Δυνατή ιταλική κουζίνα και κομψά fun dining vibes σε ένα κατακόκκινο εστιατόριο στο Νέο Ψυχικό
Το Lolita’s μετρά λιγότερο από ένα μήνα ζωής και έχει ήδη γίνει το απόλυτο meeting point των βορείων προαστίων για την ωραία ιταλική κουζίνα του και το φλογερό του στυλ.
Το είχα δει να ετοιμάζεται, περνώντας από την Κηφισίας στο ύψος της Αγίας Βαρβάρας για να πάω στο γραφείο, και ομολογώ πως από τότε μου είχε τραβήξει το ενδιαφέρον με το κατακόκκινο, φλογερό του χρώμα και το κάπως νοσταλγικό του στυλ. Κόκκινες τέντες, κόκκινες κουρτίνες, κόκκινες πολυθρόνες, όλα στο κόκκινο. «Τολμηρή επιλογή, που είτε θα σου βγει και θα γίνει πανέμορφο, είτε δεν θα σου βγει και δεν θες να ξέρεις», είχα σκεφτεί από μέσα μου. Πάντως δεν σου κρύβω πως μόλις άνοιξε και πέρασαν λίγο οι μέρες, ώστε να προλάβει λίγο να περπατήσει, έσπευσα να βρω μέρα να το επισκεφθώ.
Συναρπαστικές fine dining ιστορίες ακριβώς πάνω από τα ερείπια της αρχαίας αγοράς των Αθηνών
Και πως όχι, αφού πίσω από την κουζίνα του κρύβεται το εξαιρετικά ικανό δίδυμο, Δημήτρης και Θανάσης Σταμούδης, ο πρώτος αδελφός στο μενού του φαγητού, ο έτερος στο μενού των επιδορπίων, και έχουν κάνει ομολογουμένως πολύ ωραία δουλειά. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ο Μιχάλης Μερζένης δεν φοβάται να μεταμορφώσει premium κοπές σε πιάτα comfort νοστιμιάς
Βρεθήκαμε λοιπόν έξω από το πανέμορφο Lolita’s Πέμπτη βραδάκι νωρίς και αφού βγάλαμε μία must φωτογραφία το vintage αυτοκίνητο με το μεγάλο κατακόκκινο φιλί (σαν αυτά που έστελνε η Jessica Rabbit κάποτε στη μεγάλη οθόνη) που βρίσκεται μονίμως παρκαρισμένο μπροστά, αρχίσαμε να παρατηρούμε το γεγονός πως το εστιατόριο ήταν ήδη γεμάτο μέσα έξω. Εμείς είχαμε κλείσει στο εσωτερικό, και στην αρχή λίγο μούτρωσα γιατί ήταν τόσο όμορφα και χαλαρά έξω στα προσεκτικά στρωμένα και με σωστές αποστάσεις τραπέζια που κάπως ήθελα εκεί να κάτσω, αλλά μόλις πέρασα τη βαριά κατακόκκινη κουρτίνα και μπήκα στο εσωτερικό άλλαξα αμέσως γνώμη και διάθεση.
Το τεράστιο και άκρως εντυπωσιακό μπαρ δίνει το τέμπο στον ψηλοτάβανο και πραγματικά εξαιρετικά όμορφο χώρο, που σε κάνει να νιώθεις άνετα από την πρώτη στιγμή, αλλά ταυτόχρονα έχει και ένα classy-chic vibe στην πιο ζωντανή όμως εκδοχή του. Κόκκινοι τοίχοι, κρυστάλλινοι πολυέλαιοι, λινά τραπεζομάντηλα και πετσέτες, μαρμάρινα τραπέζια, μαύρες ρομπούστες καρέκλες, ανοικτές κουζίνες και πολύ ωραία μουσική από resident DJ, η οποία βρίσκεται ακριβώς στην ένταση εκείνη που θέλεις για να νιώσεις το fun dining factor αλλά και που χρειάζεσαι για να μπορείς να μιλήσεις άνετα και να περάσεις όμορφα τη βραδιά σου.
Το εστιατόριο, όπως σου είπα και παραπάνω, ήταν γεμάτο με ένα mix & match crowd διαφόρων ηλικιών -άνω των 30-, που αποτελούνταν τόσο από μεγάλες παρέες όσο και από μικρότερα σχήματα, αλλά και από μία σταθερή ροή στο μπαρ, όπου μπορείς όπως έμαθα να απολαύσεις το cocktail σου με μία pizza ή κάποιο αντίστοιχα εύκολο στο χειρισμό πιάτο. Σε λίγες ημέρες θα είναι έτοιμος και ένας ξεχωριστός χώρος στο υπόγειο, όπου κάθε Παρασκευή και Σάββατο θα υπάρχει live τραγουδίστρια και ο κόσμος θα απολαμβάνει το ποτό του, αλλά και κάποιο bar food, σε άκρως ατμοσφαιρικό κλίμα.
Αυτό που πρέπει οπωσδήποτε να σου πω, πριν περάσουμε στο φλέγον θέμα του φαγητού, είναι πως το Lolita’s είναι ανοικτό από τις 12 το μεσημέρι καθημερινά, κάτι που προσωπικά με ενθουσίασε. Επίσης να σημειώσουμε πως το σέρβις παίρνει 10 με τόνο, τόσο για την άμεση και ευγενέστατη εξυπηρέτηση, όσο και για τη θετική τους διάθεση, που κρατούσε ακριβώς τις σωστές ισορροπίες. Και να πούμε πως εμείς οι δημοσιογράφοι γεύσης δεν είμαστε ποτέ και τα πιο εύκολα τραπέζια, για να μη συζητήσουμε πόση ώρα κάνουμε για να φωτογραφήσουμε όλοι ένας προς έναν κάθε πιάτο, στο σωστό φόντο και με το σωστό φως!
Αρκετά όμως είπαμε για όλα τα άλλα, ώρα να πούμε και για το φαγητό, το οποίο ο Δημήτρης Σταμούδης οραματίστηκε καθαρά ιταλικό και πολύ νόστιμο, με μικρά twists σε κλασσικές συνταγές που όμως δεν αλλάζουν ουσιαστικά το πιάτο και απλώς του δίνουν τη σφραγίδα του σεφ και σε κάποιες περιπτώσεις λίγη έξτρα νοστιμιά. Το δείπνο σου, ή το γεύμα σου, στο Lolita’s πρέπει απαραιτήτως να ξεκινήσει με το ζεστό προζυμένιο ψωμί και τη focaccia μαζί με το καταπράσινο βούτυρο με τα μυρωδικά, τόσο για λόγους γεύσης όσο και για λόγους colour blocking. Εντάξει αστειεύομαι, αλλά το ψωμί είναι εξαιρετικό και -για εμένα τουλάχιστον- αυτό πάντα λέει πολλά πράγματα και για τη συνέχεια.
Στα must το καρπάτσιο από μοσχάρι με τσιπς αγκινάρας και chimichurri mayo, το οποίο είναι λεπτοκομμένο στην εντέλεια, όμορφα κρεατένιο και με τη σωστή ακριβώς αψάδα και εναλλαγή υφών. Δεν δοκιμάσαμε το Vitello Tonnato, το αφήσαμε για την επόμενη, αλλά κρίνοντας από την εκτέλεση των πιάτων που δοκιμάσαμε, πιστεύω πως θα είναι πάρα πολύ καλού επιπέδου.
Δοκιμάσαμε όμως -κατόπιν συστάσεως του ευγενέστατου σερβιτόρου μας- τα arancini «λαχανοντολμά», που λίγο με τρόμαξαν ως όνομα αλλά καθόλου δίκιο δεν είχα. Τι έχει κάνει λοιπόν εδώ ο σεφ, έχει φτιάξει τα arancini του από αρμπόριο και τα έχει πανάρει σε μαύρη focaccia (εξ ου και το χρώμα), τα έχει γεμίσει με κιμά και τα έχει περιχύσει με μία υπερφινετσάτη και αέρινη σως τύπου αυγολέμονο, ενώ από κάτω κρύβεται μία απαλή truffle paste. Το λάχανο του ονόματος του πιάτου είναι ένα αποξηραμένο φύλλο που δίνει το crispiness στη μπουκιά σου. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα γήινο, καθαρά comfort νοστιμιάς πιάτο, που προσωπικά εύκολα θα ξαναέτρωγα με χαρά.
Η Burrata έχει επίσης το δικό της μικρό twist, αφού τα τοματίνια είναι μισά φρέσκα και μισά μαριναρισμένα σε μπαλσάμικο, ενώ η τέλεια κρεμώδης και βελούδινη burrata έχει από κάτω της καραμελωμένα κρεμμύδια που πάρα πολύ της πήγαιναν και ποτέ δεν θα το φανταζόμουν.
Πίτσα δεν δοκιμάσαμε, γιατί έχει και η υπερβολή τα όριά της, αλλά την είδα να περνάει και είναι pizzette, δηλαδή κάτι ανάμεσα σε ατομική και μεγάλη, και ομολογώ μου φάνηκε πολύ ωραία, τουλάχιστον στο μάτι. Στα κυρίως παίξαμε με μία pasta και με ένα κρέας, και νομίζω και οι δύο επιλογές μας μάς έβγαλαν ασπροπρόσωπους. Στην pasta λοιπόν δοκιμάσαμε το paccheri cacio e pepe -που να σου πω πως προσωπικά στο ιταλικό εστιατόριο εγώ δύο «μέτρα» έχω, την πίτσα μαργαρίτα και την cacio e pepe για να βγάλω συμπεράσματα. Εξαιρετικά και τέλεια δεμένη, ακριβώς όσο cacio και όσο pepe πρέπει να είναι, με γεμάτη γεύση και πληθωρική επίγευση. Το μεγάλο ζυμαρικό εμένα προσωπικά που άρεσε, αλλά ένας συνάδελφος παρατήρησε πως ίσως με ένα πιο μικρό και όχι τόσο λείο ζυμαρικό, το πιάτο να ήταν ακόμη καλύτερο. Το ακούω, δεν λέω όχι. Πάντως και την επόμενη φορά που θα πάω, εγώ μία cacio e pepe θα την πάρω.
Στο κρέας πήγαμε επίσης με βέρες ιταλικές γεύσεις και συγκεκριμένα με την κοτολέτα αλά μιλανέζε, που, όπως και στην αρχική εκδοχή του πιάτου, εδώ είναι μοσχαρίσια. Βουτυράτη και ζουμερή, μέσα στην τραγανή της κρούστα, ήρθε συνοδευόμενη από έναν συννεφένιο πουρέ πατάτας και έγινε ανάρπαστη. Εάν είσαι δύο άτομα, είναι σίγουρο must-order, για ένα άτομο, προσωπικά τη βρίσκω μεγάλη, αλλά αυτό είναι καθαρά θέμα αντοχών.
Στο γλυκό τερέν τώρα, το «βασίλειο» του ετέρου αδελφού, ο Θανάσης Σταμούδης έχει κάνει μικρά θαύματα. Η crème brûlée με φιστίκι Σικελίας και φραμπουάζ είναι ένα όνειρο γεύσης και υφής και δεν μπορούσα να αφήσω κάτω το κουτάλι μου… μέχρι που ήρθε η άκρως θεατρική Red Velvet και εκεί τελείωσαν όλα. Λοιπόν το Red Velvet cake εδώ είναι ουσιαστικά μία μικρή «τούρτα» -για 4 άτομα-, της οποίας το εξωτερικό frosting cream καίγεται με φλόγιστρο εκεί μπροστά στα μάτια σου στο τραπέζι (κλείνοντας έξυπνα το μάτι σε ένα baked Alaska υποθέτω) και μετά σερβίρεται στα τέσσερα με τη sauce κόκκινων φρούτων στο semi-υγρό εσωτερικό της να ρέει ηδονικά στο πιάτο σου και να σε γεμίζει λαχτάρα. Ίσως το πιο τέλειο κατακόκκινο κλείσιμο σε ένα φλογερό κόκκινο εστιατόριο θα πω εγώ, για μία νέα άφιξη που ήρθε μετά βεβαιότητος για να μείνει στη ζωή μας!
Info: Λ. Κηφισίας 340, Νέο Ψυχικό, 2107548350
Για να βλέπεις τα πράγματα τη στιγμή που συμβαίνουν και για backstage υλικό συντονίσου με το @kounelly στο IG.