Γιορτές με την οικογένεια ή αλλιώς, όσα συνήθως αποφεύγω, αλλά μου έχουν λείψει τόσο φέτος!
Θείοι που μαλώνουν για τα πολιτικά, παιδιά που τρέχουν στο σαλόνι ρίχνοντας τα πάντα στον διάβα τους και στη μέση εγώ φορώντας το πουλόβερ που μου έπλεξε η μαμά μου. Οποιαδήποτε άλλη χρόνια θα δυσανασχετούσα μουτρωμένη, φέτος χαμογελούσα γεμάτη αληθινή ευτυχία και θαλπωρή.
«Η πανδημία δεν έφερε μόνο μία παγκόσμια υγειονομική κρίση αλλά και μία συναισθηματική αποξένωση που ευθύνεται για την ψυχολογική κατάρρευση μεγάλου μέρους του πληθυσμού», έγραφαν πέρυσι τον Μάρτιο οι New York Times. Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα ένα έντυπο από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού για να το διαπιστώσω. Η μοναξιά και η απομόνωση ήταν ο πιο σκληρός και επίπονος τρόπος για να κάνει ο Covid-19 αισθητή την παρουσία του κάθε ημέρα.
Διαδικτυακά ραντεβού, τηλεργασία, online shopping, αντικατέστησαν σχεδόν όλες τις σταθερές που είχαμε στην καθημερινότητά μας μέχρι και τον Φεβρουάριο του ’20 και μας έβαλαν σε ένα «κελί» με μοναδικά «επισκεπτήρια» τις βιντεοκλήσεις και τα τηλεφωνήματα. Και κάπως έτσι ήρθε μία στιγμή διαύγειας και συνειδητοποίησης και καταλάβαμε όλοι πως πράγματα που θεωρούσαμε δεδομένα και «σνομπάραμε» όλα αυτά τα χρόνια… πραγματικά μας λείπουν. Όπως ένα οικογενειακό Χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Από αυτά τα γεύματα που τόσα χρόνια «έσπρωχνες» τον εαυτό σου να ξεπεράσει το hangover της προηγούμενης νύχτας και να παρευρεθεί. Από αυτά που κοιτούσες το ρολόι σου συνωμοτικά με την ξαδέρφη σου και περίμενες να περάσει αυστηρά ένα δίωρο για να σηκωθείς, να φιλήσεις στο μάγουλο τη μαμά σου, να την ευχαριστήσεις που σου έφτιαξε ΟΛΑ τα αγαπημένα σου φαγητά (για να φας στο τέλος μόνο λίγη πίτα) και να φύγεις, να πας έξω να βρεις τους φίλους σου, να «συνεχίσεις τη ζωή σου τώρα που τελείωσε αυτή η υποχρέωση».
Αυτά τα δεσμευτικά τραπέζια των προηγούμενων γιορτών φέτος σου λείπουν πιο πολύ από ποτέ και θες να βρεθείς και πάλι στο επίκεντρο cringe αστείων για τη συναισθηματική σου ζωή και μίας προσοχής που παλαιότερα θα σε ενοχλούσε, φέτος την αποζητάς γιατί ισούται με αγάπη και επαφή και φροντίδα. Ισούται με ανθρώπους και όχι με οθόνες laptop και κινητών. Γι’ αυτό και συμφώνησες ανήμερα τα Χριστούγεννα να βρεθείς πρώτη στο πατρικό σου, να βοηθήσεις στο στρώσιμο του τραπεζιού, να ακούσεις τη γιαγιά σου να διηγείται ιστορίες από την Αθήνα του ’50, τη μαμά σου να ξαναλέει για χιλιοστή φορά πώς γνώρισε τον πατέρα σου σε μία εκδρομή στους Δελφούς και να χαίρεται σαν μικρό παιδί όταν τις χαρίζεται μαζί με την αδερφή σου ένα μενταγιόν με μπλε κρύσταλλο, το αγαπημένο της χρώμα.
«Γιατί μου κάνετε τέτοιο δώρο φέτος, συνήθως φέρνεται σπίτι γλυκά ή λουλούδια;», μας ρώτησε και τα μάτια της ήταν κάπως υγρά. «Γιατί μας έλειψες μαμά τόσους μήνες και πρέπει να δείχνουμε την αγάπη μας όσο πιο πολύ μπορούμε, να τη δείχνουμε με τον πιο λαμπερό τρόπο», της είπαμε σχεδόν ταυτόχρονα με την αδερφή μου και κάτσαμε δίπλα της στο τραπέζι.
Το να επαναπροσδιορίσεις το τι πραγματικά αξίζει στη ζωή και να «μαζέψεις» όσο το δυνατόν περισσότερες στιγμές μπορείς από τέτοια «βαρετά», οικογενειακά τραπέζια… τελικά ήταν ένα από τα καλά πράγματα που άφησε πίσω της η πανδημία. Το άλλο ήταν πως έμαθα να φτιάχνω banana bread, αλλά αυτό αξίζει ένα νέο άρθρο από μόνο του…