Είναι δυνατόν να ανεχόμαστε τη σεξουαλική παρενόχληση το 2021;
Καθώς ολοένα και περισσότερα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης έρχονται στην επιφάνεια, είναι χρήσιμο να μπορούμε να καταλάβουμε τις λεπτότερες συνιστώσες των ζητημάτων αυτών ως απάντηση σε όσους αναρωτιούνται “γιατί δεν μίλησε νωρίτερα”. Κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και βιώνει το τραύμα με διαφορετικό τρόπο. Αυτό σημαίνει πως δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε όλοι με μια συμβατική λογική, σε σε τραυματικά περιστατικά που επεμβαίνουν βίαια στις εγκεφαλικές και συναισθηματικές μας λειτουργίες.
Καταρχάς, η κακοποίηση και η παρενόχληση συμβαίνουν και από γυναίκες προς άλλες γυναίκες ή άντρες, αλλά δεν καταγγέλλονται τόσο συχνά όσο όταν οι θύτες είναι άντρες λόγω του κοινωνικού στίγματος, ειδικά όταν το θύμα είναι άντρας. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, τα κυριότερα χαρακτηριστικά τόσο στην κακοποίηση όσο και στην παρενόχληση είναι η διαφορά κοινωνικο-οικονομικής υπόστασης (status) ανάμεσα στον θύτη και το θύμα, οι άμεσες ή έμμεσες απειλές που εξασφαλίζουν την σιωπή του θύματος, και η χρησιμοποίηση του status ως διαφυγή (“δεν μπορείς να τα βάλεις μαζί μου”) ή διάψευση (“δεν θα σε πιστέψει κανείς”).
Εκφάνσεις παρενόχλησης
Όταν μιλάμε για παρενόχληση, αυτό μπορεί να περιλαμβάνει (χωρίς να περιορίζεται σε) ανεπιθύμητα αγγίγματα, αστεία με υπονοούμενα, κάποιο υπαινικτικό βλέμμα, αποστολή εικόνων ή/και μηνυμάτων ερωτικού περιεχομένου, αφηγήσεις φαντασιώσεων χωρίς συγκατάθεση με άμεσο ή έμμεσο αποδέκτη, και άλλα. Η παρενόχληση, ειδικά στο ελληνικό νομικό πλαίσιο είναι δυσκολότερο να αναγνωριστεί, και γι’ αυτό είναι ακόμα ένα θέμα-ταμπού. Η σεξουαλική κακοποίηση, η οποία μπορεί να ακολουθήσει μετά την παρενόχληση, δεν είναι μόνο η διείσδυση του πέους, ή/και ο εξαναγκασμός σε στοματικό σεξ (είτε από άντρα είτε από γυναίκα), όπως αρκετοί πιστεύουν. Η σεξουαλική κακοποίηση περιλαμβάνει και πράξεις όπως το stealthing (αφαίρεση προφυλακτικού χωρίς την γνώση του άλλου ατόμου), το να συνεχίζει κάποιος όταν το άτομο έχει αποσύρει την συγκατάθεση του, να αναγκάζεται κάποιος να βλέπει σεξ ή πορνογραφικό υλικό, να μην μπορεί να δώσει κάποιος την συγκατάθεση του (για παράδειγμα: είναι μεθυσμένος/έχει πάρει ναρκωτικά/κοιμάται/είναι σε κώμα/έχει κάποια νοητική αναπηρία κτλ). Όσο παράξενες και αν φαντάζουν κάποιες από αυτές τις συνθήκες για την ελληνική πραγματικότητα, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η σεξουαλική κακοποίηση μπορεί να έχει πολλές μορφές, και καμία μορφή δεν είναι λιγότερο σοβαρή από κάποια άλλη.
Ο λόγος για τον οποίο είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τι απαρτίζει την παρενόχληση και την κακοποίηση, είναι ότι με την κατάλληλη γνώση μπορούμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας και τους γύρω μας. Ένα μεγάλο ζήτημα σε χώρες όπως η Ελλάδα είναι ότι οι γονείς δεν μαθαίνουν στα παιδιά ότι είναι εντάξει να έχουν όρια και να έχουν την αυτοδιάθεση του σώματος τους. Αρκετοί ψυχολόγοι αναφέρουν συχνά ότι πρέπει να σταματήσουν οι γονείς να αναγκάζουν τα παιδιά να φιλάνε ή να αγκαλιάζουν συγγενείς/ φίλους της οικογένειας αν δεν το θέλουν, και να μαθαίνουν στα παιδιά να λένε όχι χωρίς να τα κάνουν να ντρέπονται. Το ίδιο ισχύει και για τους ενήλικες, όπου θεωρείται παράξενο, ειδικά για τα δεδομένα της ελληνικής κοινωνίας, ένα άτομο να έχει αυστηρά όρια για το σώμα του και να μην θέλει αγκαλιές, φιλιά ή αγγίγματα (για παράδειγμα στα πλαίσια χαιρετισμού) από άτομα που δεν γνωρίζει καλά, όπως συναδέλφους. Το ότι τα όρια θεωρούνται κάτι αξιοπερίεργο, είναι ίσως κατάλοιπο ανθρώπων που έχουν μάθει να ζούνε μέσα από συγχωνευτικές σχέσεις και να ετεροπροσδιορίζονται.
Όταν ήμασταν παιδιά έπρεπε να αγκαλιάζουμε.
Είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί ότι η κακοποίηση στην παιδική ηλικία προκαλεί αλλαγές στον εγκέφαλο, συγκεκριμένα στα κέντρα συναισθημάτων και ανταμοιβής. Έτσι τα άτομα αυτά μεγαλώνοντας είναι συνεχώς σε εγρήγορση ψυχικά, είναι παρορμητικά, είναι πιο πιθανό να ψάχνουν ανταμοιβή σε ουσίες, έχουν λιγότερη δυνατότητα συναισθηματικής διαχείρισης, δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν κάποιες απειλές, και υπολειτουργεί το κομμάτι που ευθύνεται για την αυτοαντίληψη. Γνωρίζοντας αυτές τις πληροφορίες, ίσως είναι ευκολότερο να καταλάβουμε γιατί ένα άτομο που βίωσε κακοποίηση σε μικρή ηλικία “δυσκολεύεται να μιλήσει για αυτό”. Επιπρόσθετα, ίσως έτσι μπορέσουμε να αναπτύξουμε περισσότερη ενσυναίσθηση συλλογικά ως κοινωνία, με πρώτο μέλημα να μάθουμε στα παιδιά ποια είναι τα όρια και πώς να τα προστατεύουν, αλλά και να σταθούμε δίπλα σε ενήλικες που φοβούνται ή δεν γνωρίζουν πώς να θέσουν τα δικά τους όρια.
Τα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων παρενόχλησης ή κακοποίησης, ειδικά στον εργασιακό και εκπαιδευτικό χώρο, υπάρχουν μάρτυρες. Επομένως, πρέπει να αναλογιστούμε και ποιο είναι το δικό μας μερίδιο ευθύνης όταν παρατηρούμε τέτοιες καταστάσεις αλλά δεν κάνουμε κάτι για να το σταματήσουμε. Σίγουρα, δεν είναι εύκολο για όλους τους ανθρώπους να υποστηρίζουν θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης. Ίσως οι ιστορίες που βγαίνουν στο φως να φέρνουν στον νου μνήμες που είχαμε απωθήσει για δικά μας αντίστοιχα βιώματα. Ή, ίσως να συνειδητοποιούμε ότι κάτι που βιώσαμε δεν ήταν απλά μια “άβολη στιγμή” ‘η “δυσάρεστο περιστικό”, αλλά ήταν παρενόχληση ή κακοποίηση. Σε κάθε περίπτωση, η καλύτερη διαχείριση είναι η δουλειά με τον εαυτό μας αντί να καταφύγουμε στην απόδοση ευθυνών στο θύμα (victim blaming) στην προσπάθεια μας να μην αντιμετωπίσουμε την δική μας ιστορία.
Πάντα να θυμάσαι πως έχεις δικαίωμα να πεις ΟΧΙ, έχεις δικαίωμα να αλλάξεις γνώμη οποιαδήποτε στιγμή και έχεις δικαίωμα να εκφράσεις οτιδήποτε σε κάνει και αισθάνεσαι άβολα, ακόμα και αν δεν μπορείς να το ορίσεις ακριβώς.
Γιώργος Λάγιος
Ψυχοθεραπευτής – Συγγραφέας
https://www.instagram.com/glagi0s/