Mary Quant: Η γυναίκα που καθιέρωσε τη mini φούστα έφυγε από τη ζωή στα 93 της χρόνια
Η οικογένειά της δήλωσε πως «πέθανε ήρεμα σήμερα το πρωί, στο σπίτι της στο Surrey».
«Ήταν μία από τις πιο αναγνωρισμένες διεθνώς σχεδιάστριες μόδας του 20ου αιώνα και ένας εξαιρετικός καινοτόμος καλλιτέχνης της δεκαετίας των Swinging Sixties», συνέχισε στην ίδια ανακοίνωση η οικογένεια της.
H Mary Quant γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην σύγχρονη ιστορία της μόδας και το όνομα της συνδέθηκε με τη γυναικεία απελευθέρωση και χειραφέτηση καθώς ήταν η πρώτη που σχεδίασε mini ρούχα, φούστες και φορέματα.
Γεννήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου του 1934 στο Λονδίνο και ήταν κόρη Ουαλών εκπαιδευτικών. Φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών του κολεγίου Goldsmiths την περίοδο 1950-1953 και έπειτα έμαθε ραπτική σε νυχτερινό σχολείο. Το 1955 εργάστηκε για μερικούς μήνες σε ένα μαγαζί με καπέλα στο Λονδίνο και στα τέλη του ίδιου χρόνου άνοιξε μαζί με τον μετέπειτα σύζυγό της, Αlexander Green, κατάστημα με την ονομασία «Bazaar» στην King's Road στο Τσέλσι του Βόρειου Λονδίνου. Αν και αρχικά πουλούσε ρούχα επώνυμων labels αλλά αργότερα ξεκίνησε να σχεδιάζει και η ίδια μερικά κομμάτια τα οποία σύντομα έγιναν περιζήτητα. Τα πιο διάσημα δικά της σχέδια ήταν τα mini φορέματά της σε A-line, φορέματα που ζητούσαν όλες οι εναλλακτικές κυρίες του Λονδίνου. Το 1966 δημιούργησε και τη δική της σειρά καλλυντικών της, ενώ τιμήθηκε από τη βασίλισσα Ελισάβετ με το παράσημο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και το όνομά της μπήκε στο Fashion Hall of Fame. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980 επικεντρώθηκε στα προϊόντα οικιακής κατανάλωσης και ομορφιάς και σταμάτησε το σχέδιο ρούχων. Με τον σύζυγό της, που έφυγε από τη ζωή το 1990, απέκτησε έναν γιο.
Κατά τη δεκαετία του 1960, η Quant έγινε αφίσα για το London's Youthquake ενώ έκανε τη μίνι φούστα το ρούχο «it»ρούχο για μια νέα γενιά νέων γυναικών. Με το «αγορέ» κούρεμα της, δια χειρός Vidal Sassoon και τη ραγδαία φήμη της ως «εκπρόσωπος» του Swinging London, φωτογραφιζόταν συχνά και φορούσε σχεδόν πάντα ένα mini κομμάτι. Η ίδια όμως έκανε πολύ περισσότερα από το να φορούσε mini φούστες – τις σχεδίασε και τις καθιέρωσε μέσα στον συντηρητισμό και τον καθωσπρεπισμό μίας ολόκληρης γενιάς που κοιτούσε καχύποπτά τις γυναίκες και τα πόδια τους!
Ήταν πρωτοπόρος ανάμεσα σε μία γενιά σχεδιαστών της δεκαετίας του 1960 που έβαλε τη νεολαία στο επίκεντρο, για πρώτη φορά. Τα ρούχα της ήταν φωτεινά, πολύχρωμα, άνετα και απλά, αντλώντας έμπνευση από υποκουλτούρες όπως οι mods καθώς και οι σχολικές στολές. Αν και δεν ήταν φθηνά – ένα φόρεμα κόστιζε περίπου 120 Ευρώ με τα σημερινά δεδομένα – τα ρούχα της ήταν πιο προσιτά από αυτά που έφτιαχναν άλλα επώνυμα brands της εποχής. Η ίδια έλεγε πως ήθελε οι γυναίκες να δουλεύουν, να είναι οικονομικά ανεξάρτητες και να μπορούν να αγοράσουν όσα ρούχα τους αρέσουν… μόνες τους!
Η σχεδιάστρια συνόψισε το mood της δεκαετίας, γράφοντας στην αυτοβιογραφία της - η οποία έγινε best seller το 1966 - «Quant by Quant», ότι «οι νέες είχαν ουσιαστικά βαρεθεί να φορούν τα ίδια ρούχα με τις μητέρες τους».
Το μουσείο «Victoria and Albert», που φιλοξένησε πρόσφατα μια έκθεση για τα σχέδια της Quant, ανέφερε στο Twitter για τον θάνατό της: «Είναι αδύνατο να παρερμηνευθεί η συμβολή της Quant στη μόδα. Αντιπροσώπευε τη χαρούμενη ελευθερία της μόδας της δεκαετίας του 1960 και ήταν ένα νέο πρότυπο για τις νεαρές γυναίκες. Η μόδα σήμερα οφείλει τόσα πολλά στο πρωτοποριακό της όραμα». Η μόδα και η γυναικεία απελευθέρωση.