Δημήτρης Πέτρου: Ο σχεδιαστής ανοίγει την πόρτα του ατελιέ του & μιλά για όλα στο Queen.gr
Ο «μάγος» του tailoring μας υποδέχθηκε στο Κολωνάκι και μιλήσαμε για τη νέα του συλλογή, το Madwalk, την ελληνική μόδα, το στυλ των Ελληνίδων & πολλά ακόμη...
Βρεθήκαμε στο Κολωνάκι και πιο συγκεκριμένα στην οδό Κανάρη 23, όπου ο Δημήτρης Πέτρου μας υποδέχθηκε στο minimal ατελιέ του. Ο ίδιος, μέσα σε μερικά μόνο χρόνια, έχει καταφέρει να εδραιώσει το όνομά του στη μόδα και οι δημιουργίες του αποτελούν σταθερά πρώτη επιλογή των περισσότερων διασήμων στην Ελλάδα - ο Σάκης Ρουβάς, η Άλκηστις Πρωτοψάλτη, η Ελευθερία Αρβανιτάκη, η Δέσποινα Βανδή, οι Μέλισσες & η Τάμτα, είναι μόνο μερικοί από τους καλλιτέχνες που έχουν φορέσει Dimitris Petrou. Αγαπά τη ζεν αισθητική και τις καθαρές γραμμές – πράγμα που φαίνεται τόσο στα ρούχα του, όσο και στον υπέροχα διακοσμημένο χώρο του, που θα έλεγε κανείς ότι καθρεφτίζει την ήρεμη και ισορροπημένη προσωπικότητά του, ενώ η προσοχή του στη λεπτομέρεια, είναι το στοιχείο που κάνει κάθε του δημιουργία τόσο μοναδική.
Ας τον γνωρίσουμε όμως καλύτερα...
Από πού αντλείς έμπνευση για τις δημιουργίες σου;
Έμπνευση μπορεί να αποτελέσει κάθε φορά κάτι πολύ διαφορετικό. Μπορεί να είναι μια πολύ ωραία εικόνα που μπορεί να συναντήσω στο δρόμο, ή σε κάποιο ταξίδι μου, είτε ένα τοπίο, είτε μια γυναίκα που μπορεί να μου αρέσει πάρα πολύ το στυλ της, ο τρόπος της, η κίνησή της, μπορεί να είναι ένα τραγούδι, μια παράσταση... Κάθε φορά είναι κάτι τελείως διαφορετικό και αναπάντεχο κι αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον στη δουλειά μας, το ότι δηλαδή μπορεί να σου προκαλέσει τη δημιουργικότητα, το έναυσμα για δημιουργικότητα, οτιδήποτε μπορεί να συναντήσεις.
Πώς σου προέκυψε η καινούρια σου συλλογή; Από τι επηρεάστηκες αυτή τη φορά;
Η συλλογή s/s 2015 ονομάζεται “Fragmented Conversations”, που σημαίνει αποσπασματικές συζητήσεις. Είναι αποσπασματικές συζητήσεις όσον αφορά την υψηλή ραπτική και το tailoring, που είναι δυο κομμάτια που αγαπώ ιδιαίτερα και δουλεύω σε αυτά από την αρχή της καριέρας μου. Είναι αποσπασματικές συζητήσεις επίσης μεταξύ γυναικών και αντρών, πάντα αυτό το παιχνίδι που υπάρχει μεταξύ τους και μου αρέσει να δουλεύω στις συλλογές μου. Προσπαθώ, δηλαδή, να δανείζομαι στοιχεία που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σε γυναικεία outfits και να τα χρησιμοποιώ σαν details στα ανδρικά, αλλά και το αντίστροφο, να έχουμε κάποια masculine στοιχεία σε γυναικεία outfits. Έχει μια αυστηρή τριχρωμία η συλλογή – το λευκό, το μαύρο και το burnt orange – και η λογική στα πράγματα είναι ότι παρ’ ότι είναι τελειωμένα, ολοκληρωμένα, ήθελα να δώσω το στοιχεία του ατελείωτου. Σε κάποια ρούχα έχουν μείνει σαν κέντημα τα τρυπώματα και οι ραφές, τα φορέματα είναι αφοδράριστα, για να υπάρχει η αίσθηση του «μη ολοκληρωμένου», επιτηδευμένα πάντα. Σαν υλικά έχω χρησιμοποιήσει το μετάξι, crêpe de chine, επειδή είναι πολύ καλοκαιρινό και πολύ φίνο... Έχει μια ιδιαίτερη κίνηση... Φλοράλ οργάντζες που πάντα μου αρέσει σαν υλικό, cool wool στα ανδρικά. Έχω χρησιμοποιήσει επίσης ένα laser-cut δέρμα καστόρι. Επίσης, έχουμε παίξει με ρίγες, ριγέ οργάντζες σε λευκό και μαύρο, που έχουν δουλευτεί όμως σαν ψαροκόκκαλο και όχι σαν ρίγες. Τη συλλογή έχει ολοκληρώσει με τα αξεσουάρ του ο Γιώργος Μουτσάτσος, που είναι πολύ ταλαντούχος και κάναμε κάποια σκουλαρίκια και κάποια βραχιόλια στα χρώματα της συλλογής, για να συμπληρώσουν την εικόνα.
Κεφάλαιο Madwalk. Τι είδαμε φέτος στο show που ενώνει τη μουσική με τη μόδα και ποια είναι η σχέση σου με τους Έλληνες καλλιτέχνες;
Το πορτοκαλί φόρεμα που είναι κρεμασμένο, είναι αυτό που φόρεσε η Κάτια στην έναρξη της βραδιάς, ενώ φόρεσε και μια μαύρη ολόσωμη φόρμα δική μου με έντονο V-neck και οργάντζα στη μέση με διαφάνεια. Ήμουν παρέα με το Νίνο, ο οποίος είναι συνεργάτης και φίλος και θεωρώ ότι είναι εξαιρετικός performer! Ήταν η τρίτη χρονιά που συμμετέχω στο Madwalk, μετά την πρώτη χρονιά με τη Δέσποινα Βανδή και πέρυσι με τη Μελίνα των Vegas και φέτος με το Νίνο. Θεωρώ ότι είναι σαν διοργάνωση ένας πολύ σημαντικός φορέας που επικοινωνεί τη δουλειά μας στο κοινό. Είναι πολύ ενδιαφέρον το ότι το κοινό του είναι πολύ νεανικό, σε γνωρίζουν νέοι άνθρωποι και πάντα είναι δημιουργικό και ωραίο το να συνεργάζεσαι με καλλιτέχνες... Εγώ τυχαίνει, συμβαίνει, έχω τη χαρά να δουλεύω με πολλούς Έλληνες καλλιτέχνες, γιατί στο sur mesure εκ φύσεως κάθε φορά καλείσαι να κάνεις κάτι τελείως διαφορετικό. Από το να έχεις μια γυναίκα που της φτιάχνεις το νυφικό, που γι’ αυτήν είναι μια πολύ ιδιαίτερη στιγμή, έως και το κοστούμι, που είναι tailoring ενός άνδρα, μέχρι και με τους καλλιτέχνες που πολύ περισσότερο απ’ όλους τους υπόλοιπους, έχουν ανάγκες πολύ ιδιαίτερες – εννοώ ότι μπορεί να είναι μια συναυλία στο Ηρώδειο, όπως είχα συνεργαστεί το φθινόπωρο με την Ελευθερία Αρβανιτάκη, ή επίσης μια μεγάλη συναυλία που έκανε η Άλκηστις Πρωτοψάλτη στο Μέγαρο Μουσικής, αλλά και εμφανίσεις πολλών καλλιτεχνών σε κάποιο σχήμα ή μια συναυλία τους συγκεκριμένη. Είναι πολύ challenging το ότι κάθε φορά καλείσαι για το συγκεκριμένο πρόσωπο, πελάτη, συνεργάτη, να κάνεις κάτι τελείως διαφορετικό πάνω του, που θα καλύψει τις ανάγκες της εκάστοτε περίστασης. Αυτή για μένα είναι και η μαγεία του sur mesure και ότι καλούμαι κάθε φορά να κάνω κάτι μοναδικό για κάποιον άνθρωπο.
Πάνω σε αυτό, ήθελα να σε ρωτήσω... Πόση ώρα διαρκεί η κατασκευή ενός ρούχου και ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείται;
Δεν το έχω μετρήσει ποτέ σαν ώρες, όμως θα σου πω πώς έχει σαν διαδικασία. Γίνεται μια πρώτη συνάντηση, όπου συζητάμε με τον πελάτη τι έχουμε να κάνουμε, τι ανάγκες θα εξυπηρετήσει το συγκεκριμένο ρούχο. Πάνω σ’ αυτό κάνω τις προτάσεις μου σε μακέτες, σε σχέδια, βρίσκω τα κατάλληλα πανιά για την υλοποίηση του εκάστοτε ρούχου, και στη συνέχεια παίρνοντας τα μέτρα του πελάτη, ξεκινάμε σιγά-σιγά και χτίζουμε. Βγαίνει το πατρόν του ρούχου, κόβεται το ύφασμα, ξεκινάνε τα fittings και οι πρόβες, μέχρι το τελικό φινίρισμα του ρούχου. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία, γιατί ξεκινάς από ένα σκίτσο, μια ιδέα, από ένα κομμάτι πανί και στο τέλος βλέπεις ένα ολόκληρο outfit.
Ποιο θα έλεγες ότι είναι το πιο αγαπημένο σου sur mesure ρούχο μέχρι στιγμής;
Νομίζω ότι κάθε σεζόν έχω σίγουρα κάποια αγαπημένα. Πάντα λειτουργεί συμπληρωματικά, εννοώ το πώς το βλέπεις στο πλαίσιο, στο location που βλέπεις τοποθετημένο το ρούχο. Μπορεί να είναι και πιο συχνά αγαπημένο, κάθε εβδομάδα, κάποιες μέρες που έχω κάποιο αγαπημένο.
Έχεις αγαπημένους σχεδιαστές ή style icons από τα οποία επηρεάζεσαι;
Θα σου πω πώς έχει το θέμα με τους σχεδιαστές. Παρακολουθώ κάθε σεζόν ότι δείχνουν όλοι οι σχεδιαστές στο εξωτερικό, για να είμαι πάντα ενήμερος και να βλέπω πώς εξελίσσεται η μόδα. Κάθε φορά, με κερδίζει κάτι διαφορετικό. Και αυτό είναι το μαγικό στη μόδα. Αυτό που νιώθω, είναι ότι κάθε φορά, θα δω κάποιον που έχει κάνει μια υπέρβαση, που δε θα περιμέναμε, οπότε, έχω γενικώς αρκετούς αγαπημένους και κάθε φορά το ότι θα ξεχωρίσω ή θα θαυμάσω κάτι σε μια συλλογή θα είναι εντελώς διαφορετικό. Μπορεί να είναι το πόσο ευφάνταστη είναι, το πόσο έξυπνα εμπορική είναι, το πόσο καλοστημένο ήταν το show... Τα χρώματα, τα υφάσματα. Κάθε φορά κάτι διαφορετικό θα με κερδίσει σε μια συλλογή. Οπότε δεν μπορώ να σου πω ότι έχω στάνταρ κάποιους αγαπημένους σχεδιαστές. Σαφώς και έχω κάποιους που παρακολουθώ ανελλιπώς, αλλά είναι τόσο ωραίο που κάθε φορά ανακαλύπτω καινούρια πράγματα...
Η μόδα στην Ελλάδα περνάει αρκετά δύσκολα. Τι πιστεύεις ότι πρέπει να αλλάξει στην ελληνική μόδα, αλλά και στην ελληνική επιχειρηματικότητα και νοοτροπία, έτσι ώστε να εξελιχθεί;
Αρχικά, δεν υπάρχει ελληνική βιομηχανία, για την παραγωγή ρούχων μόδας. Θα έπρεπε να υπάρχει ένας κρατικός φορέας για να βοηθήσει όλους τους σχεδιαστές είτε είναι ρούχων, είτε κοσμημάτων, είτε παπουτσιών. Θεωρώ ότι έχουμε όλοι τη δυναμική, έχουμε ανθρώπους με ταλέντο πραγματικά, με ιδέες, με μεράκι, με όρεξη για δουλειά, για δημιουργία. Λείπει η συσπείρωση. Το να υπάρξει ένας φορέας που θα ενώσει όλες αυτές τις φωνές των Ελλήνων σχεδιαστών και θα τις προωθήσει προς τα έξω. Μια δυνατή επίσης διοργάνωση, αντίστοιχη των ξένων fashion weeks και από εκεί και πέρα δυστυχώς, ό,τι συμβαίνει στην ελληνική μόδα, είναι ξεκάθαρα μεμονωμένες προσπάθειες και περιπτώσεις σχεδιαστών, brands, που κάνουν το δικό τους αγώνα και ό,τι έχουν καταφέρει το έχουν καταφέρει μόνοι τους. Πράγμα το οποίο είναι τρομερά δύσκολο. Το να καλείσαι και να σχεδιάζεις και να κάνεις το marketing του εαυτού σου και του brand σου, την προώθησή του, την εικόνα του, τα social media του, όλα αυτά. Είναι one man show όλο το πράγμα - κάνει ένας άνθρωπος τα πάντα. Συνεργασίες, επίσης. Θεωρώ πως και σαν λέξη είναι το κλειδί για να προχωρήσουν τα πράγματα, για να υπάρχει μέλλον στο οτιδήποτε, όχι μόνο στη μόδα. Είναι πολύ σημαντικές και οι συνεργασίες δημιουργών μεταξύ τους, αλλά και ανθρώπων που πρέπει να έχουμε γύρω μας, δίπλα μας, για να προωθήσουμε τα προϊόντα μας, στο styling, στα social media, σε όλο το φάσμα της δημιουργίας...
Τι είναι λοιπόν αυτό που σε κρατάει και δε φεύγεις στο εξωτερικό;
Όσα χρόνια κάνω αυτή τη δουλειά, μου αρέσει πολύ η λογική ότι έρχομαι σε προσωπική επαφή με τους πελάτες μου και γι’ αυτό και κάνω ακόμη sur mesure. Είναι κάτι, που, επειδή κάθε φορά έχω να φτιάξω κάτι τελείως διαφορετικό, για να καλύψω διαφορετικές ανάγκες και περιστάσεις, κάθε πελάτης, είναι ένα άλλο project. Και αυτό είναι κάτι πολύ ευχάριστο, το ότι κάνοντας μια δουλειά, έχεις ερεθίσματα και πράγματα που κάθε φορά είναι διαφορετικά. Ακόμη απολαμβάνω όλη αυτή τη δημιουργική και παραγωγική διαδικασία που μου αρέσει πολύ.
Τι πιστεύεις ότι κάνουν λάθος οι Ελληνίδες στο ντύσιμό τους κι αν είχες να τους δώσεις μια συμβουλή, ποια θα ήταν αυτή;
Αν κάτι, δεν ξέρω αν είναι λάθος ακριβώς, αλλά αυτό που συνέβαινε περισσότερο παλιά και σιγά σιγά νομίζω ότι έχει αρχίσει να δρομολογείται τελείως διαφορετικά, είναι ότι οι Ελληνίδες προσπαθούν να μπαίνουν σε έτοιμα καλούπια. Δηλαδή, να πατρονάρουν και να όχι ακριβώς αντιγράψουν, αλλά να υιοθετήσουν ένα έτοιμο πρότυπο, πράγμα που, επειδή, είναι πολύ διαφορετική κάθε γυναίκα, όχι μονάχα οι Ελληνίδες, θεωρώ ότι δε λειτουργεί. Το να δούμε μια εμφάνιση μιας celebrity, ξένης ή μη και να προσπαθήσουμε να κάνουμε το ίδιο, δε λειτουργεί, γιατί είναι τελείως διαφορετικά τα μέτρα και τα σταθμά. Δε μένω μόνο στο ντύσιμο, αλλά αυτό θα μπορούσε να ήταν από το χρώμα των μαλλιών τους, από τα παπούτσια τους, τα αξεσουάρ τους, σε όλες τις εκφάνσεις μιας γυναικείας εμφάνισης συνέβαινε. Βλέπω με χαρά τα τελευταία χρόνια, ότι η Ελληνίδα τολμάει, πειραματίζεται, πρωτοτυπεί, δοκιμάζει και βρίσκει εν κατακλείδι το στυλ της, το οποίο εννοείται πως για κάθε γυναίκα είναι πολύ συγκεκριμένο και ειδικό πράγμα, μοναδικό, όπως μοναδική είναι και η ίδια, όπως μοναδικός είναι και ο χαρακτήρας της.
Επομένως, θα τους έλεγες να εμπιστεύονται περισσότερο τη μοναδικότητά τους;
Ακριβώς. Να αγαπήσουν το σώμα τους, την εμφάνισή τους. Και σαν εξέλιξη να βρίσκουν πράγματα που αναδεικνύουν το σωματότυπό τους, το στυλ τους και να κάνουν πράγματα που αντιπροσωπεύουν την προσωπικότητά τους. Αυτό που σου έλεγα ήταν ότι ήταν κάποια εποχή όλες ξανθιές – δεν μπορεί να είναι ξανθές όλες οι Ελληνίδες, τέτοια πράγματα. Έχει μειωθεί πολύ η υπερβολή τα τελευταία χρόνια και χαίρομαι που το βλέπω αυτό. Παλιότερα βλέπαμε πολύ υπερβολικά μαλλιά, πολύ ψηλά παπούτσια, γενικώς, τέτοια ακραία πράγματα, που δε λειτουργούν πάντα real life. Πρέπει να ξέρουν οι γυναίκες ότι πολλές φορές, όλα αυτά που βλέπουμε στις celebrities που απασχολούν τα μέσα στο εξωτερικό, είναι πράγματα που λειτουργούν καθαρά φωτογραφικά, έχουν γίνει για να λειτουργήσουν σε ένα editorial, σ’ ένα video clip, αλλά στην πραγματική ζωή δεν ισχύουν, δε θα μπορούσαν να ήταν έτσι εκ των πραγμάτων.
Φωτογραφίες: Σπύρος Κανατάς
Ευχαριστούμε πολύ το Δημήτρη Πέτρου για τη συνέντευξη που μας παραχώρησε.
Τις δημιουργίες του μπορείτε να βρείτε στο showroom του στην οδό Κανάρη 23, στο Κολωνάκι, αλλά και στη σελίδα του στο Facebook.