Χαμένοι στη μετάφραση
Όταν τα λόγια δε γίνονται πράξεις.
Όταν γνώρισα τον Ιάκωβο είμασταν στις καλοκαιρινές μας διακοπές κάπου τον Ιούλιο. Στην αρχή με φλέρταρε έντονα αλλά εγώ γυρνούσα το κεφάλι και μιλούσα στις φίλες μου, σα να μην ήθελα ούτε καλησπέρα μαζί του. Ύστερα ανταλλάξαμε μερικές σκόρπιες λέξεις, πού μένω, με τι ασχολείται, πόσο θα μείνω στο νησί και πού θα συνεχίσω τις διακοπές μου.
Έτσι όπως φώτιζε ο ήλιος το πρόσωπό του και σκοτείνιαζε το μέτωπό του καθώς με κοιτούσε ένιωσα το πρώτο σκίρτημα. Μερικά πεταχτά φιλιά, μπάνια στην παραλία και χορός στο μπαρ της πόλης έκαναν τις αισθήσεις μου να τον αναζητούν μεθυσμένες από το άρωμα του αλατιού πάνω στο μαυρισμένο δέρμα του.
Η επιστροφή στην Αθήνα με γέμισε ροζ συννεφάκια, καρδούλες και σχέδια για ένα χειμώνα δημιουργικό, χωμένη μέσα στη ζεστή του αγκαλιά. Δε θα σας πω ψέματα, δεν τον είδα ποτέ ξανά. Η δουλειά του είχε αυξηθεί, η οικογένειά του είχε προβλήματα υγείας που έπρεπε να αντιμετωπίσει, το αμάξι του χάλασε, αποφάσισε να μετακομίσει και το ένα επαγγελματικό ταξίδι διαδέχτηκε το άλλο. Κάθε φορά και μία δικαιολογία πιο καλή από την προηγούμενη, κάθε μήνυμα και μία υπόσχεση που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Μπορεί να μην έχουμε συναντηθεί ακόμα, αλλά εγώ βαθιά μέσα μου ελπίζω πως θα τον ξαναδώ. Οι φίλοι μου λένε να τον ξεχάσω, πως δε μου φέρθηκε καλά, εξαφανίστηκε και έκανε πίσω, δε θέλω όμως να πιστέψω κανέναν. Θυμάμαι τα υγρά του μάτια όταν μου ψιθύριζε λέξεις αγάπης και θέλω να πιστεύω μόνο σε αυτά. Κι ας μην τον ξαναδώ ποτέ!