Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης: «Μεγαλώνοντας συγχωρώ την προδοσία. Και τον "δολοφόνο" μου δικαιολόγησα»
Μέσα σε μία 5ετία, ο Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης, είδε τα όνειρά του να εκπληρώνονται, το όνομά του συνώνυμο με τηλεοπτικές και θεατρικές επιτυχίες και το κυριότερο, το χαίρεται με όλη του τη καρδιά. Χωρίς να φοβάται την αποδοχή, ακόμη και αν στη δική του περίπτωση υπήρξε ξαφνική.
Ήταν ο Μάρκος στη Μάγισσα, είναι ο Στέφανος στη Διάφανη Αγάπη, είναι ο συμπλεγματικός αλλά έξυπνος Όστιν στην παράσταση True West, αλλά κυρίως ο Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης, είναι ένας ηθοποιός που εξαρχής βγήκε από την comfort zone του και τόλμησε να κάνει τις σωστές επιλογές, στον σωστό χρόνο. Για να μας δείξει όχι απλά το ταλέντο του, αλλά κυρίως την άποψη που εκείνος έχει για την τέχνη, με έναν βαθύ ρεαλισμό.
Το όνειρό του όπως μας λέει και στη συνέντευξή μας στο Queen.gr είναι να ασχοληθεί και με τον κινηματογράφο, ακολουθώντας τη συμβουλή ενός φίλου του, κάνοντας συχνά ταινίες μικρού μήκους, για να αποκτήσει σπουδή και εμπειρία.
Προς το παρόν ετοιμάζεται να γνωρίσει τον δολοφόνο του στη Διάφανη Αγάπη. Και εν μέρει να τον δικαιολογήσει. Στη φετινή τηλεοπτική και μεταφυσική του περιπέτεια, μας έδειξε και μία ακόμη πλευρά του εαυτού του, περισσότερο κωμική, για να σπάσει και την τραγικότητα της πλοκής.
Διάφανη Αγάπη: Ο Στέφανος έβαλε το κοινό να ψηφίσει τον δολοφόνο του- Οι απαντήσεις σε TikTok και Χ
«Ο τρόπος που ανέθρεψαν οι γονείς μου εμένα και τις αδελφές μου, είναι μία μορφή τέχνης»
Σε μία παλαιότερη συνέντευξή σας, είχατε πει πως οι γονείς σας όταν τους είπατε ότι θέλετε να γίνετε ηθοποιός, όχι μόνο δεν βρήκαν κάτι αρνητικό να σας πουν, αλλά σας προέτρεψαν να γίνεται ο καλύτερος. Αισθάνονται δικαιωμένοι εκ του αποτελέσματος;
Είναι χαρούμενοι και εγώ αισθάνομαι πολύ περήφανος για εκείνους. Οι γονείς μου ποτέ δεν ήταν τροχοπέδη, στο οτιδήποτε ονειρεύτηκα να κάνω στη ζωή μου. Ήταν πάντα δική μου η ανάγκη να εργασθώ, να εξελιχθώ και ποτέ δεν με πίεσαν, ούτε στο σχολείο, ούτε όταν έδωσα Πανελλήνιες. Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις γονιών που θεωρούσαν ως ανώτερη αξία, να είναι κάποιος καλλιτέχνης, σε όποια μορφή τέχνης επιθυμεί. Ή γενικότερα, να κάνεις μία δουλειά, η οποία πραγματικά να σε ευχαριστεί. Μπορεί οι ίδιοι να μην είναι αυτό που λέμε εργάτες της τέχνης, αλλά το μυαλό τους είναι πάντα σε εγρήγορση, διαβάζουν πολύ και κάποια στιγμή μάλιστα, έπαιζαν και οι ίδιοι ερασιτεχνικά, στο θέατρο.
Ακόμη και ο τρόπος που ανέθρεψαν και εκπαίδευσαν εμένα και τις αδελφές μου, είναι μία μορφή τέχνης. Λατρεύω τη μητέρα μου και τις αδελφές μου και μέσα από αυτές, έμαθα να λατρεύω γενικότερα τις γυναίκες.
Γενικότερα στις μέρες μας, πρέπει να «δουλέψουμε» πολύ για την οικογενειακή συνοχή και τα παραδείγματα που παίρνουμε μέσα από την οικογένεια.
Ο θεσμός δέχεται βολές τα τελευταία χρόνια, όπως και η θρησκεία με την οποία έχετε μία ιδιαίτερη σχέση από μικρός.
Μπορεί και οι δύο θεσμοί να μην λειτουργούσαν τελικά, όπως θα έπρεπε. Εγώ μεγάλωσα σε μία οικογένεια που είχε πίστη στο Θεό, στο μεγαλείο της ανθρώπινης ύπαρξης και του πνεύματος, χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερη σχέση με τον κλήρο. Η αγάπη μου για αυτή την πίστη, μετουσιώθηκε στη συνέχεια στην αγάπη για την πίστη του θεάτρου. Ένας τόπος εξίσου άγνωστος, αχαρτογράφητος, γιατί συνέχεια τον ερευνάς, συνέχεια τον ανακαλύπτεις. Αλλά και τόσο σπουδαίος.
Από μία μεγάλη εσωστρέφεια που είχατε στο παρελθόν, τους τελευταίους μήνες δείχνετε έναν παιδικό σχεδόν ενθουσιασμό και μία πιο χαλαρή αντιμετώπιση της δημοσιότητας. Θέλατε απλά λίγο τον χρόνο σας για να βρείτε τα «πατήματά» σας, γιατί όλα προέκυψαν γρήγορα;
Ως χαρακτήρας, δε μου αρέσει πολύ να μιλάω για τον εαυτό μου, για το τι έχω κάνει γενικότερα και ειδικότερα, στη ζωή μου. Αισθάνομαι λίγο άσχημα, όταν το κάνω. Μου αρέσει όμως να μιλώ για το τι κάνω ως μέλος μίας ομάδας ανθρώπων. Δε σνομπάρω, τις συνεντεύξεις, απλά φοβάμαι μη πω κάτι που δε με εκφράζει ως άνθρωπο. Μου αρέσει όμως να κάνω γόνιμες συζητήσεις, να αναλύω τις σκέψεις μου.
Πώς αντιμετωπίζετε την έννοια της προδοσίας, η οποία είναι και κεντρικό θέμα στη Διάφανη Αγάπη, στη ζωή σας; Τη θεωρείτε τη μέγιστη μορφή απόρριψης;
Πλέον τείνω έως και να τη συγχωρώ. Σε πιο μικρή ηλικία, αυτό φάνταζε αδύνατο. Βάζω με το μυαλό μου, ότι θα μπορούσα να βρεθώ και εγώ στη θέση του άλλου που με προδίδει, είμαι και εγώ ένας άνθρωπος που κάνει λάθη. Από την άλλη πλευρά δεν θέλω να κρατώ κακίες μέσα μου, για κανέναν. Κάνω μία δουλειά που απαιτεί από εμένα ψυχικό σθένος, δεν θέλω να φορτώνομαι με άλλα ζητήματα. Παρόλα αυτά δεν μου έχει τύχει μέχρι στιγμής, κάποια ακραία μορφή προδοσίας.
Το τέλος με την ανακάλυψη του δολοφόνου, είναι κάτι το οποίο σε καμία περίπτωση δεν περιμένουμε; Σε κάθε επεισόδιο μέχρι στιγμής, μας σκιαγραφείτε ένας ύποπτος, ο οποίος καταρρίπτεται στο επόμενο.
Θεωρώ πως ναι, δεν το περιμένουμε. Αλλά το θέμα δεν είναι ποιος έχει κάνει τον φόνο, αλλά πώς το έχει κάνει και κυρίως, γιατί το έχει κάνει, ποιο ήταν δηλαδή το κίνητρό του. Το τελευταίο το θεωρώ και το πιο ισχυρό μέχρι στιγμής στοιχείο της σειράς.
Αφού μάθουμε το κίνητρο του, θα τον «δικαιολογήσουμε» για αυτό που έκανε;
Εγώ, τον δικαιολόγησα, ακριβώς γιατί έμαθα το κίνητρό του και «είδα» και τη δική του τραυματική ιστορία. Κατανοείς λόγω και των γεγονότων πως δεν είχε και πολλές επιλογές, ώστε να μην το κάνει, αυτή είναι αλήθεια. Ο καθένας το κρίνει, με βάση τον δικό του αξιακό κώδικα. Δεν ξέρω όμως το κοινό πώς θα αντιδράσει. Πιστεύω πως οι περισσότεροι δεν θα τον δικαιολογήσουν.
Χωρίς να κάνω απαραίτητο συνειρμό σε επίπεδο προσώπου με την προηγούμενη ερώτηση, με τον Νίκο Ψαρρά, βρίσκεστε εκτός από τη Διάφανη Αγάπη και στην παράσταση True West, ένα έργο του Σάμ Σέπαρντ. Καταβάλλετε επί σκηνής μεγάλη και επίπονη προσπάθεια.
Ο Νίκος, είναι πια ένας πολύ αγαπημένος μου φίλος, έχουμε πλέον περάσει πολλά μαζί και στη Μάγισσα και στη Διάφανη Αγάπη και τώρα στην παράσταση. Δέσαμε πολλοί όταν πριν ακόμη ξεκινήσει η Μάγισσα, μας είχε φωνάξει στο σπίτι του ο Λευτέρης Χαρίτος, μαζί με την Κατερίνα Λέχου, για να μας μιλήσει για τους ρόλους μας. Καταλάβαμε με τον Νίκο ότι έχουμε κοινό χιούμορ και κοινή αντιμετώπιση σε πολλά ζητήματα. Αναζητούσαμε τρόπο για να συνεργαστούμε και έτσι βρήκαμε το έργο του Σέπαρντ, το οποίο σκηνοθέτησε η Έλενα Καρακούλη και σύζυγος του Νίκου. Μαζί δούλευαν ως ιδέα αυτό το έργο για πολλά χρόνια. Πραγματικά είναι δύσκολο. Για να το δεις να «λάμπει» πάνω στη σκηνή θα πρέπει με διάφορους τρόπους να το ξεκλειδώσεις. Επειδή αφορά στον αμερικάνικο Νότο, είναι λίγο μακριά από εμάς ως κατάσταση, αλλά στο τέλος δείχνει πως διαθέτουμε τις ίδιες παθογένειες, την ίδια μοίρα. Ο κόσμος κατανοεί και τα στοιχεία της μαύρης κωμωδίας που διαθέτει το έργο.
Στην τηλεόραση, είστε τα τελευταία τρία χρόνια. Χάθηκε χρόνος μέχρι να ασχοληθείτε με την τηλεόραση ή όλα έγιναν στο σωστό timing;
Όταν αποφοίτησα από τη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, δεν γίνονταν όμως τόσο πολλές και παράλληλα ποιοτικές δουλειές στην τηλεόραση. Αργότερα, οι σεναριογράφοι, Μελίνα Τσαμπάνη και ο Πέτρος Καλκόβαλης άνοιξαν έναν διαφορετικό δρόμο. Μαζί με τον σκηνοθέτη Λευτέρη Χαρίτο, μου έδωσαν την ευκαιρία να είμαι στη Μάγισσα, στον ρόλο του Μάρκου, να δουλέψω για πρώτη φορά στην τηλεόραση, σε έναν μεγάλο ρόλο. Δεν είναι σημαντικό το να είσαι απλά στην τηλεόραση, αλλά με ποια δουλειά και με ποιον τρόπο είσαι. Η Μάγισσα ήταν μία ανατροπή στα δεδομένα. Αυτός ο ρόλος οφείλω να ομολογήσω, μου άνοιξε πολλές πόρτες στη συνέχεια και στον χώρο του θεάτρου. Έναν εντελώς διαφορετικό χώρο που πρέπει να πείσεις υποκριτικά το κοινό, με έναν άλλον τρόπο.
Όλοι οι ηθοποιοί που συμμετείχαν στη Μάγισσα ήταν απόλυτα αφοσιωμένοι μόνο σε αυτό, λόγω και των πρακτικών δυσκολιών. Το ίδιο συνέβη και σε εσάς;
Επέλεξα εκείνο το διάστημα να κάνω μόνο τη Μάγισσα γιατί ήταν πολλά και πολύωρα τα γυρίσματα. Ήθελα να προσηλωθώ μόνο σε αυτό, γιατί ήταν ένας δύσκολος ρόλος. Ως λόγος, ως κίνηση, γιατί μη ξεχνάς ότι είχαμε να τα άλογα που έπρεπε να μάθουμε να τα ιππεύουμε, ακόμη και μάχη με σπαθιά. Ήθελα να το «ζήσω», όσο μπορώ. Ήταν μία πολύ μεγάλη στιγμή για εμένα ο Μάρκος της Μάγισσας. Τα δικά μου όνειρα, αλλά και πολλών συναδέλφων μου έγιναν πραγματικότητα με αυτή τη σειρά. Αυτά που εν τω μεταξύ ως παιδί νόμιζα εγώ για την Ελληνική Επανάσταση και εκείνη την εποχή, τα έζησα κατά κάποιον τρόπο και μέσω της σειράς.
Πώς έγινε η μετάβαση σε μία πιο σύγχρονη πραγματικότητα, ως Στέφανος πια, στη Διάφανη Αγάπη;
Είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, ως χρόνος, ως ουσία. Επειδή είναι και εβδομαδιαία σειρά, έχουμε την δυνατότητα για καλύτερη προετοιμασία. Όχι ακριβώς πιο ποιοτική, αλλά με μεγαλύτερη θα έλεγα προσοχή. Έχουμε ένα υπέροχο σενάριο που βασίζεται σε ξένο format και ένας ρόλος με μεγάλη και υπέροχη διαδρομή. Σου ανεβάζει την αδρεναλίνη και το γεγονός πως είναι ένας νεκρός που ζει ανάμεσα στους ζωντανούς, αναζητώντας τον δολοφόνο του.
Έχει και κάποια κωμικά στοιχεία ο ρόλος σας για να «σπάει» το γενικότερο δραματικό ύφος. Το κοινό έδειξε να αγαπά ιδιαίτερα αυτή την πλευρά του ρόλου.
Αυτά τα κωμικά στοιχεία, ήθελα πάρα πολύ να υπάρχουν μέσα στον ρόλο του Στέφανου. Να γίνει σε κάποια σημεία, παιχνιδιάρικος και ευάλωτος, σε αντίθεση με αυτό που ήταν στο παρελθόν, αψύς και πιο αυστηρός, για να ισορροπήσει και η τραγικότητα της πλοκής.
Είπε και μία ωραία φράση σε ένα επεισόδιο λέγοντας «Σε μία εβδομάδα ποιος ζει και ποιος πεθαίνει;», ενώ είναι νεκρός (γελάει). Βλέπει τη ζωή που έχασε ο Στέφανος και ο μόνος τρόπος για να την ξανακερδίσει είναι μέσα από τα μάτια της Φωτεινής, της μόνης κοπέλας που μπορεί να τον βλέπει και γίνεται η αγγελιοφόρος του, για τον κόσμο των ζωντανών. Κάνει μία προσπάθεια να συγχωρέσει και να συγχωρεθεί για να περάσει στο άλλο επίπεδο.
Ήταν δύσκολος ο συγχρονισμός σε κάθε σκηνή με τους συναδέλφους σας, για να κάνουν ότι δε σας βλέπουν;
Ήταν δύσκολο να συγχρονίσουμε κινήσεις, βλέμματα και λόγο. Ο Ανδρέας Κωνσταντίνου με «τρέλαινε» στα γυρίσματα, δείχνοντας πάντα συγκεντρωμένος, ενώ βρισκόμουν συνέχεια, δίπλα στο πρόσωπό του. Είναι δύσκολο να σου μιλά κάποιος τόσο κοντά και να μην κλονίζεσαι. Εκείνος συνέχιζε απτόητος να λέει τα λόγια του. Με όλους έχω μία υπέροχη συνεργασία.