Ένας έρωτας, δύο θρησκείες: Η ιστορία μιας Ελληνίδας που ερωτεύτηκε έναν μουσουλμάνο
Φτάνει η αγάπη για να ξεπεραστούν όλα τα εμπόδια;
Δύο άνθρωποι, δύο θρησκείες, δύο κουλτούρες. Τους ενώνει ο έρωτας, τους χωρίζει ο Θεός ή ο Αλλάχ. Είναι αρκετό ένα «θέλω» να αλλάξει τα πρέπει ακόμα και αν πιστέψουμε μόνο στο Θεό της αγάπης;
«Ήταν ένας μεγάλος έρωτας που ήταν έτοιμος να ξεπεράσει τα όρια. Τα όρια κάθε θρησκείας, κάθε χρώματος, κάθε τρόπου ζωής. Δυστυχώς ξεπέρασε τα όρια της δικής μου αξιοπρέπειας και σταμάτησε εκεί.
Πριν από δύο χρόνια ετοιμαζόμουν να παντρευτώ. Μόλις είχα μπει στη δουλειά που ονειρευόμουν, στο δημόσιο και έτσι με τον Άρη αποφασίσαμε να αγοράσουμε σπίτι, να πάρουμε τα έπιπλα και να πάμε για τις άδειες γάμου. Ήμουν ικανοποιημένη που μαζί του δεν είχα προβλήματα. Αυτόν τον άντρα έψαχνα σε όλη μου τη ζωή. Η εικόνα των γονιών μου να τσακώνονται ήταν ο λόγος που επεδίωκα μια ήρεμη ζωή και ας στερούμουν τον έρωτα και το πάθος για τον σύντροφό μου. Κανείς δεν τα έχει όλα σκεφτόμουν. Ο Άρης δεν θύμωνε, δεν νευρίαζε, δεν τσακώνονταν. Με άφηνε να βγαίνω με τις φίλες μου όσο συχνά ήθελα. Εκείνος δεν έβγαινε, δεν έδινε δικαιώματα. Προτιμούσε το σπίτι, την τηλεόραση και τα σαββατοκύριακα στο κοντινό εξοχικό του μαζί με τους γονείς του πάντα. Μόλις βάλαμε και τα έπιπλα στο σπίτι χτύπησε το καμπανάκι. Είχε ξαναχτυπήσει αλλά έκανα πως δεν άκουγα. Οι σκέψεις ότι η ζωή μου στα 29 ήταν πιο βαρετή και από συνταξιούχου άρχισαν να τρελαίνουν το μυαλό μου. Δεν ήθελα να χωρίσω. Αποφάσισα να βρω ένα καινούριο χόμπι. Αυτό σίγουρα θα διώξει τις κακές σκέψεις και θα με βγάλει από την ρουτίνα σκεφτόμουν. Σχολή χορού λοιπόν για να αφιερωθώ στην μεγάλη μου αγάπη... τον latin χορό.
Εκεί στο 1ο όροφο του συνοικιακού γυμναστηρίου ανακάλυψα ότι η μεγάλη μου αγάπη τελικά θα γίνονταν ο Αχμέντ. Ήταν 34 χρονών, είχε έρθει από την Αίγυπτο και δούλευε στη χώρα μας ως ελαιοχρωματιστής. Το σημαντικότερο ήταν ότι χόρευε υπέροχα το tango. Πάντα είχα μια προτίμηση στους μελαψούς. Έδειξε ότι με ήθελε από την πρώτη στιγμή. Του είπα για τον αρραβώνα μου με τον Άρη. Κατάλαβε αλλά συνέχιζε να με φλερτάρει. Πρόσωπο αγγελικά πλασμένο, γλυκομίλητος, κοινωνικός, με όρεξη για ζωή, με χιούμορ, καθόλου συντηρητικός, βγαίναμε έξω και χορεύαμε ως το πρωί. Δεν έτρωγε χοιρινό και μόνο από αυτό καταλάβαινες ότι ήταν μουσουλμάνος. Είχε όσα δεν είχε ο Άρης. Ο αρραβώνας μαζί του διαλύθηκε με σχετικές γρήγορες διαδικασίες. Ο Άρης δεν έμαθε ποτέ τον λόγο, έδειξε κατανόηση και ακόμα και σήμερα μιλάμε στο τηλέφωνο. Μπορεί και να κατάλαβε. Το μεγάλο ταξίδι μου με τον Αχμέντ ξεκινούσε και θα ήταν μακρύ και επίμονο.
Στο πρώτο εξάμηνο της σχέσης είχαμε μόνο γλυκόλογα και ατελείωτα σαββατοκύριακα αγκαλιά στον καναπέ. Εκεί έμαθα ότι είχε 8 αδέρφια στην Αίγυπτο όλα παντρεμένα με παιδιά. Οι αδερφές του έμεναν σπίτι, υπηρετούσαν όπως μου έλεγε τους άντρες τους και μεγάλωναν τα παιδιά τους. Γέλαγε. Ήμασταν συνέχεια μαζί. Νόμιζα ότι αυτό συνέβαινε γιατί ήμασταν τόσο ερωτευμένοι που δεν θέλαμε να αποχωριστεί ο ένας τον άλλο. Άφησα φίλους, γνωστούς και οικογένεια. Ένα πρωινό μετά τη δουλειά, ένας συνάδελφος μου μου είπε να πάμε να πιούμε ένα καφεδάκι. Χωρίς σκέψη είπα ναι. Όταν την επόμενη μέρα το ανέφερα στον Αχμέντ ήρθε το τέλος του κόσμου. Το πρόσωπό του σκοτείνιασε. Τα αγγελικά χαρακτηριστικά του άλλαξαν, αγρίεψαν. Οι κατηγορίες έρχονταν η μία μετά την άλλη. Μετά από δύο ώρες ακόμα τον κοιτούσα με κλειστό το στόμα. Σταμάτησα να εξηγώ από το πρώτα κιόλας λεπτά. Μόνο εκείνος μίλαγε. Με χώρισε. Πήγα σπίτι. Πρώτη φορά άκουγα τόσο απαξιωτικά λόγια. Έκλαψα μέχρι να με πάρει ο ύπνος. Την άλλη μέρα πήρε τηλέφωνο. Χωρίς να ακούσω συγνώμη αλλά θεωρώντας ότι μετάνιωσε για όσα μου είχε πει επέστρεψα στην αγκαλιά του. Μου φανέρωσε τον αυταρχισμό του και την προσκολλημένη πίστη του στο Κοράνι μόνο αφού τον ερωτεύτηκα ολοκληρωτικά, όταν πια βεβαιώθηκε ότι ήμουν ανήμπορη. Στον πρώτο Σεπτέμβρη που περάσαμε μαζί με ενημέρωσε ότι επειδή ξεκινούσε το Ραμαζάνι (μεγάλη θρησκευτική γιορτή των Μουσουλμάνων) δεν θα συναντιόμασταν για πολλές μέρες γιατί η θρησκεία του δεν του επιτρέπει κατή τη διάρκεια της γιορτής αυτής να μιλάει σε γυναίκα εκτός και αν είναι η γυναίκα του. Περνούσε ο καιρός, παρέμενα ερωτευμένη και εξαρτημένη. Με κατηγορούσε και υπέμενα. Η θρησκεία του όμως δεν ενέκρινε τίποτα από όσα έκανα. Όταν του έλεγα ότι θα συναντηθώ με φίλες μου έλεγε ότι πάω με άντρες. Με κατηγορούσε ότι ντυνόμουν προκλητικά. Το τζιν ήταν κολλητό, η μπλούζα στενή. Ακόμα και το μαγιό στην παραλία δεν μπορούσε να δεχτεί. Η αυτοπεποίθηση μου έπεσε και έπεφτε συνέχεια. Έψαχνα για βοήθεια. Η αδερφή μου μου έλεγε ότι δεν τα αξίζω όλα αυτά, αλλά δεν την πίστευα. Ο Αχμέντ εκφράζονταν άσχημα και για εκείνη και για όλους τους φίλους μου. Μετά από τους καβγάδες μας, με χώριζε, με έδιωχνε και όταν πια το τηλέφωνο χτύπαγε 20 φορές το σήκωνα και με γύρναγε κοντά του. Το μόνο που έλεγα ήταν να μην τύχει σε καμία γυναίκα αυτό που πέρναγα εγώ. Η κατάσταση ήταν αδιέξοδο. Για να αποφύγουμε τους τσακωμούς δεν βρισκόμασταν συχνά. Συναντιόμασταν μία φορά την εβδομάδα και όλες τις υπόλοιπες μέρες και ώρες μιλούσαμε στο κινητό. Με έπαιρνε τηλέφωνο στις τέσσερις το πρωί γιατί ήθελε να βεβαιωθεί ότι ήμουν στο σπίτι μου. Λίγο πριν έρθει το φετινό καλοκαίρι πήγα σπίτι του για να μιλήσουμε για το που θα πηγαίναμε διακοπές. «Δεν ήμαστε παντρεμένοι, πως θα πάμε διακοπές;» Για τους μουσουλμάνους αυτό είναι αμαρτία. Μα πως; Τα βράδια που κοιμόμασταν σπίτι του, δεν ήταν αμαρτία; Πέρσι που πήγαμε στην Πάρο; Ήθελε να παντρευτούμε. Να άλλαζα θρησκεία, να φορούσα μπούρκα και να του κάνω παιδιά. Έτσι απλά. Βρήκα τη δύναμη και έκλεισα διακοπές. Έφυγα για Παξούς με μια φίλη, την μόνη που μου έμεινε. Του το είπα, με χώρισε. Έφυγα με διάθεση να περάσω καλά. Όχι να βρω άλλον, απλά να αλλάξω διάθεση. Την δεύτερη μέρα διακοπών άρχισε να με παίρνει τηλέφωνο. 50 κλήσεις σε μισή ώρα Δεν το σήκωσα.. Έπαιρνε και ξανάπαιρνε και την αδερφή μου. Γύρισα Αθήνα και μου είπε ότι έπρεπε να με δει. Πήγα σπίτι του. Κλείδωσε την πόρτα πίσω του. Με έβρισε, με απείλησε ότι δεν θα φύγω από το σπίτι αν δεν του έλεγα με πόσους κοιμήθηκα. Πήγα στο μπάνιο, πήρα τηλέφωνο την αδερφή μου να έρθει να με πάρει. Ήρθε από κάτω. Εκείνος με έβρισε και άλλο και ξεκλείδωσε την πόρτα. Έτρεξα όπως ο ισοβίτης την μέρα της αποφυλάκισης. Κατέβαινα τα σκαλιά, φοβισμένη μην με ακολουθεί, δεν κοίταξα πίσω. Έτρεχα. Σε κάθε σκαλοπάτι νόμιζα ότι άφηνα και κάθε σκέψη, κάθε ανάμνηση. Το κελί που έμενα για 2 χρόνια είναι πίσω.
Του ξέφυγα; Αυτό συνέβη πριν από ένα μήνα. Με πήρε τηλέφωνο. Μου είπε αν αλλάξω, αν του φέρομαι σωστά, αν τον σέβομαι, αν δεν πηγαίνω με άλλους, αν σηκώνω το τηλέφωνο ότι ώρα με παίρνει, αν θέλω να μάθω το Κοράνι και να ζήσω σύμφωνα με αυτό τότε θα τα βρούμε. Πρώτη φορά μέσα μου ξέρω ότι δεν έχει νόημα να γυρίσω. Ακόμα τον θέλω αλλά αυτή είναι μια μάχη που πρέπει να δώσω. Όλοι καθημερινά δίνουμε μάχες. Και είμαι σίγουρη ότι και εκείνος δίνει την δική του.
Δεν θέλω να πιστέψω ότι για όλα αυτά φταίει η θρησκεία του. Πιστεύω ότι μόνο οι άνθρωποι φταίνε. Λέω την ιστορία μου γιατί ξέρω ότι υπάρχουν γυναίκες που περνάνε τα ίδια. Και αν την διαβάσει έστω και μία πρέπει να ξέρει ότι μπορεί να βρει τη δύναμη να ξεφύγει από τον πάτο. Γιατί από εκεί μόνο πιο πάνω μπορείς να πας».