Η «συγγνώμη» του Γιώργου Λιάγκα, δεν είναι αρκετή για να σταματήσει την παρακμή της τηλεόρασης

Κατερίνα Μπούσιου
Η «συγγνώμη» του Γιώργου Λιάγκα, δεν είναι αρκετή για να σταματήσει την παρακμή της τηλεόρασης

Μήπως ήρθε η ώρα να σταματήσει η τηλεοπτική δημοσιογραφία της προχειρότητας και του προσβλητικού gossip; Η συγγνώμη του Γιώργου Λιάγκα για το μεγάλο του ατόπημα για τον Μπάλντοκ είναι μία αρχή, αλλά δεν λύνει το μέγιστο ζήτημα ηθικής και δεοντολογίας της TV τα τελευταία χρόνια. 

Ο Γιώργος Λιάγκας από χθες το μεσημέρι και μετά τις αντιδράσεις για το ατυχέστατο και προσβλητικό ρεπορτάζ στο Πρωινό, για τις αιτίες θανάτου του ποδοσφαιριστή Τζορτζ Μπάλντοκ, ζήτησε αρκετές φορές «συγγνώμη» για το απαράδεκτο, δημοσιογραφικά και μέγιστο ηθικά, ατόπημα του. Και σήμερα το πρωί έκανε ειδική αναφορά, ζητώντας να αποδοθεί η ευθύνη μόνο σε εκείνον, προστατεύοντας την ομάδα της εκπομπής του.

Παρά την παραδοχή όμως, γιατί δεν είναι το μόνο περιστατικό τα τελευταία χρόνια, υπάρχει όλο και μεγαλύτερη ανάγκη, να μπει ένα «τέλος» σε μία άνευ προηγουμένου παραβίαση κάθε έννοιας δεοντολογίας στην ελληνική τηλεόραση. Για την οποία κανείς, δεν κάνει τίποτε.

Δεν ήταν το μόνο ατόπημα αυτό του Γιώργου Λιάγκα

Ο Γιώργος Λιάγκας, έκανε πολλαπλές αναφορές από χθες το βράδυ μέσω του προφίλ του στο Instagram και σήμερα το πρωί από την εκπομπή του για το ολίσθημά του - δυστυχώς όχι το μόνο - που αφορούσε στο εκτενές ρεπορτάζ για το σπίτι που έμενε ο άτυχος ποδοσφαιριστής Τζορτζ Μπάλντοκ. Ζητώντας πολλές φορές «συγγνώμη».

liagas.jpg

Η κόντρα Λιάγκα - Αρναούτογλου συνεχίζεται παρά το: «Δεν έχω ανάγκη να αποδείξω τίποτα» του Γρηγόρη

«Λάθος μεγάλο, περιττό όλο το χθεσινό. Λυπάμαι πάρα πολύ και είμαι συντετριμμένος που χωρίς να το θέλουμε, αμαυρώσαμε μία μέρα αφιερωμένη στη μνήμη ενός ανθρώπου. Συγγνώμη από όλους όσοι χθες στεναχώρησα, προκάλεσα, θύμωσα. Ήταν μία απόλυτα λανθασμένη δημοσιογραφική εκτίμηση. Σε καμία περίπτση δεν θα έπρεπε να επεκταθεί το ρεπορτάζ σε κάποια στοιχεία για το πώς είναι το διαμέρισμα και αν είναι ακριβά τα ενοίκια στην περιοχή. Χθες το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Σκεφτόμουν ότι καλά κάνετε και μου τη λέτε για αυτό. Ότι όταν πριν 2-3 εβδομάδες είχε καεί το σπίτι μου και είπα δεν είναι δυνατόν ένα δράμα για κάποιον να γίνεται ρεπορτάζ. Έπεσα σε πολύ μεγαλύτερη παγίδα, διότι εδώ δε μιλάμε για ένα σπίτι που κάηκε και αποκαθίσταται, αλλά για μία ανθρώπινη ζωή που "έφυγε"».

Βέβαια δεν είναι η μόνη φορά που ο δημοσιογράφος, προτιμά αυτού του είδους ρεπορτάζ στην εκπομπή του, με τις δήθεν πιπεράτες λεπτομέρειες για την οικονομική κατάσταση κάποιου προσώπου και άλλες αχρείαστες, λεπτομέρειες. Ενώ είναι καλός ρεπόρτερ ο Λιάγκας, κανείς δεν θα του αρνηθεί αυτό, θα μπορούσε αν ήθελε, να μετατοπίσει αλλού το ενδιαφέρον του.

Αυτού του είδους η gossip επικαιρότητα που έκανε θραύση από τηλεοπτικές εκπομπές και περιοδικά τη δεκαετία του '90, (θυμάστε που κάποιες παρουσιάστριες έβγαζαν ολόκληρες εκπομπές ψάχνοντας στα σκουπίδια των celebrities;), στις μέρες μας είναι πια ξεπερασμένη και προσβλητική, γιατί έχουν αλλάξει οι κοινωνικές συνθήκες και οι νόμοι που προστατεύουν τα προσωπικά δεδομένα, την αξιοπρέπεια ζώντων και θανόντων.

Από την άλλη πλευρά δεν είναι ο μόνος παρουσιαστής που ξεχνά επιμελώς, όχι μόνο ένα βασικό κανόνα της δημοσιογραφικής δεοντολογίας περί ηθικής αλλά και βασικές αρχές του Συντάγματος. Μη ρωτήσετε που βρίσκεται το ΕΣΡ, σε όλα αυτά. Είναι πια, ανύπαρκτο. Είναι ένας ακόμη γραφειοκρατικός, δημόσιος μηχανισμός.

Τα τελευταία χρόνια παρουσιαστές και παρουσιάστριες, στα πρωινά ή άλλα προγράμματα, με επίφαση την καταγγελτική δημοσιογραφία, έχουν ξεφύγει από τον σκοπό και κυρίως από το μέτρο. Φωνές, τσακωμοί, εντάσεις και μηδενική ουσία. Όλοι έγιναν δικηγόροι, εισαγγελείς, τιμωροί και μάλιστα πιστεύουν ενδόμυχα ότι είναι και εξαιρετικοί δημοσιογράφοι, «βγάζοντας» την είδηση, που στο τέλος δεν είναι και είδηση. Δεν έχουν μπει καν στον κόπο ακόμη και σε ποινικές υποθέσεις να είναι προσεκτικοί στο ποια στοιχεία είναι προς δημοσίευση και ποια όχι. Στηλιτεύουν την έξω πραγματικότητα, αγνοώντας τη δική τους, την τηλεοπτική.

Να μη πω για τα τραγελαφικά των αποκλειστικών ρεπορτάζ, αν ο επώνυμος πει μία «καλημέρα» στο αεροδρόμιο, αλλά δεν έχει απαντήσει τίποτε στην ερώτηση που του έθεσε ο δημοσιογράφος. Τα παλιά χρόνια στην TV, αυτό δεν θα αποτελούσε καν, θέμα.

Να μην αναφερθούμε επίσης στις άστοχες και εντελώς άκαιρες ερωτήσεις των απαίδευτων ρεπόρτερ, μόλις συναντήσουν κάποιον επώνυμο στην πρεμιέρα μίας παράστασης. Την εμμονή να βγει είδηση, που δεν είναι είδηση. Δεν είχε και τελείως άδικο ο Γιώργος Νταλάρας στο περσινό του ξέσπασμα.

Δεν έχουν άδικο που οι καλεσμένοι σε διάφορες εκπομπές - ευτυχώς όχι σε όλες - αισθάνονται αμηχανία με τις άκαιρες ερωτήσεις των αδιάβαστων (πλην ελαχίστων περιπτώσεων) παρουσιαστών.

Ναι, δεν είναι ίδιας αξίας όλα αυτά τα λάθη με το λάθος του Λιάγκα, το περσινό λάθος της Κουτσελίνη με την υπόθεση Λύτρα, ή άλλες εξίσου σοβαρές παρεκτροπές του παρελθόντος. Έχουν όμως σχέση, με ένα γενικότερο σύστημα που έχει δομηθεί τα τελευταία χρόνια στην τηλεόραση και είναι πια ανεξέλεγκτο.

Οι πολύ καλά αμοιβόμενοι παρουσιαστές και παρουσιάστριες, που παίρνουν πολλαπλάσιους μισθούς ακόμη και από τους διευθυντές τους, δεν ελέγχονται από κανέναν. Εσωτερικό ή εξωτερικό φορέα. Αν η εκπομπή «πουλά», όχι σε νούμερα τηλεθέασης, αλλά διαφημιστικής δαπάνης, όλοι σιωπούν και τελικά γίνονται συνένοχοι.

Ζούμε βέβαια και το παράδοξο, τα κανάλια, δημόσια και ιδιωτικά, να επενδύουν χιλιάδες ή ακόμη και εκατομμύρια ευρώ για να αναβαθμίσουν καλλιτεχνικά το επίπεδο των σειρών μυθοπλασίας, ενώ σε άλλα προγράμματά τους, το επίπεδο έχει χαθεί προ πολλού.

Το κοινό από τις αρχές Σεπτεμβρίου, έχει δώσει το μήνυμά του, προς όλους. Το ποσοστό των others στους πίνακες της Nielsen, έχει αυξηθεί στο 40%. Οι τηλεθεατές επιλέγουν άλλα δίκτυα και περιφερειακά κανάλια. Κάτι σημαίνει αυτό. Προτιμούν δε, ενημερωτικές εκπομπές γιατί ακόμη και οι τηλεοπτικοί καβγάδες των πολιτικών, μοιάζουν τελικά πολύ πιο αθώοι, από όλα τα άλλα.

Αν έτσι ξεκίνησε η τηλεοπτική σεζόν, τρομάζουμε με το πώς θα συνεχίσει.