλιτεχνών. Ωστόσο, η ζωή της ήταν γεμάτη αντιφάσεις και δραματικές στροφές που καθιστούν την προσωπική της ιστορία εξίσου σημαντική με τις σκηνικές της επιτυχίες. Από τη δυσκολία της σχέσης με τη μητέρα της, την προβληματική προσωπική ζωή, μέχρι τη φημισμένη αλλά και καταστροφική σχέση με τον Αριστοτέλη Ωνάση, υπήρξε μια τραγική φιγούρα που ενσαρκώνει τα χαρακτηριστικά του «σαίξπηρικού» ήρωα.
Mal du depart: Το αξεπέραστο «Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής» του Νίκου Καββαδία
Γεννημένη στις 2 Δεκεμβρίου 1923 στη Νέα Υόρκη από Έλληνες γονείς, το 1937, σε ηλικία 13 ετών, η οικογένεια επέστρεψε στην Αθήνα λόγω των προβλημάτων των γονιών της που προέκυψαν από την απιστία του πατέρα της. Από την αρχή, η ζωή της ήταν γεμάτη δυσκολίες και αντιφάσεις, καθώς η ίδια έπρεπε να αγωνιστεί για να ξεχωρίσει και να επιβιώσει τόσο καλλιτεχνικά όσο και προσωπικά. Η σχέση της με τη μητέρα της υπήρξε εξαιρετικά τεταμένη και καθοριστική για την πορεία της. Η μητέρα της, που ήθελε να την καθοδηγήσει σε έναν αυστηρό δρόμο για να γίνει διάσημη, εν μέρει την ώθησε στην απώλεια της παιδικής της αθωότητας, αναγκάζοντάς τη να κάνει θυσίες που για πολλούς ήταν πέρα από τα όρια του ανθρώπινου αντοχής.
Ξεκίνησε την καριέρα της μετά τον πόλεμο, ερμηνεύοντας τη «Λα Τζιοκόντα» στη Βερόνα, υπό τη διεύθυνση του Τούλιο Σέραφιν. Σύντομα έγινε περιζήτητη στην Ιταλία, ερμηνεύοντας βαρείς ρόλους, όπως η «Αΐντα» του Βέρντι και η «Ιζόλδη» του Βάγκνερ. Ο Σέραφιν την καθοδήγησε να στραφεί σε ελαφρύτερους ρόλους από όπερες του Μπελίνι, του Ντονιτσέτι, του Βέρντι και του Πουτσίνι, καθώς και σε σπάνιες «μπελ Κάντο» όπερες, όπως η «Μεντέα» του Σερουμπίνι. Η Κάλλας έκανε θριαμβευτικές εμφανίσεις σε μεγάλα θέατρα όπως η Σκάλα του Μιλάνου και η Μετροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης, ενώ αντιμετώπισε έντονες αντιπαλότητες με σημαντικούς συναδέλφους και τον Γενικό Διευθυντή της Μετροπολιτικής Όπερας, Ρούντολφ Μπινγκ.
Παρά τα υψηλά της πρότυπα, τα φωνητικά προβλήματα άρχισαν να είναι εμφανή τη δεκαετία του 1950, με ακανόνιστη ηχητική συνέχεια και τρέμουλο στις ψηλές νότες. Παρά τις δυσκολίες, η εκφραστική δύναμη της ερμηνείας της παρέμεινε αξεπέραστη, όπως φαίνεται στους ρόλους της στην «Νόρμα» και την «Τόσκα». Στη δεκαετία του 1960, λόγω των προβλημάτων με τη φωνή της και των προσωπικών της αλλαγών, αποσύρθηκε από την οπερατική σκηνή, κάνοντας τις τελευταίες της εμφανίσεις το 1965, σε ηλικία 41 ετών.
Ένα Όσκαρ στο χιλιοειπωμένο Καληνύχτα Κεμάλ του Μάνου & τον κόσμο του Χατζιδάκι που δεν άλλαξε ποτέ
Ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης το Α και το Ω στη ζωή της;
Η προσωπική ζωή της Κάλλας, αν και πολυτάραχη, συνδέθηκε για πάντα με την παθιασμένη, αλλά καταστροφική σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Ο Έλληνας εφοπλιστής, που τότε βρισκόταν στο αποκορύφωμα της δύναμής του, απέκτησε μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά της Κάλλας, παρά τις αντιφάσεις και την παραμέληση που ακολούθησε. Η σχέση τους ήταν γεμάτη πάθος, αλλά και τραγωδία. Ο Ωνάσης την λάτρεψε, όμως οι φιλόδοξες επιδιώξεις του και η ανάγκη του για κοινωνική και πολιτική ανέλιξη τον οδήγησαν στην απόφαση να παντρευτεί τη Τζάκι Κένεντι, τη χήρα του προέδρου των ΗΠΑ.
Παρά την αναστάτωση που προκάλεσε η σχέση τους, εκείνη δεν ετεροπροσδιορίστηκε ποτέ από τον Ωνάση. Ήταν πάντοτε πιστή στον εαυτό της και στην τέχνη της, κι ας υπήρξε το προσωπικό της δράμα. Η αγάπη που ένιωθε για εκείνον ήταν αναμφισβήτητη, αλλά δεν την καθόρισε ποτέ. Η απόφαση του Ωνάση να επιλέξει τη Τζάκι, μια «μεγαλύτερη» γυναίκα που θα ανέβαζε τις μετοχές του σε πολλά επίπεδα, ήταν καθοριστική για τη ζωή της Κάλλας, όπως αποδεικνύεται και από τη θλιβερή φράση της: «Πρώτα έχασα βάρος, μετά τη φωνή μου, και τώρα τον Ωνάση».
Η πορεία της, παρά τα προσωπικά της σκοτάδια, συνδέθηκε για πάντα με την τέχνη
Όμως, η δεκαετία του 1960 την είδε να αποσύρεται από τη σκηνή της όπερας, και η απομόνωσή της στα τελευταία χρόνια της ζωής της υπήρξε ένας αργός, αλλά αναπόφευκτη κατάρρευση του «θρύλου» που η ίδια δημιούργησε. Η αργή παρακμή της φωνής της, η αλλαγή στο σώμα της και η συναισθηματική αποστασιοποίηση από τον κόσμο την οδήγησαν σε έναν ατομικό γολγοθά, όπου αναγκάστηκε να κλείσει τις πόρτες του παλιού κόσμου και να ζήσει απομονωμένη στο Παρίσι.
Αλλά η τέχνη της ποτέ δεν έπαψε να είναι ζωντανή. Κάθε εμφάνιση, κάθε ηχογράφηση και κάθε συναυλία της ήταν μια δήλωση πως, παρά τις δυσκολίες, εξακολουθούσε να ζει και να αναπνέει μέσα από τη μουσική. Η αγάπη για την τέχνη της ήταν αδιαμφισβήτητη, όπως δείχνει και το περίφημο «Εγώ δεν εργάζομαι για τα χρήματα, αλλά για την τέχνη».
Ακόμα και σήμερα, δεκαετίες μετά τον θάνατό της, η επιρροή της Μαρία Κάλλας στην όπερα, στην τέχνη και στη δημοφιλή κουλτούρα παραμένει τεράστια. Τα βιβλία και οι ταινίες που αφηγούνται την ιστορία της, με την πιο πρόσφατη Maria του 2024 με την Angelina Jolie, αποδεικνύουν την ατελείωτη γοητεία που συνεχίζει να ασκεί η ζωή της.
Κάτι παραπάνω από κορυφαία σοπράνο του 20ου αιώνα
Ήταν η ενσάρκωση της καλλιτεχνικής αφοσίωσης, της δύναμης και της τραγικότητας που χαρακτηρίζουν τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες. Ο «μύθος Κάλλας» πέθανε στις 16 Σεπτεμβρίου 1977, σε ηλικία 53 ετών, από καρδιακή ανακοπή στο Παρίσι. Η κηδεία της πραγματοποιήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου στον Ελληνορθόδοξο Καθεδρικό Ναό του Αγίου Στεφάνου, με την παρουσία προσωπικοτήτων όπως η αδερφή της, Τζάκι, η Γκρέις Κέλι και η Καρολίνα του Μονακό. Παρά την επιθυμία της να αποτεφρωθεί και οι στάχτες της να σκορπιστούν στο Αιγαίο, η σορός της αποτέφρωθηκε στο Κοιμητήριο του Περ-Λασαίζ. Το 1979, δύο χρόνια αργότερα, η τέφρα της σκορπίστηκε στον Σαρωνικό κόλπο από πυραυλάκατο, σε τελετή παρουσία του Υπουργού Πολιτισμού Δημήτρη Νιάνια.
Με αφορμή την επέτειο της γέννησής της, ακολουθούν κάποια λόγια που υπερασπίστηκε καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής της
«Πρώτα έχασα κιλά, μετά έχασα τη φωνή μου, και τώρα έχασα τον Ωνάση»
«Οι γυναίκες δεν είναι αρκετά φίλες με τους άντρες, γι’ αυτό πρέπει να γίνουμε απαραίτητες. Στο κάτω κάτω, έχουμε το μεγαλύτερο όπλο στα χέρια μας, απλά και μόνο επειδή είμαστε γυναίκες»
«Πάνω στη σκηνή, είμαι στο σκοτάδι»
«Μόνο όταν τραγουδούσα ένιωθα ότι με αγαπούσαν»
«Δεν μπορώ να αλλάξω τη φωνή μου. Η φωνή μου δεν είναι σαν ασανσέρ που ανεβοκατεβαίνει»
«Η κακή μου όραση μου δίνει ένα πλεονέκτημα. Δεν βλέπω τους ανθρώπους στο κοινό που ξύνουν το κεφάλι τους ενώ εγώ είμαι χαμένη στον ρόλο μου και δίνω τα πάντα στο δράμα»
«Το κοινό είναι ένα τέρας, και γι’ αυτό δεν ανυπομονώ να επιστρέψω στη σκηνή»
«Ήμουν πάντα υπερβολικά ώριμη για την ηλικία μου - και όχι πολύ ευτυχισμένη. Δεν είχα φίλες στην παιδική μου ηλικία. Εύχομαι να μπορούσα να γυρίσω πίσω σε εκείνες τις μέρες. Αν μπορούσα να το ξαναζήσω, πόσο θα έπαιζα και θα απολάμβανα την παρέα των άλλων κοριτσιών. Τι ανόητη που ήμουν»
«Οι πραγματικοί φίλοι είναι πολύ ξεχωριστοί, αλλά πρέπει να είσαι προσεκτικός, γιατί μερικές φορές νομίζεις ότι ένας φίλος είναι από πέτρα, αλλά ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι είναι μόνο από άμμο»
«Η ΤΕΧΝΗ είναι κυριαρχία. Είναι να κάνεις τους ανθρώπους να πιστέψουν ότι για εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή υπάρχει μόνο ένας τρόπος, μία φωνή. Η δική σου»
«Μην μου μιλάς για κανόνες, αγαπητή μου. Όπου κι αν βρίσκομαι, εγώ φτιάχνω τους καταραμένους κανόνες»
«Δεν θα σκότωνα τους εχθρούς μου, αλλά θα τους έκανα να γονατίσουν. Θα το κάνω, μπορώ, πρέπει»