Από το καλό και το κακό παιδί ποιο να διαλέξω;
Ποια παιδιά πάνε στον (ερωτικό) παράδεισο τελικά;
Μυρόεσσα Μεταξά, η πιστή των αγίων
Ίσως να υπάρχει κάποια γενετική ανωμαλία στο DNA μου και γι αυτό να μην μπόρεσα ποτέ να αντιληφθώ τη γοητεία που ασκεί ένα κακό παιδί στη συντριπτική πλειοψηφία των ομόφυλών μου. Ίσως, από την άλλη, απλώς να λειτουργούν τα ένστικτα επιβίωσής μου καλύτερα από όσο των λοιπών γυναικών και γι αυτό να μπλόκαρα εντελώς από το καλαθάκι των επιθυμιών μου τα μπλεξίματα με αυτά τα (φαινομενικά τουλάχιστον) επικίνδυνα αγόρια. Βεβαίως, το τι θεωρεί κάθε μία μας καλό ή κακό παιδί είναι ένα θέμα που σηκώνει τόσο μεγάλη συζήτηση που τα bits και bytes του www μπορεί και να μην μπορούν να την σηκώσουν.
Πάντως, ειλικρινά, αδυνατώ να καταλάβω γιατί θα πρέπει να σπαταλάω χρόνο και ενέργεια σε αγόρια (πάσης ηλικίας) που επιδιώκουν να αποδείξουν τον ανδρισμό τους με τρόπους που τον κάνει, τελικά, συνώνυμο του κωλοπαιδισμού. Δεν είμαι κορίτσι που τη θέλει τη σφαλιάρα του, κυριολεκτική ή μεταφορική, πώς να το κάνουμε; Ούτε ταυτίζομαι με τα γραμματόσημα που δίχως φτύσιμο δεν κολλάνε.
Εγώ κολλάω με την ευγένεια, με τους τρόπους που τίποτα δεν έχουν να ζηλέψουν από το savoir vivre (στην έκδοση του 1968, ξέρετε, την ρετρό), που έχουν κάνει τον ιπποτισμό δεύτερη φύση τους και που τις γυναίκες δεν τις ραπίζουν ούτε με τρυφερά ροδοπέταλα. Και αν πιστεύετε, άπιστες φιλενάδες μου, πως το να είναι κάποιος καλό παιδί είναι ταυτόσημο με το να είναι φλώρος, φλούφλης, μαλθακός ή όπως αλλιώς τα αποκαλείτε τα εν λόγω παλικάρια κάθε φορά, είστε βαθύτατα γελασμένες.
Το ότι δεν μιλά σαν αχθοφόρος του λιμανιού δεν σημαίνει πως στο σεξ είναι κυρία. Την ρήση «κυρία στο σαλόνι, π@$#%@α στο κρεβάτι» την ξέρετε; Την ξέρετε. Ε, το ίδιο ισχύει και σε αυτή την περίπυτωση. Το ότι δεν πιάνεται στα χέρια με όποιον βρεθεί στο διάβα του για ψύλλου πήδημα στα καλά του καθουμένου δεν υποδηλώνει πως δεν θα υπερασπιστεί την τιμή μου όποτε χρειαστεί και δεν θα νιώθω ασφάλεια στην αγκαλιά του. Άσε που, για extra bonus, θα τον αγαπήσουν και οι γονείς μου. Όχι ότι με απασχολεί και τόσο γιατί η πραγματικότητα είναι πως μάλλον, τελικά, τα ετερώνυμα έλκονται και εγώ δεν είμαι και τόσο καλό παιδί ώστε να με απασχολεί η γνώμη τους.
Και μην ξεχνάτε, επίσης, πως τα σιγανά ποτάμια κρύβουν πολλές εκπλήξεις και οι θάλασσες λάδι χρειάζονται ένα καλό μελτέμι για να σηκώσουν φουρτούνες πάθους.
Κρίστη Κωσταράκου, η εν πολλών αμαρτωλών ανδρών περιπεσούσα γυνή
Όταν ο Νίκος Καρβέλας τραγουδούσε «δε γουστάρω κυριλέ μα τα πρόστυχα τα μαύρα τα εσώρουχα σου» ίσως ήμασταν πολύ μικρές για να εκτιμήσουμε τους στίχους του άσματος που τιμούσαμε σε όλα τα πάρτι των σχολικών μας χρόνων.
Από τότε μέχρι σήμερα τα παιδικά φιλιά που ανταλλάσσαμε παίζοντας «μπουκάλα» και «πλάτες» έδωσαν τη θέση τους σε σχέσεις πραγματικές «με τα όλα τους» και αυτά που διαβάζαμε στο «Σούπερ Κατερίνα» με γουρλωμένα μάτια, έγιναν από γνώση και πληροφορία εμπειρία και ανάμνηση.
Όλα αυτά τα χρόνια της ενήλικης (ηλικιακά μόνο γιατί διανοητικά παραμένουμε παιδιά) ζωής μας, τα καλά παιδιά τα γνωρίσαμε και τα συμπαθήσαμε. Ήταν εκεί δίπλα μας στην πρώτη μας ερωτική απογοήτευση κρατώντας μας το κουτί με τα χαρτομάντηλα, πάντα διαθέσιμοι να μας συνοδεύσουν στο πάρτι, να μας γυρίσουν νωρίς σπίτι, να μας ακούσουν να γκρινιάζουμε, να μπουν μέσα στο μικρόκοσμό μας και να μείνουν για πάντα εκεί, δεκανίκι και παραστάτες μιας ζωής άνευρης, πιο βαρετής κι από αναμονή σε ουρά για το γκισέ της εφορίας.
Όχι, αυτά τα παιδιά όσο και να τα κοιτάζαμε δεν τα βλέπαμε, όσο και να φώναζαν δεν τα ακούγαμε , όσο και να μας στρίμωχναν εμείς ξεγλιστρούσαμε. Γιατί η ζωή που θα ζήσουμε είναι μία και αποφασίσαμε να την περάσουμε με το αγόρι που μας έκανε να δακρύσουμε, να βάλουμε στη διαπασών το «always» των Bon Jovi προκαλώντας μας ρίγη συγκίνησης ακόμα και τώρα που τους είδαμε live κι ας έχουν περάσει δεκαπέντε χρόνια από τους πρώτους μας έρωτες.
Μπορεί το καλοσιδερωμένο πουκάμισο, η τσάκιση στο παντελόνι και τα γυαλισμένα παπούτσια να είναι για πολλές φίλες το ζητούμενο, οι υπόλοιπες όμως θα ακολουθήσουμε το κλασσικό motto «τα καλά παιδιά πάνε στον παράδεισο, τα κακά πάνε παντού», θα σκαρφαλώσουμε πάνω στη μηχανή του λεγάμενου, θα πιάσουμε από τη μέση το δερμάτινο μπουφάν και έχοντας θέα τα αμέτρητα τατουάζ του θα κλείσουμε τα μάτια και θα αφεθούμε στο κενό.
Δε θέλουμε άλλη ρομαντζάδα και Frank Sinatra, παρόλο που και αυτός αλητήριος ήταν, αλλά ατμόσφαιρα υπό τις νότες των Thievery Corporation, βραδινές βουτιές στο Σώστη και χαλαρές διακοπές κάπου στα Κουφονήσια. Όταν ο David Bowie σιγοψιθύριζε «wild is the wind» κάτι ήξερε παραπάνω, κι εμείς αυτό τον άνεμο θέλουμε να φυσήξει στα μακριά μας μαλλιά.