Μελίνα Τσαμπάνη - Πέτρος Καλκόβαλης: «Έχουμε μία ραγδαία φυγή του κοινού από την ελεύθερη τηλεόραση»
Οι δύο κορυφαίοι σεναριογράφοι μιλούν στο Queen.gr με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης. Πόσο ριζικά θα αλλάξει η ελληνική τηλεόραση στο μέλλον και ποιες προκλήσεις αντιμετώπισαν κατά τη δημιουργία των δικών τους σειρών; Οι απαντήσεις εντός!
«Εν αρχή ην ο λόγος» και έρχεται μετά η δύναμη της εικόνας και το ταλέντο των ηθοποιών που δημιουργούν συναισθήματα και όλα αυτά ως σύνολο - γιατί είναι πάντα κοινό και ομαδικό το όραμα στην τηλεόραση - δημιουργούν το μαγικό αποτέλεσμα που βλέπουμε στην οθόνη μας, ως μία τηλεοπτική σειρά.
Η Μελίνα Τσαμπάνη και ο Πέτρος Καλκόβαλης, πριν γίνουν επαγγελματικό δίδυμο και ζευγάρι στη ζωή, είχαν μία κοινή έναρξη στον χώρο της τέχνης από τον κινηματογράφο. Η εμπειρία στη σκηνοθεσία και τον τομέα της παραγωγής είναι πάντα ένα χρήσιμο εργαλείο για έναν σεναριογράφο. Το δικό τους όνομα, είναι συνώνυμο με τις μεγαλύτερες τηλεοπτικές επιτυχίες των τελευταίων χρόνων: Σιωπηλός δρόμος, Άγριες Μέλισσες, Μάγισσα και Μάγισσα Φλεγόμενη Καρδιά.
Και αν φαντάζεσαι πως χρειάζεται μόνο η έμπνευση για να δημιουργηθεί ένα καλό σενάριο, τότε μάλλον θα χρειαστεί να διαβάσεις με προσοχή τη συνέντευξη που μας έδωσαν στο Queen.gr με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης.
Πώς λοιπόν δημιουργείται ένα σενάριο; Τι θα αλλάξει στο μέλλον στην ελληνική τηλεόραση και πόσο καθοριστική είναι η online θέαση; Αλλά και ποιες ήταν οι προκλήσεις, όταν δημιούργησαν τις κορυφαίες τους τηλεοπτικές επιτυχίες;
Τι είναι για εσάς η έμπνευση; Πώς μία ασυνείδητη ιδέα, γίνεται ιστορία;
Η έμπνευση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αναζήτηση. Την αναζήτηση που κάνεις ως άνθρωπος μέσα από τα βιβλία, τις τέχνες, τα αληθινά βιώματα και τους στοχασμούς σου. Οτιδήποτε θα μπορούσε να αποτελέσει το εφαλτήριο για μια ενδιαφέρουσα ιστορία και η εξέλιξή της σε σενάριο έγκειται στην επιθυμία σου να την αναπτύξεις. Η έμπνευση κοινώς δεν έρχεται από το πουθενά. Πρέπει να την προκαλείς, να δίνεις ερεθίσματα στη σκέψη σου. Να παρακολουθείς τις δουλειές άλλων, να γνωρίζεις τι παράγεται σε διεθνές επίπεδο. Αυτή είναι μια καθημερινή διεργασία για εμάς, ένας τρόπος ζωής που τον απολαμβάνουμε και δεν το αντιμετωπίζουμε ως μια επαγγελματική υποχρέωση.
Πότε ανακαλύψατε ότι έχετε το ταλέντο ώστε να γράφετε ιστορίες;
ΜΤ: Η δική μου επαφή με τη συγγραφή σεναρίου έγινε στα πλαίσια των σπουδών μου στη σκηνοθεσία. Όλοι τότε κάναμε ταινιάκια μικρού μήκους και γράφαμε και τα σενάρια. Όταν γνώρισα τον Πέτρο αρχίσαμε να γράφουμε μαζί και κάπως έτσι ξεκίνησε η εξοικείωση μ’αυτήν τη μορφή τέχνης αλλά και με την τεχνική της. Στην πορεία η αγάπη για τη συγγραφή δυνάμωσε τόσο ώστε να παραμερίσει κάθε άλλο τρόπο έκφρασης μέσα από τη μυθοπλασία. Δεν ανακάλυψα λοιπόν κάποιο ταλέντο, ανακάλυψα όμως τη θέλησή μου ν’αφοσιωθώ ολοκληρωτικά σ’αυτό.
ΠΚ: Όντας αθλητής στα νεανικά μου χρόνια, αντιλήφθηκα νωρίς τη σημασία της αφοσίωσης και της επιμονής για την επίτευξη των στόχων σου, παρά το ταλέντο που φαντάζεσαι ότι έχεις. Ομοίως λοιπόν θα απαντήσω κι εγώ πως το κίνητρο για την ενασχόλησή μου με το σενάριο ήταν η αγάπη μου για το σινεμά, που ξεκίνησε από πολύ νωρίς. Το πρώτο μου σενάριο το έγραψα σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, έπειτα από κάποια σεμινάρια που παρακολούθησα στο Γερμανικό Ινστιτούτο της Θεσσαλονίκης. Δεν είχα ιδέα πόσο δύσκολο ήταν. Αγνοούσα τα βασικά, δεν ήξερα καν να δαχτυλογραφώ στη γραφομηχανή που δανείστηκα από τον πατέρα ενός συμμαθητή μου. Αυτό όμως δεν με εμπόδισε απ’ το να αφοσιωθώ και να το ολοκληρώσω. Δεν μπορώ να πω πως διέκρινα τότε κάποιο ταλέντο. Το αντίθετο μάλλον. Αλλά με τον ίδιο τρόπο πορεύομαι μέχρι τώρα. Λατρεύω αυτό που κάνω, προσπαθώ να μαθαίνω, να εξελίσσομαι και να εκφράζομαι όσο καλύτερα μπορώ μέσω αυτής της δημιουργικής διαδικασίας.
Περνάτε εύκολα από το στάδιο της μοναχικής δημιουργίας, στο στάδιο της
ομαδικής συνεργασίας; Με τον σκηνοθέτη, την παραγωγή, τους ηθοποιούς που θα δώσουν υπόσταση στην ιστορία; Υπήρξε κάποιες φορές πολύ δύσκολη αυτή η διαδικασία;
Μας έχουν τύχει δύσκολες συνεργασίες, αλλά είμαστε σίγουροι πως κάθε επαγγελματίας του χώρου έχει να αναφέρει τουλάχιστον από μια τέτοια περίπτωση. Η δημιουργία μιας σειράς είναι μια πολύπλοκη διαδικασία. Ως σεναριογράφος έχεις μια εικόνα καθώς ξετυλίγεις την ιστορία στο χαρτί. Αυτή η εικόνα όμως είναι ατελής τις περισσότερες φορές. Κι εκεί χρειάζεσαι τη συμβολή των συνεργατών σου για να αποκτήσει σάρκα και οστά. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει πολλή κουβέντα και καλή συνεννόηση μεταξύ όλων. Η μυθοπλασία άλλωστε είναι ένα ομαδικό «σπορ». Δεν μπορείς να παράξεις μια σειρά μόνος σου.
Πρέπει να είσαι σε θέση να ακούς, να υποχωρείς, να υπερασπίζεσαι τις ιδέες σου σεβόμενος και την άλλη άποψη και κυρίως να εμπιστεύεσαι το ταλέντο των συνεργατών σου. Αν νομίζεις πως μόνο εσύ έχεις το «χάρισμα», τότε κάνεις λάθος δουλειά.
Τουλάχιστον σε αυτό το κομμάτι, έχουμε σταθεί τυχεροί τα τελευταία χρόνια. Η συνεργασία μας με τον Λευτέρη Χαρίτο και τον παραγωγό μας Γιάννη Καραγιάννη είναι κάτι παραπάνω από επιτυχημένη, σε όλα τα επίπεδα. Έχουμε γίνει μια ομάδα που ξέρουμε ο ένας τα «χούγια» και τις παραξενιές του άλλου, όπως και τα προτερήματά του.
Λένε πως ένας σεναριογράφος, πρέπει να ξέρει από την αρχή, το τέλος της ιστορίας του. Υπάρχει σωστό ή λάθος σε αυτό;
Δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει ένας τρόπος για να το προσεγγίσεις. Εξαρτάται από τη φόρμα της ιστορίας που θες να πεις. Είναι δηλαδή άλλη η προετοιμασία που κάνεις για μια ταινία, άλλη για μια μίνι σειρά, άλλη για μια σειρά πολλών επεισοδίων. Τις περισσότερες φορές ξεκινάς έχοντας μια συγκεκριμένη πρόθεση για το πού θα καταλήξουν οι ήρωές σου, πώς θα τελειώσει αυτό που σχεδιάζεις να γράψεις. Όχι όμως στο βαθμό που αυτό θα σ’εμποδίσει να αναπτύξεις την ιστορία πιο δημιουργικά. Ειδικά στις σειρές πολλών επεισοδίων θεωρούμε πως είναι καλύτερο να «αφήνεσαι» μαζί με τους ήρωές σου και να τους παρακολουθείς όσο εξελίσσονται, γιατί εκεί το φινάλε θα έρθει για παράδειγμα μετά από 100 επεισόδια, άρα σίγουρα θα χρειαστεί να επαναπροσδιορίσεις κάποια πράγματα. Το πιο σημαντικό όμως είναι να κρατάς όσο πιο στιβαρά μπορείς την πλοκή, να θυμάσαι ποιος είναι ο στόχος των ηρώων σου και να υπάρχει συνέπεια σ’αυτό που αφηγείσαι. Κι επειδή το φινάλε είναι αγχωτικό για κάθε σεναριογράφο, έχουμε αναπτύξει το δικό μας «μηχανισμό στήριξης». Δηλαδή αφού το γράψουμε, ζητάμε την άποψη του σκηνοθέτη μας και των πρωταγωνιστών οι οποίοι «κουβαλάνε» για μήνες ή και χρόνια έναν χαρακτήρα. Συνήθως δεν προλαβαίνουμε καν να τους ρωτήσουμε, μας παίρνουν οι ίδιοι να μας τα πούνε. Όταν λοιπόν το νιώσουν κι αυτοί σωστό, τότε έχουμε μια παραπάνω σιγουριά γι’αυτό που παρουσιάζουμε.
Ζήσαμε την εποχή της άνθησης της ελληνικής TV, περάσαμε στην εποχή του πειραματισμού και μετά είχαμε μία μικρή παύση λόγω της οικονομικής κρίσης. Στην 35χρονη ιστορία της ιδιωτικής τηλεόρασης όμως, εσείς θα αναφέρεστε πάντα, ως εκείνοι που αρχικά με τον «Σιωπηλό Δρόμο» και αργότερα με τις «Άγριες Μέλισσες» ανοίξατε ένα νέο κεφάλαιο γεμάτο ελπίδα για τους δημιουργούς και την ελληνική τηλεόραση. Πόσα πράγματα ρισκάρατε εκείνη την εποχή;
Εμείς μεγαλώσαμε μέσα στην αρχή της ιδιωτικής τηλεόρασης και ζήσαμε αυτήν την άνθηση που λέτε, στην οποία είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε πληθώρα εξαιρετικών σειρών και μάλιστα σε πολλά είδη. Η εποχή της απόλυτης παύσης όμως, αν το σκεφτείτε, είναι λίγο μύθος. Σίγουρα υπήρξε η περίοδος που δεν γίνονταν τόσες σειρές, αλλά η μυθοπλασία δεν εξαφανίστηκε. Όταν προβλήθηκα οι Άγριες Μέλισσες, υπήρχαν σειρές και στον Αντ1 και στον Alpha και στον Σκάι, το Mega ξεκινούσε πάλι τις παραγωγές και το Open είχε πρόγραμμα μυθοπλασίας. Οπότε σας ευχαριστούμε για τα καλά σας λόγια, αλλά δεν θεωρούμε ότι ανοίξαμε κάποιο κεφάλαιο, γιατί αυτό το κεφάλαιο δεν έκλεισε ποτέ.
Ως προς την ερώτησή σας, δεν ρισκάραμε τίποτα, γιατί δεν είχαμε να χάσουμε τίποτα. Σίγουρα δεν γνωρίζαμε την αποδοχή που θα είχαν οι Άγριες Μέλισσες ούτε ξέραμε αν κάποιο κανάλι εθνικής εμβέλειας θα επένδυε σε μια μίνι σειρά, όπως ο Σιωπηλός Δρόμος. Ήταν δυο ιστορίες που μας άρεσαν πολύ, θέλαμε να τις αφηγηθούμε και αυτό είναι το μόνο μας κριτήριο για να υποβάλλουμε μια πρόταση. Το ότι εγκρίθηκαν και υλοποιήθηκαν ήταν μια ευτυχής συγκυρία, καθώς μέχρι τότε είχαμε εισπράξει και πάρα πολλά «όχι» σε προτάσεις που κάναμε. Αν τώρα αυτό ήταν μια αρχή για να επιστρέψουν τα κανάλια πιο ενεργά στη μυθοπλασία, δε θα το απαντήσουμε εμείς. Απλώς χαιρόμαστε που συνέβη.
Μετά τις «Άγριες Μέλισσες» όλοι ήθελαν (στα ιδιωτικά κανάλια και στη δημόσια τηλεόραση) να κάνουν σειρά εποχής. Να «αντιγράψουν» την επιτυχία σας. Παράλληλα κάποιοι επηρεάζονται τελευταία και από τις τάσεις του εξωτερικού. Αν για παράδειγμα στις ξένες πλατφόρμες κάνουν επιτυχία οι αστυνομικές σειρές, αστυνομικές σειρές (με πρωτότυπο σενάριο) ή ως μεταφορά ξένου format, έχουμε και εμείς. To θεωρείτε αυτό μία φυσική εξέλιξη των πραγμάτων;
Καταρχάς να πούμε ότι δε θεωρούμε πως «αντιγράφει» κανείς την όποια επιτυχία μας. Σειρές εποχής γίνονταν από την εμφάνιση της τηλεόρασης κι όχι μόνο της ιδιωτικής. Είναι ένα είδος πολύ διαδομένο και αγαπητό παγκοσμίως. Οι Άγριες Μέλισσες ήταν το έναυσμα για να ξαναφέρουμε σειρές εποχής στην τηλεόραση, αλλά αυτό δεν αποτελεί «αντιγραφή».
Από την άλλη, οι τάσεις που λέτε υπάρχουν και είναι μεγάλο ζητούμενο και αντικείμενο συζήτησης και έρευνας στις ευρωπαϊκές τηλεοπτικές αγορές που οργανώνονται κάθε χρόνο. Είναι μια απολύτως φυσιολογική διαδικασία σε μια προσπάθεια να αποσαφηνιστούν οι προτιμήσεις του κοινού και να επενδύσουν τα κανάλια σε είδη που θεωρούνται τα πιο δημοφιλή εκείνη την περίοδο. Γι’αυτό παρατηρούνται τα φαινόμενα μιας ξαφνικής πληθώρας από συγκεκριμένα είδη τα οποία στη συνέχεια μπορεί να φθίνουν. Όπως βλέπουμε βέβαια η υπερβολή δεν φέρνει ποτέ τα επιθυμητά αποτελέσματα. Κατά τη γνώμη μας χρειάζεται μια ποικιλία στα προγράμματα που επιλέγονται και τελικά αυτό που μετράει είναι πόσο καλή είναι η ιστορία που θες να πεις κι όχι τόσο το είδος στο οποίο αυτή ανήκει.
Η διαφημιστική αγορά και οι κατηγορίες κοινού που παρακολουθούν τηλεόραση «ορίζουν» το τι θα πρέπει να δημιουργούν σεναριογράφοι και σκηνοθέτες;
Δεν θα το θέταμε ακριβώς έτσι. Η ελεύθερη τηλεόραση έχει ως μοναδικό έσοδο τη διαφήμιση. Και ποτέ η διαφημιστική αγορά δεν έχει επιβάλει τάσεις και περιεχόμενο. Αυτό το κάνουν τα κανάλια επιλέγοντας τα προγράμματα που θεωρούν ότι θα φέρουν επιτυχία και θα κοστολογηθούν ακριβότερα σύμφωνα με τις κατηγορίες του αγοραστικού κοινού. Αυτό που πράγματι αλλάζει τα τελευταία χρόνια και επηρεάζει το ύφος και το περιεχόμενο των σειρών, είναι η ραγδαία φυγή του κοινού από την ελεύθερη τηλεόραση, κυρίως λόγω της έλευσης των πλατφορμών, των social media και της μεταχρονολογημένης παρακολούθησης διαδικτυακά. Με απλά λόγια το κοινό μειώνεται και αλλάζει σύσταση. Επίσης τα έσοδα των σταθμών έχουν μειωθεί, πράγμα που επηρεάζει το επίπεδο των παραγωγών που εγκρίνονται. Και δεν συζητάμε τι θα συμβεί αν ο ΕΚΟΜΕ σταματήσει να χρηματοδοτεί την ελληνική μυθοπλασία. Το χάσμα θα μεγαλώσει περισσότερο και οι ελληνικές σειρές θα
χάσουν τελείως την ανταγωνιστικότητά τους. Γιατί κακά τα ψέματα πλέον η ελληνική μυθοπλασία ανταγωνίζεται τις ξένες πλατφόρμες στην προσέλκυση του κοινού.
Επομένως αυτό είναι το φαινόμενο που μας προβληματίζει και μας δημιουργεί ανασφάλεια για το μέλλον. Λειτουργώντας μόνο στα πλαίσια της ελεύθερης τηλεόρασης, η θεματολογία και τα είδη που έχεις να επιλέξεις είναι περιορισμένα και αυτό δεν χρειάζεται κάποιος να στο επιβάλει. Το επιβάλεις μόνος σου στον εαυτό σου, καθώς οφείλεις να παράγεις κάτι που απευθύνεται στο κοινό που σε παρακολουθεί. Ειδάλλως τι νόημα έχει; Δεν είναι μια προσωπική τέχνη η τηλεόραση.
Τώρα, αν μας ρωτάτε πως αυτό θα μπορούσε στο μέλλον να διορθωθεί για να υπάρξει
και ο επιθυμητός πλουραλισμός στο είδος των σειρών που παράγονται, δυστυχώς δεν έχουμε μια σίγουρη απάντηση. Αναμφίβολα όλοι οι δημιουργοί θα θέλαμε να υπάρχουν ευκαιρίες μέσω της ανάπτυξης πλατφορμών, που θα επενδύουν στην ελληνική μυθοπλασία. Προσπάθειες σαν το ΑΝΤ1+ δεν πρέπει να αποτύχουν και οι ξένες πλατφόρμες οφείλουν να μπουν πιο ενεργά στην παραγωγή εγχώριων σειρών.
Επίσης η εξέλιξη των ελεύθερων καναλιών μέσω της αξιοποίησης του web τους και της online παρακολούθησης είναι επιβεβλημένη. Τι όφελος έχει να τοποθετείται μια σειρά στο web ενός καναλιού όταν εκεί δεν μπορεί καταγραφεί το είδος του κοινού που την παρακολουθεί και δεν συνυπολογίζεται στην τελική τηλεθέαση;
Τι βλέπετε να αλλάζει σε παγκόσμιο επίπεδο στην τηλεόραση και πόσο θα επηρεαστεί και η δική μας;
Η τηλεόραση έχει ήδη αλλάξει στο εξωτερικό με την έλευση των πλατφορμών και αυτό έχει λειτουργήσει προς όφελος της μυθοπλασίας. Για την ακρίβεια ζούμε μια άνθιση σε αυτόν τον τομέα που θα συνεχιστεί κατά τη γνώμη μας. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε όλο και περισσότερες δουλειές, με μεγαλύτερα budget και σημαντικούς συντελεστές. Ποιος θα φανταζόταν πριν από μερικά χρόνια τον Gus Van Santνα σκηνοθετεί το «Feud:Capote vs the swans» και τον Alfonso Cuarón να δημιουργεί μια σειρά σαν το «Disclaimer»; Ως τηλεθεατές νιώθουμε πανευτυχείς, και είναι κάτι που θα θέλαμε να συμβεί και στη δική μας τηλεόραση ώστε να το εισπράξουμε και ως δημιουργοί. Αλλά όπως αναλύσαμε στην προηγούμενη απάντησή μας, έχουμε πολύ δρόμο να διανύσουμε.
Έχετε γίνει πιο προσεκτικοί – είτε λόγω του λεγόμενου political correct στα κοινωνικά μηνύματα που πρέπει να περνούν μέσω των ιστοριών σας;
Ειλικρινά δεν έχουμε νιώσει ποτέ την ανάγκη να αυτολογοκριθούμε, γιατί έτσι κι αλλιώς πάντα προσπαθούσαμε να είμαστε προσεκτικοί στην διαχείριση κοινωνικών θεμάτων. Προσεκτικοί, όχι στο να στρογγυλεύουμε μια κατάσταση, γιατί όταν θες να αναδείξεις ένα θέμα, κατά τη γνώμη μας πρέπει να το παρουσιάζεις όσο πιο ρεαλιστικά γίνεται. Αλλά η προσοχή έγκειται στο να είναι καθαρή η πρόθεση σου για το τι ακριβώς θες να πεις μέσα απ’αυτό. Κι αυτή πιστεύουμε πως είναι η μεγαλύτερη ευθύνη ενός δημιουργού. Η καθαρότητα της πρόθεσής του γι’αυτό που επιλέγει να δείξει ή να αφηγηθεί.
Πόσες φορές έχετε διαφωνήσει για την «πορεία» που θα έχει μία ηρωίδα ή ένας ήρωας σας; Και πόσες φορές έχετε κάνει αλλαγή πλεύσης, επειδή ένας ή μία ηθοποιός με το ταλέντο του, οδήγησε «αλλού» το σενάριο; Ή και το αντίστροφο, επειδή θεωρούσε ότι δεν μπορούσε να το υποστηρίξει.
Υπάρχουν διαφωνίες και συζητήσεις και αναλύσεις και τα πάντα… Στην ουσία δεν είναι η μοναχική πορεία του κάθε ήρωα αλλά η πλοκή της ιστορίας που αποτελεί την πιο δύσκολη διαδικασία. Γιατί όσο κι αν αγαπάμε τους χαρακτήρες μας και προσπαθούμε να τους αναπτύσσουμε όσο καλύτερα μπορούμε, το όχημα στο οποίο κινούνται και χρειάζεται φροντίδα είναι η πλοκή και η εξέλιξη. Τώρα για ν’απαντήσουμε στην επόμενή σας ερώτηση, το ταλέντο του κάθε ηθοποιού δεν οδηγεί αλλού το σενάριο για δύο λόγους. Από τη μια είχαμε την τύχη να δουλέψουμε με εξαιρετικά ταλαντούχους ανθρώπους σε όλους τους ρόλους. Από την άλλη υπάρχει κι ένα πρακτικό εμπόδιο. Τα σενάρια γράφονται μήνες προτού υπάρξει τελικό καστ και αρχίσουν τα γυρίσματα, επομένως πολλές αποφάσεις έχουν παρθεί νωρίτερα.
Αυτή πάντως είναι μια γενικότερη κουβέντα που γίνεται συχνά για το πόσο η δημοφιλία ενός χαρακτήρα ή οι επιθυμίες του κοινού μπορούν να επηρεάσουν μια εξέλιξη. Είναι, κατά τη γνώμη μας, μια μεγάλη παγίδα για τον κάθε δημιουργό.
Η εμπειρία μας, μας έχει δείξει πως ούτε συνταγές υπάρχουν, ούτε το κοινό είναι μια μονάδα. Ο κάθε θεατής έχει την άποψή του, τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την ιστορία, τις δικές του επιθυμίες για μια εξέλιξη. Άρα ποια ακολουθείς; Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να πεις την ιστορία που θες και μετά οι θεατές να κρίνουν αν τους άρεσε ή όχι. Αρκεί εσύ που την γράφεις να ξέρεις γιατί έκανες την κάθε επιλογή. Αυτό πιστεύουμε ότι είναι το πιο έντιμο, ακριβώς γιατί σέβεσαι το κοινό κι όχι γιατί το αγνοείς.
Ποια σειρά θα τη χαρακτηρίζατε all time classic για πολλούς λόγους;
ΜΤ: Είναι αρκετές οι σειρές που θεωρώ αριστουργήματα, όπως το Succession, το Breaking bad, το Mad men, το White Lotus, το The Crown και πολλές άλλες. Αλλά το all time classic, είναι κάτι διαφορετικό. Εγώ αυτόν τον τίτλο θα τον έδινα στα Φιλαράκια. Δεν ξέρω πολλές σειρές που να τις έχουν παρακολουθήσει διαφορετικές γενιές και να μη χάνουν σε φρεσκάδα και δημοφιλία όσο η συγκεκριμένη.
ΠΚ: Από ελληνικές θα ξεχώριζα, τους Αυθαίρετους, τους Δύο ξένους, το Παρά πέντε και το Σ’αγαπώ μ’ αγαπάς. Ίσως να αδικώ κάποιες, αλλά στην κωμωδία γενικότερα έχουμε να επιδείξουμε καταπληκτικές δουλειές. Από ξένες σειρές θα ανέφερα πάνω κάτω τις ίδιες με τη Μελίνα, προσθέτοντας και το Boardwalk Empire με το House of cards. Δυο σειρές που σηματοδότησαν την άνθιση των σειρών πλατφόρμας, σκηνοθετημένες από δυο μεγάλους δημιουργούς, τον Martin Scorsese και τον David Fincher αντίστοιχα.