Βιβλίο: Χρήστος Τσιόλκας ένα «Χαστούκι» στη μεσαία τάξη...

Βιβλίο: Χρήστος Τσιόλκας ένα «Χαστούκι» στη μεσαία τάξη...

... και μια προσωπική ιστορία. Δύο Αύγουστοι, πίσω. Κάθεται στην βεράντα του σπιτιού μου και μου λέει πως όσο κι αν αλλάζει η Αθήνα, είναι πάντα μια γόησσα που του κόβει την ανάσα. Διαβάζω για αυτόν, για τις επιτυχίες του, για τα βραβεία του, για τις τηλεοπτικές ή κινηματογραφικές μεταφορές των ευπώλητων βιβλίων του. Ψάχνω στα μάτια του, τα σκούρα καστανά, σχεδόν μαύρα και λουστρινέ λαμπερά, να δω πόσο άλλαξε ο ξάδερφος μου, ο φίλος στα παιχνίδια των παιδικών χρόνων, στην αλητεία της εφηβεία μας, στις μεγάλες νεανικές μας περιπλανήσεις στα ελληνικά νησιά, στους συνωμοτισμούς μας στα οικογενειακά τραπέζια και στα σκασιαρχεία μας από γάμους και βαφτίσεις.

Να πουλάει σ όλο τον κόσμο! Να ζει –μάλιστα πια να καλό ζει- απ το γράψιμο! Να' ναι στη λίστα για τα σπουδαία βραβεία Booker. Να τον βραβεύει –σκασίλα του- η βασίλισσα της Αγγλίας. Ζηλεύω και λίγο, αυτόν τον μελαχρινό ξάδελφο που ο δικός τους γονιός επέλεξε την μετανάστευση και την πρώτη φορά που είδε θάλασσα ταξίδευε σ αυτήν για σαράντα μέρες, ώστε να φτάσει στην προσωπική, την δικής του έμπνευσης πατρίδα επιλογής. Και πάλι πίνουμε και ρετάλια γινόμαστε και λέμε ιστορίες και τις μπλέκουμε με φαντασίες. Όπως πάντα. Όμως έχει μπει ένα «χαστούκι» ανάμεσα μας. Άραγε με έχει μέσα; Με κρίνει και κυρίως με επικρίνει, όπως όλους εμάς, που δε ζούμε αντισυμβατικά, όπως εκείνος; Που εύκολα είπαμε τα ναι μας; Που αποδεχόμαστε τους δεδομένα φορεμένους ρόλους μας ως άντρες ή γυναίκες, με τακτικές συμπεριφοράς και αυτοακρωτηριασμούς ψυχής;

«Που το δίνεις το δικό σου χαστούκι» ρωτάω ένα μεθυσμένο ξημέρωμα. «Στην μεσαία τάξη, βέβαια» γελάει. Διαβάζω κριτικές. Αμφιλεγόμενο τον λένε, τον συγγραφέα και το έργο του. Είναι μισογύνης (ο Χρήστος; Ήμαρτον Παναγία μου!), από την ομοφυλοφιλία του είναι μισογύνης (έλεος τώρα), τα βιβλία του είναι ότι ήταν ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός για τους σοβιετικούς, αλλά για τους γκέι (μπαρδόν;). Άλλοι τον υμνούν. Ο Βασίλης Κιμούλης για τις εκδόσεις Ωκεανίδα, έχει κάνει μια μεταφραστική δουλειά, σαν άλλος εαυτός του Χρήστου. Βλέπω το όνομα του στην κορυφή στις λίστες των best sellers.

Θαυμάζω στις σελίδες του, τους χαρακτήρες, τον μηχανισμό για τα αυστηρά, πικρά του σχόλια, να κινείται με ένα χαστούκι που πέφτει σε ένα παιδί σε μια οικογενειακή μάζωξη! Η αγάπη, ο θυμός, το σεξ, τα μυστικά, οι συγκρούσεις, τα πάθη της οικογενειακής ζωής, καταδεικνύονται χωρίς ωραιοπάθεια σα να χειρουργεί. Διαβάζω ξανά, συνεντεύξεις του, εξηγεί και εξηγεί και εξηγεί. Και τον εξηγούν οι κριτικοί μετά. Ο συγγραφέας, λένε όταν αναφέρονται σ αυτόν! Ο ξάδελφος μου, εμένα, όμως!

«Μη πεις στους θείους πως ήρθα γιατί δεν προλαβαίνω να τους δω αυτή τη φορά. Πάμε στην Κρήτη;». Ο συγγραφέας πούλησε 300.000 αντίτυπα σε χρόνο ρεκόρ. Ο συγγραφέας ο δικός μου, είναι ακόμη παιδί και είναι καλοκαίρι και τα βράδια φοβάται το σκοτάδι και αφήνουμε αναμμένο το φως στο χολάκι. Ο συγγραφέας ο δικός μας, ωραίος ως Ελλην, λατρεύει τον Ταχτσή, τον Τσίρκα, τον Καβάφη, τον Αγγελόπουλο και την Ρίτα Σακελαρίου! Και δεν φοβάται, κάτι μου λέει, καθόλου, πια, το σκοτάδι. Το κοιτάει στα μάτια...